ΑΘΗΝΑΙΣ: Κραουνάκης, Παπίου (Αριστούργημα)

11.02.2005
Με ένα λευκό φως σαν τρύπα σιωπής στις ασυνόδευτες νότες του μπουζουκιού άρχιζε αυτή η παράσταση. Κι όσο το φως καίει τον αέρα γύρω της η Δήμητρα Παπίου τραγουδώντας ή σπαράζοντας αλλάζει σχήματα γυναίκας. Γίνεται ξετσίπωτη πριν ξαναγίνει Παναγία. Γίνεται μάνα πριν ξαναμείνει μόνη. Πέφτει εννιά φορές πριν ξανασηκωθεί τις δέκα. Θες να σου πω για την παράσταση; Άκου λοιπόν..

ΠΡΙΝ ΠΑΣ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210-34.80.000
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Καστοριάς 34-36, Βοτανικός
ΗΜΕΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Κάθε Τετάρτη
ΕΝΑΡΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: 21:00
ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ: Μία ώρα και κάτι λεπτά

ΤΙΜΕΣ
Εισιτήριο: 25 ευρώ
Φοιτητικό: 20 ευρώ

Ημουν κι εγώ εκεί...
Με ένα λευκό φως σαν τρύπα σιωπής στις ασυνόδευτες νότες του μπουζουκιού άρχιζει αυτή η παράσταση.
Και μέχρι να τελειώσει, έκθαμβα τα μάτια μου το βλέπουν να μεταλλάσσεται από φωτοστέφανο σε σεληνόφως κι από σύννεφο ακαμάτρας σκόνης σε καμένο περίγραμμα γυναίκας από παλιά φωτογραφία.
Κι όσο το φως καίει τον αέρα γύρω της η Δήμητρα Παπίου τραγουδώντας ή σπαράζοντας αλλάζει σχήματα γυναίκας. Γίνεται ξετσίπωτη πριν ξαναγίνει Παναγία. Γίνεται μάνα πριν ξαναμείνει μόνη. Πέφτει εννιά φορές πριν ξανασηκωθεί τις δέκα.

Δήμητρα Παπίου: το περίγραμμα μιας μισόγυμνης γυναίκας που γεμίζει με τις φωνές δεκάδων γυναικών.
Μια Εικόνα γυναίκας που τεντώνει τα χέρια στο πλάι μέχρι να λάμψουν όλες οι ουλές απ’ τα καρφιά της, κι ύστερα τα απλώνει πάλι εμπρός και τ’ αφήνει, τυφλά κι αχόρταγα, να ζητιανεύουν μια μερίδα ηδονής ή να καταζητούν το νταβατζή τους στο σκοτάδι.
Χίλια γυναικεία πρόσωπα πέρασαν κάτω από τις μαχαιριές αυτού του λευκού προβολέα που τις λύγιζε και τις τεμάχιζε σε χίλια κομμάτια τη φορά.
Μια ώρα αργότερα κι αφού είχα ταλαντευτεί μέσα στο ίδιο μου το αίμα όσο να ζαλιστώ, είχανε παρελάσει όλες: φίλες, μαμάδες, γκόμενες, Μαγδαληνές και φιλήδονες μούσες ζωγραφισμένες πάνω σε ανάκλιντρα.
Σπιτωμένες, κάργες, πουτάνες, παστρικιές, ανοργασμικές, ατάιστες και παρθένες σε εικονίσματα με βρέφη στην αγκαλιά. Οι γυναίκες του Κραουνάκη.. .

Ολες οι γυναίκες που ξέρω κι όλες οι γυναίκες που είμαι
Για να σου μιλήσω γι’ αυτό που είδα χτες στην Αθηναΐδα, θα μπορούσα να γράψω τα λόγια που άκουσα από έναν κύριο μετά το τέλος της παράστασης. «Αυτή», είπε, «είναι μία παράσταση φτιαγμένη από κάποιον που λατρεύει τις γυναίκες".
Και θα ήταν σωστό, γιατί και τέτοιος είναι ο Σταμάτης Κραουνάκης.

Εγώ όμως είμαι γυναίκα και μέσα στο λευκό φως θαύματος που έχει κλείσει την τραγουδίστρια ο Κραουνάκης φέτος, δεν είδα αυτόν τον άντρα που είπε ο κύριος.
Είδα όλες τις γυναίκες που ξέρω κι όλες τις γυναίκες που είμαι.

