«Η εξορία είναι ένα είδος σχιζοφρένειας»

25.04.2013
Μιλήσαμε στον συγγραφέα και σκηνοθέτη Ατίκ Ραχίμι για την νέα του ταινία, «Η Πέτρα της Υπομονής», η οποία βασίζεται στο ομώνυμο βραβευμένο μπεστ-σέλερ του. Δείτε τι μας είπε.

Σύμφωνα με την περσική μυθολογία, υπάρχει μια μαγική πέτρα που τη βάζεις μπροστά σου και της λες όλα σου τα βάσανα, τους πόνους, όλα σου τα μυστικά... μέχρι που μια μέρα η πέτρα σκάει, εκρήγνυται. Κι εκείνη ακριβώς τη μέρα λυτρώνεσαι.

Στην «Πέτρα της Υπομονής» του Ατίκ Ραχίμι η πέτρα αυτή είναι ο σύζυγος της κεντρικής ηρωίδας. Σε κωματώδη κατάσταση μετά από ένα τυχαίο τραυματισμό, είναι στη φροντίδα της νεαρής γυναίκας του, η οποία αρχίζει και του αποκαλύπτει τα μυστικά της, τους προσωπικούς της πόθους, το πώς εκείνη έχει ζήσει την κοινή ζωή τους, όλα εκείνα δηλαδή που δεν θα τολμούσε ποτέ να του εξομολογηθεί όσο εκείνος μπορούσε να την ακούσει.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του, γεννημένου στο Αφγανιστάν και νυν κατοίκου Γαλλίας, Ραχίμι, το οποίο απέσπασε το μεγάλου κύρους λογοτεχνικό βραβείο Goncourt και έχει μεταφερθεί και στο θέατρο. Μιλήσαμε στον συγγραφέα και σκηνοθέτη για την εμπειρία τού να μεταφέρεις μια δική σου ιστορία σε άλλο μέσο, την έμπνευση πίσω από την ιστορία, και την ανάγκη να αποκτήσουν πλέον τις δικές τους φωνές οι γυναίκες σαν την ηρωίδα του.

Καταρχήν, πώς γεννήθηκε η ιστορία; Λειτούργησε κάποια συγκεκριμένη ιστορία ως έμπνευση;

Η ιστορία ξεκινά το 2005. Εκείνη την περίοδο προσκλήθηκα σε μια λογοτεχνική συνάντηση στη Χεράτ, στα δυτικά του Αφγανιστάν. Αλλά λίγο πριν φύγω δέχθηκα ένα τηλέφωνο που μου ανακοίνωνε ότι η συνάντηση αυτή ακυρώθηκε λόγω του θανάτου μιας Αφγανής ποιήτριας, Νάντια Αντζουμαν. Ήταν πολύ νέα, 25 χρονών και μόλις είχε αποκτήσει ένα παιδί. Πέθανε επειδή την χτύπησε ο σύζυγός της. Ήμουν θλιμμένος ή μάλλον όχι θλιμμένος - επαναστατημένος. Έγραψα μια επιστολή που δημοσιεύθηκε στη Γαλλία. Λίγο καιρό μετά, πήγα στο Αφγανιστάν για να συναντήσω την οικογένεια του θύματος. Αλλά η οικογένεια αρνήθηκε να με συναντήσει, δεν μπόρεσα να τους δω. Στη φυλακή, ο άντρας ήταν σε κώμα, στο νοσοκομείο. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι αν ήμουν γυναίκα, θα έμενα στο προσκέφαλο αυτού του άνδρα για να του διηγηθώ όλα αυτά που μια γυναίκα, η δική του γυναίκα, μπόρεσε να υπομείνει και να υποφέρει.

Αυτό που προκαλούσε έκπληξη, σε αυτό το περιστατικό, ήταν ότι ο σύζυγος ήταν ένας άνθρωπος φωτισμένος, καθηγητής πανεπιστημίου. Ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα. Και συζητώντας το δεξιά και αριστερά έμαθα ότι ήταν η μητέρα της γυναίκας που την είχε πιέσει τον γαμπρό της να την σκοτώσει. Αυτό προκαλεί πολλές ερωτήσεις για την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης. Αρχικά, προφανώς, μέσω της ανοιχτής επιστολής, επαναστάτησα ενάντια σε όλους αυτούς τους φαλλοκράτες, το πατριαρχικό σύστημα και ξαφνικά έμαθα ότι η μητέρα αυτής της γυναίκας είχε εμπλακεί...Μερικά χρόνια πριν, συνέβη μια άλλη τέτοια ιστορία στο Πακιστάν, όπου μια μητέρα βοήθησε τον γαμπρό της να βάλει φωτιά στη σύζυγό του, την ίδια της την κόρη.

