Καταπληκτικό κονιάκ

31.08.2011

Το κονιάκ πίνεται σε ποτήρια με κοντή κολόνα και κάλυκα μεγάλης διαμέτρου, που κλείνει προς τα πάνω. Το σχήμα αυτό ευνοεί το «άνοιγμα» του αρωματικού μπουκέτου του, αλλά διευκολύνει και το ζέσταμα του αποστάγματος με το κατάλληλο κράτημα του ποτηριού.

Tο κονιάκ (Cognac) είναι γαλλική «υπόθεση». Eτσι, μπορεί να ονομάζεται αποκλειστικά το προϊόν απόσταξης λευκού κρασιού που παράγεται σε οριοθετημένη περιοχή της Γαλλίας (στο κέντρο της δυτικής πλευράς της) γύρω από την πόλη Κονιάκ, από σταφύλι των αμπελώνων της, οι οποίοι ξεκινούν από τον Ατλαντικό Ωκεανό και εκτείνονται προς το κέντρο της χώρας, εκατέρωθεν του ποταμού Charente. Το κονιάκ ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μπράντι του κόσμου (τα υπόλοιπα, δηλαδή, προϊόντα απόσταξης κρασιού) λόγω των ειδικών συνθηκών των σταδίων παραγωγής του και της συγκεκριμένης περιοχής όπου παράγεται (έδαφος, κλίμα, ανθρώπινες παραδόσεις κ.λπ.).

Αρχικά, όλα γίνονται όπως και στην παραγωγή κρασιού. Το κλίμα της περιοχής, που επηρεάζεται από τη γειτνίαση με τη θάλασσα και το ποτάμι, παρέχει μοναδικές συνθήκες στον αμπελώνα της, που είναι φυτεμένος σε λοφοπλαγιές με ασβεστολιθικό έδαφος. Πολύ γενικά, η ποσότητα κιμωλίας σε αυτό επηρεάζει την ποιότητα σταφυλιού - κρασιού - κονιάκ (όσο μεγαλύτερη τόσο καλύτερα). Οι ποικιλίες αμπέλου που χρησιμοποιούνται σήμερα καθιερώθηκαν τον 20ό αιώνα. Οι κυριότερες είναι οι Ugni blanc (Trebbiano) Folle blanche και Colombard. Το κρασί που προκύπτει είναι αρκετά όξινο, μάλλον ουδέτερο αρωματικά και έχει χαμηλό αλκοολικό βαθμό.

Στη συνέχεια, πραγματοποιείται διπλή απόσταξη σε ασυνεχείς χάλκινους αποστακτήρες συγκεκριμένου σχήματος, με την κατάλληλη διαχείριση, που βασίζεται στην πατίνα αιώνων γνώσης.

Ακολουθεί παλαίωση σε δρύινα γαλλικά βαρέλια 350-400 λίτρων, συνήθως καινούρια για τους πρώτους μήνες και έπειτα παλαιότερα, όπου το απόσταγμα μένει έως και δεκαετίες. Η δε ανάμειξη είναι μια εμπειροτεχνική διαδικασία υψηλότατων αξιώσεων, που απαιτεί από τους ειδικούς ταλέντο, πείρα και εμπειρία, με σκοπό τη σταθερότητα των προϊόντων κάθε φίρμας.

Περιοχές και γεύση
Οι κυριότερες υποπεριοχές παραγωγής κονιάκ είναι οι Grand Champagne, Petit Champagne (που δεν έχουν καμία σχέση με τη σαμπάνια και τη συνώνυμη περιοχή παραγωγής γαλλικών κρασιών), Borderies, Fins Bois, Bons Bois και Bois Ordinaires. Θεωρητικά, οι πρώτες δύο δίνουν τα καλύτερα αποστάγματα, με φινέτσα, λεπτά αρώματα και δυνατότητα μακράς παλαίωσης, η τρίτη δίνει μάλλον πιο ογκώδη κονιάκ, με κάπως βαρύτερα αρώματα και η τέταρτη αποστάγματα που παλαιώνουν πιο γρήγορα και έχουν πιο φρουτώδη χαρακτήρα. Ωστόσο, τεράστιο ρόλο παίζουν οι διάφορες ζώνες μέσα σε καθεμία από αυτές τις υποπεριοχές όπως και η απόσταξη, η παλαίωση και η ανάμειξη. Η παλαίωση στο βαρέλι καθιστά το απόσταγμα ηπιότερο και πιο πολύπλοκο, αλλά έχει το τίμημα της εξάτμισης μεγάλης ποσότητας κονιάκ, γνωστής ως «μερίδιο των αγγέλων».

Eνδείξεις στην ετικέτα
V.S. (Very Special): Το νεότερο από- σταγμα του χαρμανιού έχει υποστεί παλαίωση για τουλάχιστον δυόμισι χρόνια σε βαρέλι.

V.S.O.P. (Very Special ή Superior Old Pale): Το νεότερο απόσταγμα του χαρμανιού έχει υποστεί παλαίωση για τουλάχιστον τεσσεράμισι χρόνια σε βαρέλι.

NAPOLEON, X.O. (Extra Old), Extra, Hors d’Age, Tres Vieux, Reserve, κ.ά.: Το νεότερο απόσταγμα έχει υποστεί παλαίωση για τουλάχιστον εξίμισι χρόνια σε βαρέλι.

Ανεξαρτήτως ένδειξης, ο μέσος όρος ηλικίας των αποσταγμάτων είναι συνήθως κατά μερικά ή πολύ περισσότερα χρόνια μεγαλύτερος, φτάνοντας τις αρκετές δεκαετίες. (Αναφερόμαστε σε χρόνια εντός βαρελιού, αφού -αντίθετα με το κρασί- τα κονιάκ και τα άλλα «σκληρά» οινοπνευματώδη, αφού εμφιαλωθούν, δεν εξελίσσονται.)

APΓYPHΣ KAΛΛIANIΩTHΣ