Είδα την Παπίου με το μαύρο κομπινεζόν και τα εκκωφαντικά τσόκαρα να καταφθάνει από τα σκοτάδια των παιδικών μου χρόνων κι "έτσι λευκή κι απρόσιτη ν’ ατμίζεται μες στη λευκή της φλόγα", και να γίνεται η μάνα μου.
Η μάνα που άφησε έναν άντρα να της ασπρίσει τα μαλλιά στα τριάντα της και χρειάστηκε να περιμένει άλλα πενήντα χρόνια μέχρι να ασπρίσει κι η καρδιά της.
Αν ασπρίζουν ποτέ οι καρδιές των ψυχών.

Είδα την κυρία Λούλα, τη γειτόνισσά μας, με το άδειο κορμί της σκυμμένο κάθε πρωί πάνω από την κατσαρόλα με τα γεμιστά, να χάνει μες στο λευκό ατμό την κουτάλα και να κοιτάζει το μωρό που κράταγε στα άδεια χέρια της.
Την κυρία Λούλα που δε συγχώρησε ποτέ το Θεό για εκείνο το νανούρισμα που δεν της έδωσε να πει.

Ξαναείδα και τη Μαρίτσα με τα φλογερά μπούτια, που στα είκοσί της η γειτονιά την έλεγε πουτάνα.
Την ξαναείδα στα πενήντα της να θέλει να συρθεί, Θεέ μου, σα σκυλάκι πίσω από μια ακόμη τρέλα.
"Λάθος πάθος", έλεγε κάθε ξημέρωμα η Μαρίτσα και με δυο λέξεις κι ένα τίναγμα του σεντονιού έσβηνε τον χτεσινό περαστικό.
Μετά ξάπλωνε στο κουτσό μπαουλοντίβανο του χολ, άκουγε ράδιο, «Θέλω στα μπουζούκια απόψε να με παάς", και περίμενε το βραδάκι για να ξαναπιάσει να γράφει με το κόκκινο κραγιόν της όλη τη γειτονιά κι όλες τις καριόλες που ζήλευαν τον εξευτελισμό της.
"Τα ‘χα μ’ έναν παντρεμένο
Έναν άντρα μερακλή
Μ’ αγαπούσε το καημένο
Έλιωνε μες στο φιλί

Κάτι Κυριακές το χρόνο
Άμα έχει ξαστεριά
Φτάνει σαν το δολοφόνο
Φεύγει μ’ άδεια την καρδιά

Χάδια, φιλιά, κορμί του έδινα
Στα γιασεμιά μου τον κατέδινα"

Κι αυτή εκεί, η ερωμένη που έμαθε να ζει με πιο λίγο απ’ το λιγότερο, πλέκοντας για να περνάει η ώρα κάτι ολόκληρο που δεν το γνώρισε ποτέ. Ήμασταν κάποτε συμμαθήτριες, την κλαίω χρόνια.

Οι γυναίκες ενός προσκυνητή
Μαύρο γύρω-γύρω κι αυτό το λευκό φως σα βαριά, ξεσηκωμένη σκόνη να σκεπάζει τις γυναίκες που ανασαίνουν μέσα στο κομπινεζόν-σώμα της Δήμητρας Παπίου.
Ένα τίποτα το ντεκόρ, ολόκληρη ζωή κάθε μία από εκείνες.
Γυναίκες με τα πόδια ανοιχτά, υγρές ή ματωμένες. Γυναίκες που ανεμίζουν μαντίλια στον παραμικρό ήχο απομάκρυνσης. Χάρτινο το φεγγαράκι, πριονισμένα σώματα, άδειες μήτρες, χάρτινο το φεγγαράκι, μια ζωή χήρες οι στιγμές.
Κι έρχονται κάποια στιγμή κι εκείνες «οι μέρες που δικάζουν» -ένοχες οι κατηγορούμενες.
Σκρόφες, σκυλούδες της δραχμής, πόρνες, φτηνές καμπαρετζούδες, βραχνές κακοχυμένες άθλιες κότες.
Βουβές, σκυφτές, ένοχες. ααααααααααααΑ!!
Μόνες.
"Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι
Σαν το ξεχασμένο στάχυ
Ο κόσμος γύρω άδειος κάμπος
Κι αυτοί στης μοναξιάς το θάμπος
Όπως του πελάγου οι βράχοι
Άνθρωποι μονάχοι"