Ήμουν σοκαρισμένος από αυτές τις ιστορίες και το 2007 έγραψα την «Πέτρα της Υπομονής» σκεφτόμενος όλα αυτά. Η ιδέα ήταν το να δω το πώς ο άνδρας αυτός γίνεται, χωρίς να το θέλει, η πέτρα της υπομονής για την γυναίκα του. Αυτή η μαγική, θρυλική πέτρα της περσικής κουλτούρας. Από τη στιγμή που τη βρίσκεις, την τοποθετείς μπροστά σου και της εξιστορείς όλες τις δυστυχίες σου, τα μυστικά, τα ανείπωτα...Η πέτρα απορροφά και μια ωραία μέρα σπάει.

Ο άνδρας γίνεται αυτή η πέτρα για την γυναίκα του. Του διηγείται τα πάντα. Το παρελθόν της, τα μυστικά της... Υπήρχε ένα δούναι-και-λαβείν ανάμεσα σε αυτόν τον μύθο και την δραματική πραγματικότητα των γυναικών στο Αφγανιστάν, στο Πακιστάν. Ή οπουδήποτε.. Βέβαια προς έκπληξή μου, μια γυναίκα στη Βραζιλία, που ζει σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, μου είπε ότι αυτή η ιστορία είναι και δική της...

Πώς ήταν η εμπειρία τού να επισκέπτεσαι ξανά μια ιστορία; Σας έδωσε την ευκαιρία να εξερευνήσετε κάτι διαφορετικό ή να δείτε πτυχές της με άλλο μάτι;

Για μένα δεν είναι «στρατηγική» αλλά μια αληθινή καλλιτεχνική προσέγγιση. Μου αρέσει να βλέπω την ίδια ιστορία, την ίδια πραγματικότητα, το ίδιο γεγονός, να αποκαλύπτεται με διαφορετική στήριξη. Ανάμεσα στην εικόνα και τον γραπτό λόγο υπάρχουν διαφορές. Δουλεύοντας το σενάριο, και μετέπειτα την ταινία, παρατήρησα ότι το σινεμά αποκάλυψε μια άλλη πλευρά της ιστορίας, την οποία η λογοτεχνία δεν μπόρεσε να δείξει. Και αντίθετα, η λογοτεχνία άγγιξε πράγματα που το σινεμά δεν μπόρεσε...

Για την ταινία, ανακάλυψα εκ νέου τα πρόσωπα και κατάλαβα γιατί έγραψα το βιβλίο. Αφηγήθηκα το πώς γεννήθηκε η ιστορία, αλλά αυτοί οι χαρακτήρες στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε εμένα και σε σχέση με τους άλλους. Αυτό είναι όμορφο - οι χαρακτήρες είναι, έτσι, σαν ανθρώπινα όντα, ακόμη και αν ζουν μέσα σε σελίδες...

Η διαφορά ανάμεσα στην λογοτεχνία και το σινεμά, είναι παραδείγματος χάριν το ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο των γεγονότων. Όταν στο μυθιστόρημα, έγραψα «Σε κάποιο σημείο του Αφγανιστάν ή αλλού», δεν μπορούσα να κάνω το ίδιο στο σινεμά. Το σινεμά μάς καταδικάζει να μένουμε στην Ιστορία με Ι κεφαλαίο, γιατί βάζουμε τους χαρακτήρες σε ένα δεδομένο χωροχρόνο, μια κουλτούρα, μια κοινωνία - δεν υπάρχει απόδραση από αυτό. Εκεί έγκειται και το πολιτικό στοιχείο του σινεμά, το οποίο είναι πιο πολιτικοποιημένο από την λογοτεχνία.

Το βιβλίο είναι γραμμένο στα γαλλικά και οι διάλογοι της ταινίας στα περσικά. Άλλαξε αυτό κάτι στους διαλόγους; Θεωρείτε ότι ίσως ενίσχυσε τη δύναμή τους;

Επειδή έγραψα το βιβλίο στα γαλλικά, αμέσως μου πρότειναν να το γυρίσω στην ίδια γλώσσα. Αλλά φανταστείτε το στα γαλλικά...Το έγραψα στα γαλλικά για να αντιμετωπίσω κάποια ταμπού σε μια άλλη γλώσσα από τη δική μου, αλλά του έδωσα έναν τίτλο στα περσικά. Ενώ στα άλλα μου έργα, που ήταν γραμμένα στα περσικά, έδωσα γαλλικούς τίτλους. Εκεί, ήταν απαραίτητο να παρέχει το πλαίσιο και να ενισχύσει την αυθεντικότητα της ιστορίας.

