Από τον ΧΡΗΣΤΟ ΣΙΑΦΚΟ
Ήταν γεννημένος για να λάμπει, να κερδίζει, να μετατρέπει ακόμα και τις ήττες του σε νίκες. Ήταν γεννημένος για να γοητεύει αυτός ο αιώνιος περιπλανώμενος της φυλής εκείνης των Ελλήνων που σκορπισμένοι στις πιο απίθανες γωνιές του κόσμου επανέρχονταν απρόσμενα στα πάτρια εδάφη, φωτίζοντάς τα. Με ένταση, χωρίς διάρκεια όμως. Ήταν ακόμα απρόσμενος, σαν μαθητής που περνούσε περισσότερο χρόνο έξω από την τάξη, σκανταλιάρης, διεκδικώντας όμως τη μοναδικότητά του.Ενα βιογραφικό, το δικό του, όπως και άλλων, μπορεί να συνοψιστεί σε λιγότερες ή περισσότερες αράδες. Πού γεννήθηκε, πού σπούδασε και με ποιους δασκάλους, πού δίδαξε ο ίδιος, τι έπαιξε και τι σκηνοθέτησε ο Ανδρέας Βουτσινάς. Ποιες όμως θα είναι ανάμεσά τους οι αράδες που θα αναφέρονται στον παιγνιώδη Ανδρέα ή τον άντρα που ήξερε να τιμά το λόγο του κι εκείνον που δεν ήξερε να κρατάει το στόμα του κλειστό;
Στην Ελλάδα τον υποδεχτήκαμε με τον απόλυτο επαρχιωτισμό που ενίοτε μας διακρίνει. Η μαθητεία του δίπλα στον Λι Στράσμπεργκ, το ότι ως μέλος του Actors Studio αποκάλυψε το ταλέντο του Αλ Πατσίνο και του Ρόμπερτ ντε Νίρο, δίδαξε ηθοποιούς της γκάμας της Φέι Ντάναγουεϊ, του Γουόρεν Μπίτι, της Αν Μπάνκροφτ, της Φανί Αρντάν ή της Ειρήνης Παππά, το ότι σκηνοθετούσε στο Παρίσι και, αν είναι δυνατόν, το ότι είχε σχέση με την Τζέιν Φόντα θάμπωσαν τους δημοσιογράφους κι έκαναν το μάτι των κριτικών να αγριέψει:
Μα ποιος είναι αυτός ο κύριος που θα κομίσει γλαύκα στην Αθήνα; Εδώ γεννήθηκε το θέατρο!
Ακόμα περισσότερο; Μα ποιος είναι αυτός που αναφέρεται ανοιχτά στην ομοφυλοφιλία του, ενώ την ίδια στιγμή ως πατέρας έχει κόψει τις γέφυρες με το παιδί του;
Αφήστε το άλλο: Να πηγαίνει στην πρόβα συντροφιά με τα σκυλάκια του;
Στημένη του την είχαν συχνότατα, κάτι που διόλου δεν τον κούραζε. Ένα πράγμα τον διαόλιζε, το ψέμα.
«Το να αναφερθούν αρνητικά σε μια παράστασή μου με πονάει βέβαια, αλλά ο καθένας έχει γνώμη και οφείλει να την εκφράσει δημόσια», έλεγε κάποτε, «το να εμπεριέχονται όμως ψέματα στην κριτική με κάνει έξω φρενών».
Γιατί είχε συμβεί κι αυτό και μάλιστα στην παρθενική του εμφάνιση στην Επίδαυρο με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και τις «Τρωάδες», όταν για πρώτη φορά είδαμε οι Αθηναίοι να λάμπει η Φιλαρέτη Κομνηνού και η Λυδία Φωτοπούλου. Τότε είχε συμβεί το αμίμητο: Στην ίδια εφημερίδα, σε διαφορετικές σελίδες, ο κριτικός έγραφε για μια βαρετή παράσταση που εγκατέλειπε το κοινό και ο ρεπόρτερ, αντίθετα, αναφερόταν στο κατάμεστο θέατρο, από το οποίο δεν έφυγε κανείς!
Απίστευτα απρόβλεπτος!
Αμέσως μετά το πρώτο του εγκεφαλικό, όταν πια είχε συνέλθει και σκηνοθετούσε την Ελένη Ράντου, κλήθηκε να απαντήσει στη διάρκεια μιας συνέντευξης στην ερώτηση: «Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που κάνατε όταν συνήλθατε;». Απάντησε με χοντρό τρόπο, κάτι το οποίο μεταφέρθηκε κομψά ως «Επιδόθηκα σε πράξη αυτοερωτισμού».
Έλεγε όντως τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Ένα βράδυ σε σπίτι φίλων, με την παρέα να μοιράζεται τις δικές του σεξουαλικές προτιμήσεις και μόνο έναν από τους δειπνούντες να κάνει τη διαφορά, ο οικοδεσπότης προσκάλεσε τον τελευταίο να νοικιάσει δύο ανεξάρτητα δωμάτια στο σπίτι του. «Μα τι δουλειά έχει ο άνθρωπος εδώ, περιτριγυρισμένος από εσάς, "κορίτσια";» σχολίασε αυθόρμητα ο Βουτσινάς.
Αιώνιος φίλος της Νόνικας Γαληνέα, έτυχε κάποτε να τσακωθεί μαζί της ενώ τη σκηνοθετούσε. Πήραν μεν διαζύγιο από σκηνής, αλλά σε συνέντευξη που έδωσε στη συνέχεια δήλωσε πως παρά τα όσα του είχε σύρει, αυτός παρέμενε φίλος της και θα πήγαινε στην πρεμιέρα της για να δει τις επιδόσεις της, κάτι που έκανε, με αποτέλεσμα να δεθεί ξανά η σχέση τους.
