Η σύγχρονη κοινωνία είναι εθισμένη στα βιομηχανικά χημικά προϊόντα, στα παράγωγά τους -αλλά δυστυχώς- και στα τοξικά τους κατάλοιπα.
Στο σημείο μάλιστα που έχουν φτάσει τα πράγματα, ίσως δεν είναι πια σωστό να μιλάμε για το εάν υπάρχει χρόνος ή περιθώριο πρόληψης του κινδύνου, αλλά ποιες είναι πλέον οι μόνες μεθοδολογίες που μπορούμε να ακολουθήσουμε για να περιορίσουμε τη συσσώρευση των αποβλήτων.
Οπως ένας καπνιστής που επί χρόνια συσσώρευε πίσσα στους πνεύμονές του και πλέον έχει να επιλέξει είτε να σταματήσει, είτε να αντιμετωπίσει την προοπτική να πάθει καρκίνο των πνευμόνων, έτσι και εμείς πρέπει είτε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα τοξικά είτε να τα «διαχειριστούμε» υπεύθυνα και με φιλικές προς το περιβάλλον διαδικασίες.
Σε παλιότερα άρθρα είχαμε παρουσιάσει τρόπους διαχείρισης των τοξικών μέσω της απόρριψης και της επεξεργασίας αποβλήτων. Αλλά η διαρκώς αυξανόμενη αίσθηση -και η δική μας άποψη- είναι ότι η καλύτερη αντιμετώπιση του κινδύνου των τοξικών είναι ο περιορισμός της χρήσης τους από εμάς τους ίδιους.
Πριν από πολλά χρόνια οι Los Angeles Times είχαν γράψει: «Ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγουμε τα τοξικά απόβλητα είναι κατ’ αρχάς να παράγουμε λιγότερα τοξικά. Εάν ξοδεύουμε περισσότερο χρόνο στο να σκεφθούμε πώς να χρησιμοποιήσουμε λιγότερα τοξικά, θα ξοδεύουμε τελικά λιγότερο χρόνο ψάχνοντας για χώρους απόρριψής τους.»
Φυσικά σε αυτό το σημείο τίθεται θέμα αμοιβαίας μείωσης. Οι βιομηχανίες από την πλευρά τους μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση της χρήσης τοξικών βελτιώνοντας τις τεχνικές παραγωγής. Από την άλλη και οι καταναλωτές μπορούν να δράσουν αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση καταναλώνοντας απλώς λιγότερα. Η δε μείωση της κατανάλωσης μπορεί να επιτευχθεί με ποικίλους τρόπους, συμπεριλαμβανομένων της συντήρησης, της μαζικής και επιστημονικά ελεγχόμενης ανακύκλωσης και της εύρεσης εναλλακτικών προϊόντων αντί εκείνων που περιέχουν ή παράγουν τοξικές ουσίες.
Τι μπορεί να γίνει
Στο βιβλίο Toxics A to Z: a guide to everday pollution hazards των Harte, Holdren, Schneider, Shirley, γίνεται ευρύτατη μνεία στη μεγάλη αλλαγή που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος από τους κρατικούς φορείς και τις βιομηχανίες.
Η παραδοσιακή εικόνα της βιομηχανίας ενός είδους γιγαντιαίας μηχανής που «τρώει» ακατέργαστα υλικά και βγάζει επεξεργασμένα προϊόντα αρχίζει να αντικαθίσταται από μια ευρύτερη εικόνα, αυτήν ενός βιομηχανικού οικοσυστήματος. Ενώ η παλιά εικόνα απλώς έδινε ιδιαίτερη σημασία στην παραγωγικότητα, η καινούρια δίνει τώρα πλέον έμφαση στην ελεγχόμενη και αποδοτική ανακύκλωση των πηγών για την επίτευξη αυτής της παραγωγικότητας.