Μου ζήτησαν επίσης να γυρίσω την ταινία στα αγγλικά, με μια ηθοποιό όπως την Πενέλοπε Κρουθ. Φανταστείτε...Αυτό τι θα μπορούσε να δώσει; Κάτι το εντελώς γελοίο. Ίσως ένας άλλος σκηνοθέτης θα μπορούσε να κάνει κάτι καλό, αλλά όχι εγώ.

Όχι, η μόνη αξιόλογη λύση θα ήταν τα φαρσί. Η γλώσσα σε ταξιδεύει στην ιστορία, μέσα σε μια τοποθεσία δεδομένη... Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό το πλαίσιο, αυτή η άγκυρα μέσα σε ένα συγκεκριμένο σύμπαν, δεν είναι παγκόσμιο. Αντίθετα! Όσο περισσότερο αυθεντική είναι μια ιστορία, τόσο περισσότερο παγκόσμια είναι. Αν από την αρχή θελήσει κανείς να κάνει κάτι το παγκόσμιο, θα το καταστρέψει. Στη μουσική συμβαίνει το ίδιο: η «world music» δεν έχει ουσία για μένα.

Πάντως, και το αντίθετο υπάρχει - είναι το φολκλόρ, στο οποίο επίσης δεν υπάρχει αυθεντικότητα. Είναι επικίνδυνη περιοχή, πρέπει κανείς να βρει μια καλή ισορροπία, να αποφύγει τις παγίδες της καθολικότητας και του φολκλόρ. Αλλά μόνο αυτή η αυθεντικότητα μάς φέρνει στο βάθος των όντων. Και όταν μιλούμε για κάθε μικρό ον, μιλούμε για τον Άνθρωπο, για την ανθρωπότητα. Βέβαια, η ταινία ήταν ένα μέσο για να μεταφράσω το βιβλίο μου στα περσικά!

Είναι μια εντυπωσιακή ιστορία κυρίως επειδή μια Αφγανή γυναίκα ορίζεται από τη δική της ιστορία και όχι των άλλων - είναι το δικό της άτομο, και από τους μονολόγους της βρίσκουμε ότι έτσι ήταν πάντοτε, ακόμη κι αν οι γύρω της δεν το πρόσεχαν. Ήταν αυτό ένα επιπλέον βάρος; Το να πρέπει να εκπροσωπήσετε όλες τις Αφγανές κατά κάποιον τρόπο, αν και αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να κάνει η ταινία σας;

Καταρχήν, δεν είμαι κοινωνιολόγος ή εθνολόγος ή φεμινιστής ή σεξιστής! Αυτό που διηγούμαι είναι η ιστορίας ΜΙΑΣ γυναίκας. Αντιπροσωπεύει εκείνη όλες τις Αφγανές γυναίκες; Δεν ξέρω. Είναι μια γυναίκα που φαντάστηκα, μια Αφγανή που θα ήθελα πολύ να συναντήσω στη χώρα. Είναι ένας χαρακτήρας που ονειρεύομαι!

Από την άλλη, έχω λίγο κουραστεί να ακούω ότι οι Αφγανές γυναίκες είναι καταπιεσμένες, διεγραμμένες...Έχουμε την εντύπωση ότι δεν υπάρχει ως ον, δεν έχει προσωπικότητα, δεν έχει επιθυμίες. Αλλά προσοχή: αυτή η γυναίκα, κατατρεγμένη και ακυρωμένη από την κοινωνία, είναι στο βάθος όπως όλες οι γυναίκες του κόσμου. Έχει ένα σώμα, αυτό το σώμα έχει επιθυμίες, όνειρα, φαντασιώσεις.

Ήθελα εξίσου να δείξω τη δύναμη των γυναικών κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αν, κατά τη διάρκεια του αφγανο-σοβιετικού πολέμου, οι μουτζαχεντίν ήξεραν το πώς να πολεμήσουν ενάντια στον Κόκκινο Στρατό, είναι χάρη στις γυναίκες. Τις ξεχνάμε συχνά, τις αφορίζουμε. Χωρίς αυτές, όμως, δεν θα ήξεραν τίποτα. Προσπάθησα, κατά κάποιον τρόπο, να δείξω το πόσο σημαντικές είναι οι γυναίκες, την προσωπικότητά τους και τις θέσεις τους. Σε όλους τους πολέμους, οι γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα, με τα παιδιά και τους ηλικιωμένους, αυτές που δεν μπορούν να πολεμήσουν, αυτές που φέρουν την αγάπη. Από τη μια, η γυναίκα είναι καταδικασμένη, δεν έχει το δικαίωμα να υπάρχει. Και από την άλλη, είναι ιερή.

