Ο αγαπημένος σόουμαν μίλησε στον Αλκίνοο Μπουνιά και στην Espresso για τη ζωή του και την καριέρα του, αρχίζοντας από τα δύσκολα παιδικά χρόνια, τα οποία πέρασε σε ορφανοτροφεία της Φλώρινας, και φτάνοντας στις μεγάλες δόξες του, όταν χόρευε και τραγουδούσε πλαισιωμένος από τις αδελφές Γαρμπή σε μεγάλες πίστες.
Με αυτό το λουκ δεν φοβόσουν μη σε πουν ομοφυλόφιλο;
Ας λέγανε. Με ρωτούσαν πολλοί: «Τι ρόλο παίζεις; Είσαι αδελφή; Βλέπουμε να αγκαλιάζεις γυναίκες, το ίδιο κάνεις και με τους άντρες». Κι εγώ τους έλεγα: «Ανακαλύψτε μόνοι σας τι είμαι. Εγώ είμαι αυτό που βλέπετε τώρα μπροστά σας».
Ποτέ δεν έχω πει σε κανέναν τι ρόλο παίζω... Πάντως πιστεύω ότι η επιτυχία του τραγουδιστή είναι να τον ερωτεύονται και γυναίκες και άντρες.
Ετυχε κάποιος από τους άντρες θαυμαστές σου να σου την πέσει;
Πολλοί! Ειδικά πάνω στα μεθύσια τους. Αλλά και από θαυμάστριες είχα ακραίες αντιδράσεις. Μία γυναίκα μού δάγκωσε τη γλώσσα πάνω στην πίστα και κόντεψε να μου την κόψει! Ασε τα δώρα που μου έχουν κάνει. Από γούνες και χρυσαφικά μέχρι αυτοσχέδια κολιέ φτιαγμένα από γαρδένιες και χιλιάρικα που μου τα φορούσαν στον λαιμό όταν τραγουδούσα.
Πώς βλέπεις τα γεράματά σου;
Ποια γεράματα; Και τώρα γέρος είμαι (γέλια)! Είμαι 69 χρονών. Κοίτα, εγώ δεν θα γεράσω ποτέ.
Παλιά είχα βγάλει ένα τραγούδι «Η Βουγιουκλάκη και ο Φλωρινιώτης δεν θα γεράσουν ποτέ», αλλά το απέσυρα για να μην παρεξηγηθεί η Αλίκη.
Διαβάστε πού και πότε επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν - 3 φορές!
Τον φοβάσαι τον θάνατο;
Οχι, δεν τον φοβάμαι. Και νομίζω πως θα ζήσω πολλά χρόνια. Αυτό είναι το κακό... (γέλια). Πάντως έχω βρεθεί τρεις φορές κοντά στον θάνατο και τη σκαπούλαρα.
Από αρρώστιες ή από ατυχήματα;
Από απόπειρες δολοφονίας! Πήγαν να με σκοτώσουν. Την πρώτη φορά ήταν όταν είχα πρωτοπάει στο Τορόντο του Καναδά. Είχαν βάλει μπράβους από αντίπαλα μαγαζιά που δεν είχαν δουλειά, σε αντίθεση με το κέντρο στο οποίο τραγουδούσα, ώστε να με σκοτώσουν και να με πετάξουν στη λίμνη. Ευτυχώς παρενέβησαν ο μαέστρος και η τότε παρτενέρ μου και ξέφυγα από το αυτοκίνητο, στο οποίο πήγαν να με μπουζουριάσουν. Τρόμαξα τόσο, που τότε είχα αποφασίσει ακόμη και να σταματήσω το τραγούδι.
Τη δεύτερη φορά ήταν με έναν γνωστό επιχειρηματία νυχτερινού κέντρου, που πήγε να μου κόψει τον λαιμό με ένα σπασμένο τζάμι, επειδή κατέβαινα στα τραπέζια και μιλούσα με τους πελάτες. Το περιστατικό έγινε παρουσία των αδελφών Γαρμπή και, αν η Λιάνα δεν έβαζε φωνή και η Καίτη δεν λιποθυμούσε για να του αποσπάσουν για λίγο την προσοχή και να του ξεφύγω, θα με είχε σφάξει. Την τρίτη φορά ένας νεαρός με παρακάλεσε να πάω να δω τη μητέρα του, που τάχα ήταν βαριά άρρωστη και ήθελε να με γνωρίσει πριν πεθάνει γιατί ήταν φανατική θαυμάστριά μου.
Ομως, όταν μπήκα στο αυτοκίνητό του για να πάμε στο σπίτι της, διαπίστωσα πως ήταν ναρκομανής! Μέχρι να φτάσουμε, άρχισα να του λέω πως είμαι διατεθειμένος να τον πάω να κάνει αποτοξίνωση, ακόμη και να του βρω δουλειά σερβιτόρου, γιατί, πραγματικά, ήταν καλό παιδί. To ότι του μίλησα με αυτόν τον ωραίο και ανθρώπινο τρόπο τον έκανε να μου αποκαλύψει στη συνέχεια πως δεν υπήρχε μάνα και κάποιοι τον είχαν βάλει για να με ληστέψει και να με σκοτώσει! «Είσαι ο μόνος άνθρωπος που μου μίλησε τόσο ωραία. Σήκω και φύγε μην το μετανιώσω» ούρλιαζε κρατώντας στιλέτο. Εφυγα τρέχοντας!