Biutiful

10.01.2011
Ο Ουξμπάλ ανακαλύπτει πως πάσχει από καρκίνο και του απομένουν μόνο λίγοι μήνες ζωής. Καθώς αποφασίζει να βάλει σε τάξη την άστατη ζωή του αναγκάζεται να προσχωρήσει στον υπόκοσμο της Βαρκελώνης, ανάμεσα σε μετανάστες, συμμορίες και εμπόρους ναρκωτικών.

Κοινωνική εξαθλίωση, εργασιακή εκμετάλλευση, μοναξιά, φόβος και θάνατος. Να τα υλικά της πιο στενάχωρης ταινίας της χρονιάς, με πρωταγωνιστή τον εξαιρετικό Χαβιέ Μπαρδέμ. Με εισαγωγή στην κόλαση μοιάζει το ανορθόγραφο «Biutiful»(beautiful) που έχει ως τίτλο η νέα ταινία του Μεξικάνου σκηνοθέτη, αφού τα πάντα εδώ είναι άσχημα. Ασχημη και η πανέμορφη Βαρκελώνη όπου τοποθετείται η ιστορία. Απούσα η πόλη-θαύμα του Γκαουντί με την πολύχρωμη ευρωπαϊκή ευημερία, απόντες οι ευχάριστοι κάτοικοί της. Το μόνο που βλέπουμε είναι οι «πίσω δρόμοι» της, οι εξαθλιωμένοι μετανάστες που κυνηγιούνται ανελέητα από την αστυνομία και οι δουλέμποροι που πλουτίζουν πάνω στην μιζέρια τους, οι ντίλερ, οι διεφθαρμένοι αστυνομικοί, οι αποτυχημένοι, οι παράνομοι.

Εκεί ζει κι ο κεντρικός ήρωας (Μπαρδέμ), ή μάλλον δεν ζει, απλώς περιμένει να πεθάνει: μόλις έμαθε ότι βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου. Παραπατώντας ανάμεσα σε ανθρώπινα ερείπια και κάνοντας παράνομες βρώμικες δουλειές, προσπαθεί να κερδίσει λίγο χρόνο για να φροντίσει τα δυο ανήλικα παιδιά του, αφού η πρώην γυναίκα του είναι μάλλον ανίκανη γι αυτό. Θα έλεγε κανείς ότι θυμίζει τον «Καταδικασμένο» του Κουροσάβα, έτσι όπως σέρνεται με τη μάσκα του θανάτου και την πίκρα μιας σπαταλημένης ζωής. Στις λίγες βδομάδες που του απομένουν θα πρέπει να ξαναβάλει σε τάξη τα πάντα.

Ο εξαιρετικός Μπαρδέμ βάζει υποψηφιότητα για τα απανταχού βραβεία ερμηνείας, η ίδια η ταινία όμως διχάζει. Από τη μια υπάρχει η γνήσια συγκίνηση και από την άλλη η «λατρεία της μιζέριας» του Ινιάριτου, που εξαργυρώνεται με την εικονογραφία της εξαθλίωσης και τον ατέρμονο συναισθηματικό εκβιασμό. Οπως και να’χει, το «Biutiful» πιθανότατα θα βρει φανατικούς θαυμαστές, θα οδηγήσει σε κατάθλιψη αρκετούς θεατές και θα λατρευτεί για την ερμηνεία του Μπαρδέμ.

Ορέστης Ανδρεαδάκης