Κορίτσια κλαράκια που διαφορετικά ψάχνουν το καθένα, κι όλα το ίδιο βρίσκουν.
Κοπέλες με το ίδιο σίδερο στο χέρι να πατάνε την ίδια πιέτα κάθε απόγευμα.
Γυναίκες-παζλ που ένας Χριστιανός δε βρέθηκε να ενώσει τα κομμάτια τους, κι αχ βρε παλιομισοφόρια, τι τραβάν για σας τ’ αγόρια, τι τραβάν για σας τ’ αγόρια...
Αυτές είναι οι γυναίκες του Κραουνάκη που σου ‘χουν κλεισμένο ραντεβού κάθε Τετάρτη για να σου εξιστορήσουν τα μέσα δάκρυά τους.
Κάθε Τετάρτη στις εννιά παρών και ο συνθέτης που τρεις λατρεύει και χίλιες προσκυνά.
Τον είδα: τη μια στιγμή γονατισμένο ευλαβικά μπροστά στο εικόνισμα με το λευκό φως γύρω από το πρόσωπό της και την αμέσως επόμενη ξαπλωμένο μπρούμυτα, χούλιγκαν-πιτσιρικά με το μισό μάτι πίσω από τα πειραχτήρια δάχτυλα να γελάει για το λευκό τρίγωνο της κυλόττας που πρόλαβε να δει κάτω από τη φούστα πριν τον αρπάξει η μάνα από τ’ αυτί.

"Θέλω στα μπουζούκια απόψε να με παάς...
Κι όταν γυρνούμε στο σπίτι την αυγή
να μ’ αγκαλιάζεις μ’ αγάπη και στοργή
μες στα φιλιά σου ο καημός μου να πνιγεί
και όπου βγει, και όπου βγει... "

Το συγκεκριμένο Τσιτσάνειο «βγαίνει» σε ένα κουαρτέτο για τρία ανδρικά σώματα κι ένα γυναικείο -στο πάτωμα. Μουσική δωματίου για κορμιά που διεκδικούν ένα μεγάλο φαγοπότι, σα δε ντρέπονται.
Μη σηκώνεσαι. Δε θα προλάβεις.
Γιατί όπου να ‘ναι βγαίνει η Ζανέτα να απλώσει στην ταράτσα και πρόσεξε γιατί πετάει μπουγαδόνερα.
«Σ’ αγάπησα ρε μασκαρά/ κι ας μ’ έβλεπες για κουμπαρά". Εδώ, κρεμασμένη απ’ το απέναντι σκοινί, στεγνώνει κάθε τόσο κι «εκείνη η μπλούζα μου η παλιά που πάνω σου είχε κρεμαστεί».
«Κι έχω μια λύπη σα θυμό», λέει.
Ακίνδυνος δήλωσες, αλλά και ποιος σε πίστεψε;
"Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος
Μια χούφτα οδύνης
Δεν είσαι ακίνδυνος για ό,τι δίνεις"

Χάρτινο το φεγγαράκι αλλά για να ξηγιόμαστε μαγκιόρικα και πιο μέγκλα, χαρταετέ μου: «Η κάθε αγάπη πάντα
Κάπου σου το ‘χει φυλαγμένο το φαρμάκι».

Γυναίκας στίχος και αυτός.

Τελικά αξίζει να πάω;
Κάθε Τετάρτη στις εννιά πρέπει να πηγαίνεις γιατί ετούτα είναι ραντεβού αμαρτωλά κι "είναι αμαρτία να μη ζεις την αμαρτία της ζωής", όπως λέει και ένας άλλος ποιητής.
Την επόμενη Τετάρτη πρέπει να πας γιατί αυτή η παράσταση είναι ένα από εκείνα τα αριστουργήματα που μόνο ο μεγαλοφυής Κραουνάκης ξέρει να σκαλίζει πάνω στα σώματα και στις καρδιές.
Συγκλονιστική παράσταση φτιαγμένη από θηλυκά πρώτης τάξεως υλικά.
Κάθε Τετάρτη, αν είσαι γυναίκα, και την ίδια μέρα, αν είσαι από αυτούς που τις λατρεύουν.