Πολλές βιομηχανίες διαχωρίζουν τα τοξικά και τα μη τοξικά απόβλητα, ενέργεια που αποτελεί ένα πρώτο βήμα πριν από την ανακύκλωση των τοξικών ή τουλάχιστον μια κίνηση προς το να επιτραπεί να απορρίπτονται αυτά χωριστά, σε καθορισμένες περιοχές προορισμού.
Υπάρχουν πλέον βιβλιογραφίες που καθορίζουν επακριβώς τι πρέπει να κάνουμε και εμείς αλλά και οι βιομηχανίες ώστε να βοηθήσουμε στη μείωση της παραγωγής προϊόντων που επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Στο Repairs, Reuse, Recycling - First Steps Toward a Sustainable Society του D. Hayes εδώ και πολλά χρόνια είχε περιγραφεί ο εφιάλτης που θα επακολουθούσε και το τι θα έπρεπε να γίνει, δυστυχώς όμως η υπερκατανάλωση και η αδιαφορία των πολλών έφτασαν τα πράγματα στο απροχώρητο.
Η βιομηχανική ανακύκλωση έχει ήδη καθιερωθεί και αυξάνεται προοδευτικά σε πολλές μεγάλες βιομηχανίες, αν και υπάρχουν κάποια «δύσκολα» σημεία κατά τη διαδικασία της που παρεμποδίζουν την ολοκληρωμένη και αποτελεσματική επεξεργασία.
Για παράδειγμα, κατά την παραγωγή του πλαστικού πολυβινυλοχλωριδίου (PVC) το τοξικό συστατικό βινυλοχλωρίδιο ελέγχεται στενά και με αυστηρές προδιαγραφές. Αυτό μπορεί να μετατραπεί σε προϊόν, να ανακτηθεί για περαιτέρω χρήση ή να διασπαστεί σε τελείως αβλαβή προϊόντα. Με τις σύγχρονες μεθόδους -αρκεί βέβαια να βοηθάμε και να είμαστε συνειδητοποιημένοι και εμείς- σχεδόν όλο το PVC που πετιέται από τα σπίτια ανακυκλώνεται στα εργοστάσια που παράγουν τέτοια προϊόντα.
Το ίδιο χρήσιμη μπορεί να αποβεί και η ανακύκλωση των πεταμένων ελαστικών αυτοκινήτων στην παραγωγή μιας ευρείας σειράς νέων προϊόντων -ήδη αυτό το σύστημα χρησιμοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες- συμπεριλαμβανομένων των αθλητικών ταπήτων, των φλαντζών, των δοχείων αποθήκευσης, των νέων ελαστικών κτλ.
Στα επόμενα τεύχη θα συνεχίσουμε την παρουσίαση των επικίνδυνων τοξικών, αλλά και των τρόπων προστασίας μας από τις πιθανές βλαβερές τους επιδράσεις στην υγεία μας και στο περιβάλλον.
Διοξίνες
Η διοξίνη θεωρείται από πολλούς ένα από τα πιο δυνατά τοξικά χημικά που έχει ποτέ παρασκευαστεί από τον άνθρωπο. Είναι ένα προϊόν ανθεκτικό και βιοσυσσωρεύσιμο. Σχηματίζεται αναπόφευκτα κατά τη βιομηχανική παραγωγή ορισμένων παρασιτοκτόνων, όπως 2,4,5-Τ, καθώς και σε βιομηχανικές διεργασίες που περιλαμβάνουν τη χρήση χλωρίου.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας διεργασίας είναι η λεύκανση του χαρτιού, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης που χρησιμοποιείται στα χάρτινα δοχεία γάλακτος ή άλλων τροφών. Η διοξίνη μπορεί, επίσης, να σχηματιστεί κατά την καύση οργανικών αποβλήτων που περιέχουν χλώριο. Η γενική ανάμειξη πλαστικών (χωρίς προηγούμενη ομαδοποίηση βάσει του τύπου τους) που βρίσκονται στα αστικά απόβλητα είναι πολύ πιθανό να περιέχει τέτοια οργανικά.
