Ένα ντοκιμαντέρ που ασχολείται με το πρόβλημα της κινηματογραφικής παιδείας στην Ελλάδα και αποτελεί μια καλή εισαγωγή στο θέμα, παρά τα ψεγάδια του.
Αντίθετα με τον τίτλο της ταινίας, το μόνο που δεν θα θες να κάνεις κατά τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ «Champions: Μια Αστεία Ιστορία» είναι να γελάσεις. Σίγουρα η πρόθεση της ταινίας είναι να εισαγάγει έστω και μικρές δόσεις χιούμορ για να αλαφρύνει κάπως τη χιονοστιβάδα τραγικών λαθών και δυσοίωνων προβλέψεων, αλλά αυτό που προκύπτει είναι σχεδόν κατηγορηματικό: αυτό είναι ένα πρόβλημα χωρίς λύση.
Μερικές από τις σημαντικότερες φιγούρες αυτού του μακροχρόνιου προβλήματος μιλούν στην κάμερα του Γαβριήλ Τζάφκα: σκηνοθέτες, διοικητικοί παράγοντες, ακόμα και σπουδαστές κινηματογραφικών σχολών, όλοι παρουσιάζουν την δική τους εκδοχή για το πώς απέτυχαν όλες οι μέχρι στιγμής απόπειρες για τη δημιουργία της κατάλληλης νομοθεσίας, που με τη σειρά της θα άνοιγε το δρόμο για μια σοβαρή σχολή. Η τραγελαφική συζήτηση επίσης κινείται και προς άλλες πτυχές του ζητήματος: ασχολείται με την εναλλακτική των ιδιωτικών σχολών και τη δουλειά που προσφέρουν, περνά από όλες τις πρόσφατες εξελίξεις όπως η Ομίχλη και η ΕΑΚ, και καταλήγει να εξετάζει τα ελαττώματα της σχολής του ΑΠΘ.
Ο Τζάφκας επιχειρεί, και σε ένα βαθμό πετυχαίνει, ένα κάποιο σχόλιο μέσω κάποιων εύστοχων στιγμών στο μοντάζ, αν και τα μικρά διαλείμματα animation γρήγορα χάνουν τη φρεσκάδα και το νόημά τους, καταλήγοντας περισσότερο μια ανάσα παρά ουσιαστική σάτιρα. Από την άλλη, η επιλογή να παραμείνει απλά μια συρραφή τέτοιων συνεντεύξεων, χωρίς αυτές να εμπλουτίζονται με πληροφορίες που προκύπτουν από ανεξάρτητη έρευνα, αποδυναμώνει από άποψη σφαιρικότητας το τελικό αποτέλεσμα, ειδικά για το μη σχετικό με το χώρο κοινό.
Πέρα, όμως, από τα κάποια προβλήματά του, και αν κρίνουμε από την έντονη συζήτηση που προέκυψε στην επίσημη πρεμιέρα του, το ντοκιμαντέρ πετυχαίνει το στόχο του: κάνει την αρχή σε μια κουβέντα ζωτικής σημασίας. Βέβαια δε σημαίνει ότι θα υπάρξει και ουσιαστική συνέχεια γιατί αυτό που καταφέρνει να αποτυπώσει κυρίως είναι η απόλυτη ασυνεννοησία ανάμεσα στους ανθρώπους που διαμόρφωσαν και συντήρησαν αυτό το κλίμα, αυτούς που αντιμετωπίζουν αρνητικά κυριολεκτικά τα πάντα (από τις ιδιωτικές σχολές μέχρι την Ομίχλη ή την Ακαδημία) και έχουν να προτείνουν τίποτα. Ακόμα και οι δηλώσεις στην κάμερα ενός ντοκιμαντέρ προδίδουν την τεράστια απόσταση ανάμεσα σε όλους αυτούς που είναι σε θέση να αλλάξουν τα πράγματα – οι ψηφίδες αυτές όμως, που δε μπορούν να κάνουν τη διαφορά παρά μόνο αν συνεργαστούν, αναλώνονται σε συζητήσεις για παλιά ή καινούρια διαπλεκόμενα, θεωρίες για το τι συνέβη χρόνια πριν και σηκώνουν τα χέρια ψηλά, όπως ακριβώς οι πολιτικοί που καταδικάζουν.
Κανείς φυσικά δεν πίστευε ότι η κινηματογραφική παιδεία ήταν σε καλό δρόμο στην Ελλάδα, αλλά βλέποντας το «Champions», συνειδητοποιείς πως για να αλλάξει θα πρέπει οι επαγγελματίες του κινηματογράφου να αφήσουν τις μικρότητες και τα εγώ τους, για να διεκδικήσουν από κοινού κάτι καλύτερο για αυτό που είναι η ίδια τους η ζωή. Και αυτό είναι το πιο απαισιόδοξο κομμάτι της υπόθεσης.
Χριστίνα Λιάπη