Από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς της νέας γενιάς ο Γιάννης Τσίρος, γνωστός κυρίως από τα κινηματογραφικά του σενάρια, απέσπασε το 2004 το Ά Κρατικό Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του Υπουργείου Πολιτισμού για το έργο του «Αξύριστα Πηγούνια».
Ο συγγραφέας διεισδύοντας στο έργο του, επιχειρεί μια σύντομη ανάλυση: «Ο νόμος είναι ίσος για όλους. Οι άνθρωποι όμως, δεν είναι ίσοι. Οι κοινωνικά αδύναμοι παραβάτες είναι πιο ένοχοι. Όπως κι αν έχει, βέβαια, δεν πρέπει να διαφωνούμε με τις δικαστικές αποφάσεις, όσο σκληρές κι αν είναι. Χωρίς αυτές ο κόσμος θα ήταν χειρότερος. Μόνο που χειρότερος γίνεται, όταν αυτές οι αποφάσεις δεν ισχύουν για όλους
Στο έργο μου, δεν μπαίνω στον πειρασμό ν’ ασχοληθώ με τα αδικήματα των «δυνατών».
Οι «δυνατοί» δεν αντιστέκονται ποτέ στις Αρχές. Αντιθέτως τα αδικήματα των «αδύναμων» ξεχειλίζουν από δραματικές λεπτομέρειες.
Δεν έχει σημασία αν αντιστάθηκαν σε ευνομούμενη δημοκρατία ή σε ολοκληρωτικό καθεστώς. Η αντίσταση κατά της Αρχής εξομοιώνει πολιτικά τις εξουσίες.
Από τη σύλληψη λοιπόν του παραβάτη μέχρι και την τιμωρία του, κάθε πολιτειακός εκπρόσωπος γίνεται πρόσωπο απρόσωπο. Το αστυνομικό όργανο, άκαμπτο, εφαρμόζει το νόμο, ο νομοθέτης αποποιείται τις προσωπικές του σχέσεις με τον παραβάτη, ο δικαστής τηρεί τις δέουσες αποστάσεις.
Μόνο ο δημοσιογράφος, αναζητά «δικαίωση» για τον «αδύναμο». Τότε η τηλεοπτική δημοσιοποίηση γίνεται το έσχατο καταφύγιό του. Και το τίμημα της σωτηρίας είναι η διαπόμπευση της αδυναμίας του.
Άλλωστε, όπου κι αν βρεθούμε, όποιοι κι αν είμαστε, «δυνατοί» ή «αδύναμοι», όποια ιδεολογία κι αν έχουμε, οι πράξεις μας, οι αντιδράσεις μας, ακόμα και η αδράνειά μας, θα γίνουν εικόνα μιας τηλεόρασης. Δε μπορούμε να την αποφύγουμε. Ούτε να την αμφισβητήσουμε, γιατί τότε, ίσως στραφεί εναντίον μας.»
«Το έργο του Γιάννη Τσίρου μου θυμίζει την περίφημη ρήση του Πικάσο για τη Γκέρτρουντ Στάιν και το πορτραίτο της: "Θα του μοιάσει",» σημειώνει ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης και συνεχίζει...
«Τι κάνεις όταν ένα έργο αποδειχτεί προφητικό; Και μάλιστα για γεγονότα που συντάραξαν όσο τίποτε άλλο στα τελευταία χρόνια τον τόπο; Κι ας ξεχάστηκαν τόσο γρήγορα, κι όλοι μας παραδοθήκαμε και πάλι στο λήθαργο της καθημερινότητας - οι μεν στο άλλοθι της σιωπηρής βδελυγμίας, οι δε στην ανερυθρίαστα ασύδοτη λεηλασία της χώρας. Μιας χώρας όπου η ατιμωρησία των ισχυρών είναι ο μόνος νόμος που τηρείται - και μάλιστα με την ανο/συνενοχή του Τύπου: από πού κι ως πού π.χ., το ότι ένας παραιτηθείς λόγω σκανδάλων πολιτικός -αποφάσισε- να μην κατέβει στις εκλογές αποτελεί -είδηση; Στις μέρες που ζούμε, και το αυτονόητο ακόμη έχει καταντήσει ανόητο.
Γραμμένο πριν τα Δεκεμβριανά του 2008, το έργο του Γιάννη Τσίρου έρχεται να υπενθυμίσει ότι στην άλλη πλευρά του φάσματος δεν θα συναντήσουμε την αυτονόητη ατιμωρησία, αλλά μια απάνθρωπη μηχανή που συντηρεί σε πείσμα του χρόνου ένα παράλογο σωφρονιστικό σύστημα. Και τίθεται το ερώτημα: ποια είν’ αυτή η μηχανή; Τι την τρέφει, ποιοί κατεβάζουν τους μοχλούς, ποιοί λαδώνουν τα γρανάζια της;
Μήπως όλοι μας;»
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Ήχος - Βίντεο: Μάνος Χασάπης
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά):
Αλίκη Αλεξανδράκη, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Μυρτώ Αυγερινού, Κλέων Γρηγοριάδης, Δημήτρης Καμπερίδης, Βασίλης Κολοβός, Έρρικα Μπίγιου, Γιώργος Πυρπασόπουλος.
ΘΕΑΤΡΟ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΡΟΛΟΥ ΚΟΥΝ
ΥΠΟΓΕΙΟ-ΠΕΣΜΑΖΟΓΛΟΥ 5
Από 29 Οκτωβρίου