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι διοξινών, αλλά η TCDD θεωρείται η πιο επικίνδυνη. Η λέξη «διοξίνη» συνήθως αναφέρεται σε αυτό τον τύπο.
Τα φουράνια είναι μια συγγενής προς τη διοξίνη ομάδα οργανικών ενώσεων και φυσικά όλα αυτά δεν παρασκευάζονται σκόπιμα, αλλά παράγονται ως παραπροϊόντα ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Στην ίδια κατηγορία με τις διοξίνες εντάσσονται και οι συγγενείς ουσίες, τα PCBS.
Μια οδός έκθεσης στις διοξίνες είναι η εισπνοή ή η επαφή με το δέρμα, οι καπνοί και η στάχτη που προκύπτουν από την καύση των αστικών απορριμμάτων, και κυρίως τα απορρίμματα που περιέχουν πολυβινυλοχλωρίδιο ή άλλες οργανικές ουσίες με συστατικό το χλώριο.
Οπως αναφέρει και το δελτίο του Ε.Φ.Ε.Τ. του Υπουργείου Ανάπτυξης: «Οι διοξίνες είναι από τους πλέον διαδεδομένους ρύπους των βιομηχανικά αναπτυγμένων χωρών. Παράγονται στη διάρκεια των διαφόρων διεργασιών, όπως η ατελής καύση αστικών απορριμμάτων ή νοσοκομειακών αποβλήτων, η καύση ξύλου-λιγνιτών-άνθρακα σε μονάδες παραγωγής ενέργειας, η αποτέφρωση πλαστικών και άλλων μη βιοαποικοδομήσιμων υλικών σε καμίνους, η λεύκανση του χαρτοπολτού κτλ.
Μετά την εκπομπή τους στον αέρα, οι διοξίνες καταλήγουν στα νερά, στο έδαφος, στα φυτά και φυσικά, μέσω της τροφικής αλυσίδας, στα τρόφιμα και στον άνθρωπο. Δεδομένου δε ότι η οικογένεια αυτή των οργανικών ενώσεων είναι εξαιρετικά λιπόφιλη, είναι δυνατόν να βιοσυσσωρεύεται σε υψηλές συγκεντρώσεις στο λιπώδη ιστό των διαφόρων ανωτέρων θηλαστικών και ψαριών.»
Οι παιδικές πάνες, τα ταμπόν και το χαρτί τουαλέτας έχουν φτιαχτεί από λευκασμένο χαρτί, όπως και εκατοντάδες άλλα προϊόντα καθημερινής χρήσης που υπάρχουν στα σπίτια, και είναι επίσης, δυνητικά, ενδεχόμενες πηγές έκθεσης στη διοξίνη.
Η διοξίνη βρίσκεται επίσης στα νερά έκπλυσης που προέρχονται από τις βιομηχανικές μονάδες λεύκανσης του χαρτιού ή από αυτές που χρησιμοποιούν χλώριο με άλλους τρόπους, όπως είναι ορισμένες μεταλλουργικές διεργασίες, καθώς και στη βιομηχανία παρασκευής ορισμένων συντηρητικών του ξύλου, όπως η πενταχλωροφαινόλη.
Μερικές βιομηχανίες έχουν αναπτύξει τρόπους για να αξιοποιούν τα τοξικά απόβλητα άλλων βιομηχανιών. Για παράδειγμα, ορισμένα χημικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διεργασία διύλισης του πετρελαίου δεν μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν στο διυλιστήριο, αλλά μπορούν να πωληθούν στις βιομηχανίες χημικών ή τσιμέντου για περαιτέρω χρήση.
Αυτή η διαδικασία εσωτερικής ανακύκλωσης μεταξύ των βιομηχανιών είναι πολύ σημαντική, διότι χωρίς αυτή τα απόβλητα θα απορρίπτονταν σε επικίνδυνες χωματερές -με τα γνωστά επακόλουθα περιβαλλοντικής μόλυνσης- ή θα διοχετεύονταν σε άλλες περιοχές διάθεσης με εξίσου καταστροφικά αποτελέσματα.