ΠΑΙΖΟΥΝ:
Δήμητρα Παπίου: μια γυναίκα που ετοιμάζεται να βγει το βράδυ
(Να μην ξεχάσω να σημειώσω ότι η φωνή της Δήμητρας Παπίου φέτος είναι αλλαγμένη, πιο καθαρή, πιο ακριβής και τονικά πιο σταθερή. Αποτέλεσμα πολλής δουλειάς άκουσα, και γι’ αυτό της αξίζει ένα μπράβο).
ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Χρίστος Θεοδώρου: πιάνο.
Γιάννης Χριστοδουλόπουλος: αρμόνιο, κρουστά, μπαγλαμά.
Νίκος Ασλάνης: μπουζούκι.
ΑΝΔΡΕΣ:
Στέλιος Καρπαθάκης, Γιάννης Καραλής, Χρήστος Μουστάκας Άριστα δέκα και στους τρεις.
ΦΩΤΙΣΜΟΙ:
Κατερίνα Μαραγκουδάκη (άριστα δέκα και πόσα μπράβο να γράψω που δεν χωράνε;)
ΤΟ ΦΟΥΣΤΑΝΙ ΣΧΕΔΙΑΣΕ:
Ο Τάκης Χατούπης (εξαιρετικά ‘ευρηματικό’ και όμορφο ρούχο)

Σημείωση:
Το κείμενο αυτό περιέχει στίχους Ελλήνων ποιητών (ολόκληρους ή παραποιημένους) άνευ των οποίων η υποφαινόμενη δεν θα είχε καταφέρει να αποδώσει την ουσία αυτής της παράστασης.


ΓΡΑΨ’ ΤΟ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑ-ΥΠΟΓΡΑΨΩ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΩ
Πριν από τρία περίπου χρόνια είχα γράψει ότι ο Σταμάτης Κραουνάκης είχε καταλάβει μία θέση στο προσωπικό μου πάνθεον των μεγάλων συνθετών που αγαπάω και θαυμάζω.
Τον είχα βάλει να κάθεται παρέα με τον Τσιτσάνη, το Βέρντι, τον Χατζιδάκι, τον Μάρκο, τον Σαββόπουλο, τον Μπρασένς, την Κάλλας και δε θυμάμαι ποιους άλλους από αυτούς τους δημιουργούς που εδώ και πολλά χρόνια αλλάζουν τη ζωή και την ψυχή μου με τα έργα τους.
Φέτος θέλω να τον βάλω να κάθεται σε μία από τις πρώτες σειρές του αμφιθεάτρου των αγίων μου.

Όχι γιατί επιθυμώ να βουτήξω μέσα σε συγκρίσεις και αντιπαραθέσεις με τους σύγχρονούς του -έτσι κι αλλιώς άλλο κεφάλαιο, εντελώς ιδιαίτερο και ξεχωριστό είναι πάντα ο κάθε δημιουργός.
Θέλω όμως να μην είμαι κι εγώ μία ακόμη από όλους όσοι περιμένουν να φύγει από τη ζωή ο όποιος μεγαλοφυής καλλιτέχνης για να του αναγνωρίσουν τα βάθη, τα μήκη και τα πλάτη του.

Τα κάμποσα χρόνια που κάνω αυτήν την άχαρη δουλειά, έχω προσπαθήσει να είμαι όσο πιο ειλικρινής και θαρραλέα μπορώ, να λέω αυτό που νιώθω και να γράφω δημόσια ό,τι συζητάω ιδιωτικά με τους πιο κοντινούς μου φίλους.

Ακούω λοιπόν δημόσια σιωπή για την περίπτωση Κραουνάκη από τους συναδέλφους του (και μου), ακούω και κακίες από τους πιο ατάλαντους από αυτούς.
Και θυμώνω.
Γιατί τα ίδια τράβηξε και ο Χατζιδάκις, τα ίδια και η Κάλλας (μέχρι να φύγει απ’ την Ελλάδα), τα ίδια και τα ίδια όλοι, έλεος.

Το γράφω λοιπόν ξανά (γιατί όταν κάνει κάποιος τη δική μου δουλειά την οφείλει πάντα στη συνείδησή του αυτήν την επιλογή της μη-σιωπής). Το γράφω για να το ξανα-υπογράψω και να τελειώνω..
Ο Σταμάτης Κραουνάκης είναι μια πολύ ξεχωριστή περίπτωση ιδιοφυούς δημιουργού με απέραντα βάθη, αμέτρητα μήκη και θεία ταλέντα.
Διαφωνείς; Δεν έχεις παρά να το δηλώσεις δημοσίως.
Αλλά πάψε, επιτέλους, να το ψιθυρίζεις σαν κότα με το κεφάλι μέσα στην τρύπα της στρουθοκαμήλου.

Γεωργία Λαιμού.
Ησουν κι εσύ εκεί; Πες μου τι είδες μ' ένα mail...: [email protected]