Πόσο δύσκολο ήταν να σκεφτείτε σαν γυναίκα, και μάλιστα μια γυναίκα που σπανίως εκφράζεται;

Δεν μπορούσα να μπω στη θέση της - εκείνη ήρθε σε μένα για να μιλήσω για αυτήν και τις πληγές της. Ήθελα την αφήγησή μου να έχει μια ζαλισμένη ματιά, να είναι κάπως «παράλυτη» σαν τον σύζυγο. Δεν τη ψυχολογεί, δεν την αναλύει, καταγράφει ό,τι βλέπει και ακούει. Μιλά για αυτήν, όσο πιο κοντά της μπορεί.

Αλλά δεν την κάνω να μιλά, ο αφηγητής δεν επεμβαίνει σε αυτό το επίπεδο. Εκείνη ξανα-βρίσκει τη φωνή της. Στην αρχή, τα πρώτα της λόγια είναι αυτά μιας προσευχής που απαγγέλει και τίποτα άλλο. Σιγά-σιγά υπάρχει μια κάποια εξέγερση, λόγια και σκέψεις γίνονται το ίδιο, δεν μπορούμε να τα διαxωρίσουμε, προέρχονται από την ίδια κίνηση. Αλλά όσον αφορά το συναίσθημα, αυτό είναι κάπως διαφορετικό: αυτό που αισθάνεται, έρχεται πρώτο και μετά προσπαθεί πάνω-κάτω να εκφράσει με λέξεις τα συναισθήματά της. Η λογοτεχνία είναι το βάζεις λέξεις σε συναισθήματα και επιθυμίες.

Το να ζει κανείς στο εξωτερικό, εξορία ή όχι, προσφέρει μια απαραίτητη απόσταση για να παρατηρήσει και να ζυγίσει κανείς την πατρίδα του από μακριά. Αισθάνεστε, όμως, ποτέ νευρικότητα για το αν μπορείτε να συλλάβετε την αλήθεια της από μακριά; Η νοσταλγία επιτείνει κάποιες αναμνήσεις και μεταμορφώνει την αντίληχη. Αν ήμουν στο Αφγανιστάν, δεν θα είχα την ίδια αντίληψη για τους χαρακτήρες μου. Η αναμονή δεν θα είχε νόημα. Εκεί η διάρκεια του χρόνου που περνά, η σκόνη, είναι μέρος της ζωής. Χωρίς απόσταση δεν μπορείς να τους δώσεις νόημα, δεν μπορείς να τους διαχωρίσεις και να καταλάβεις την πραγματικότητα που αντικατοπτρίζουν. Από μακριά, όλα παίρνουν μια μορφή - μπορείς να δεις τις λεπτομέρειες και τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά των πραγμάτων. Αυτό είναι ο λόγος που πιστεύω ότι η εξορία είναι, όπως είπε ο Μορίς Μπλανσό, «μία κίνηση στην σωστή κατεύθυνση». Στην εξορία αποκαλύπτεσαι στον εαυτό σου. Είναι κάτι το θετικό.

Βίωσα πολλές εσωτερικές αντιφάσεις, ένα είδος σχιζοφρένειας, ανάμεσα στον Ατίκ Ραχίμι που έμεινε και σε εκείνον που έφυγε. Ο Οβίδιος έλεγε: «Η εξορία είναι το να αφήνεις το σώμα σου πίσω». Αλλά εγώ θα έλεγα ότι αφήνεις πίσω το παρελθόν, το πνεύμα σου, ενώ το σώμα συνεχίζει, πάει κάπου αλλού. Η εξορία είναι ταυτόχρονα η ακούραστη περιπλάνηση του σώματος και ο κατακερματισμός, η καταστροφή, ο ακρωτηριασμός του σώματος αυτού. Όταν είμαι στη Γαλλία, είμαι ένας Αφγανός εξόριστος. Όταν είμαι στο Αφγανιστάν, είμαι ένας Γάλλος εξόριστος. Όταν αφήνεις την γενέτειρά σου και βρίσκεις καταφύγιο σε μια άλλη κουλτούρα, άλλο πολιτισμό, άλλη γλώσσα, ό,τι κάνεις για να προσαρμοστείς σε αλλάζει και σε απομακρύνει από τον τόπο καταγωγής σου.

Γιατί, επιπλέον, η χώρα σου έχει επίσης αλλάξει στο ενδιάμεσο, έχει προχωρήσει σε άλλη κατεύθυνση από εσένα. Είναι σαν να πηγαίνεις σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις και η ενδιάμεση άβυσσος εκτείνεται και διπλασιάζεται σε μέγεθος. Μια πραγματική επιστροφή είναι αδύνατη. Είναι μια φανταστική επιστροφή. Οπότε μένει να δημιουργήσεις την πατρίδα σου αλλού. Δεν ξέρω πού. Ίσως στα βιβλία;

Η «Πέτρα της Υπομονής» κυκλοφορεί στις αίθουσες - διαβάστε εδώ την κριτική του cinemag.gr