Και ως πατέρας; Ίσως εδώ ακόμα και ο Φρόιντ θα σήκωνε τα χέρια ψηλά. Πέρασε από σαράντα κύματα η σχέση του με τον Μάριο Βουτσινά μέχρι επί της ουσίας να πλησιάσουν ο ένας τον άλλο, ως το τέλος, όταν ο Μάριος στάθηκε δίπλα του κερί αναμμένο στο νοσοκομείο.
Στα είκοσί του χρόνια ο Ανδρέας παντρεύτηκε την πάμπλουτη καλλονή Άρτεμη Παπαστρατή. Σε συνέντευξή του προς την Αρετή Αθανασίου έλεγε πως όταν κράτησε το γιο του μωρό στα χέρια του, τα συναισθήματά του ήταν έκπληξης και πανικού.
Έπρεπε να περάσουν 11 χρόνια για να ξαναδεί το γιο του, όταν ένα πρωί στο Actors Studio της Νέας Υόρκης τον ειδοποίησαν πως τον περίμενε στην είσοδο η πρώην σύζυγός του με το παιδί τους. Έντρομος διέφυγε από την πίσω πόρτα ειδοποιώντας τους ότι, εφόσον ήθελαν να τον δουν, θα έπρεπε να γίνει αυτό παρουσία του ψυχιάτρου του!
«Όταν είδα αυτόν το μικρό άνθρωπο μπροστά μου, ένιωσα όπως και τότε που γεννήθηκε, φοβερή έκπληξη. Με κοίταξε, περίμενε κάτι από εμένα κι εγώ του είπα: "Το μόνο δώρο που μπόρεσα να σου κάνω στη ζωή μου είναι ότι δεν έχεις πατέρα δολοφόνο". Γιατί αν συνέχιζα με τη μητέρα του, κάποιος από τους δύο θα είχε σκοτώσει τον άλλο».
Για την ίδια σχέση έλεγε προ μηνών στην Έφη Μαρίνου: «Μετανιώνω για πολλά. Κυρίως για το ότι έκανα οικογένεια, παιδί. Επί χρόνια δεν βλεπόμαστε κι έτσι δεν δημιουργήθηκε σχέση επιρροής. Αυτό που λέω μπορεί να σοκάρει, αλλά συγχρόνως είναι μια αλήθεια που τολμώ να πω».
Ο ίδιος ήταν απόλυτα δεμένος με τη μητέρα του, Αναστασία, ενώ σπάνια αναφερόταν στον πατέρα του. Θα έλεγε κανείς πως ο λώρος μαζί του είχε κοπεί από τη μακρινή ήδη εποχή της γέννησής του στο Σουδάν μέχρι την Αθήνα, όπου ήρθε για να πάει σχολείο.
Τον συγκινούσε η πρόκληση
|Ήταν οι μεγάλοι δρόμοι και η πρόκληση που συγκινούσαν πάντα τον Ανδρέα Βουτσινά, αυτόν που δεν του αρκούσε να είναι ο έξοχος, αν και ειδικός ηθοποιός (σ.σ.: θυμηθείτε τον στους «Δυο τρελούς παραγωγούς» του Μελ Μπρουκς), όσο το να φέρνει στο φως από τις πλατείες των θεάτρων το ταλέντο άλλων, δίχως ποτέ να γίνεται καταπιεστικός.
«Δεν θέλω να βγάλω Βουτσινάκια», έλεγε. «Ως σκηνοθέτης και όχι ως δάσκαλος αφήνω τον υποψήφιο ηθοποιό να καταλάβει μόνος του την ανάγκη να γίνει ερμηνευτής. Η δουλειά του ηθοποιού δεν είναι εύκολη. Το κοινό είναι ικανό να σε κάνει Θεό του αλλά και να σε καταβαραθρώσει.
Μοιάζει η σχέση αυτή με γάμο, που ενώ όλοι νομίζουν πως έγινε από έρωτα, εντέλει έχει γίνει από συμφέρον». Βέβαια, δεν ανεχόταν τους ατάλαντους, ειδικά αν έπρεπε να τους σκηνοθετήσει. Ο ίδιος όμως ως θεατής ήταν γαλαντόμος. Το γέλιο του ξεχώριζε στις κωμωδίες και ήταν ευγενής ακόμα και στον αρνητικό του λόγο.
Θα τον θυμόμαστε για χίλιους λόγους, ακόμα και για το ότι, όταν πια μετά τα εγκεφαλικά δεν μπορούσε να περπατήσει δίχως πατερίτσα, φρόντιζε το χρώμα της να συνδυάζεται κάθε φορά με τα ρούχα του. Κι έτσι κατέληξε να κάνει συλλογή από αυτές!
Θα τον θυμόμαστε σε έξοχα κέφια με την Πρωτοψάλτη, τον Κραουνάκη και τη Νικολακοπούλου κι ακόμα για την παρόρμηση, την πρόκληση, τη μέθοδο και τη φαντασία.
Ως μια παράσταση που κατέβηκε πια, θα τον θυμόμαστε, έμεινε άδεια η αίθουσα και σταδιακά έσβησαν οι προβολείς. Ίσως για να μπορούμε να πούμε κάποτε πως όντως, είμαστε τυχεροί που είδαμε τον Ανδρέα Βουτσινά.