Χωρίς το παραμικρό χειροκρότημα έγινε σήμερα το πρωί η δημοσιογραφική προβολή του «Ρομπέν των Δασών» του Ρίντλεϊ Σκοτ με τον Ράσελ Κρόου και την Κέιτ Μπλάνσετ. Όχι και τόσο άδικη αντίδραση για μια ταινία που ολοένα θυμίζει κάτι άλλο: «Μονομάχο» στην αρχή, «Braveheart» λίγο αργότερα, «Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν» στο νορμανδικό φινάλε με την μεσαιωνική στρατιωτική απόβαση.
Μόνο τυπικό Ρομπέν των Δασών δεν θυμίζει αυτός ο «Ρομπέν» του Σκοτ, που υποτίθεται ότι στοχεύει στην αληθινή ιστορία που δημιούργησε τον θρύλο.Κακή ταινία δεν θα την πεις ούτε και βαρετή -αν και το μεσαίο σαραντάλεπτο θα μπορούσε άνετα να λείπει. Αναμφίβολα όμως δεν συγκαταλέγεται στις μεγάλες ταινίες ενός σκηνοθέτη που ξέρει να ανεβαίνει πολύ ψηλά («Αλιεν», «Blade Runner», «Θέλμα και Λουίζ», «Μονομάχος»).
Η αρχή λοιπόν τοποθετείται στο 1199, όταν ο δίκαιος Άγγλος Βασιλιάς Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης για να τον διαδεχτεί ο ανίκανος και ανυπόληπτος Ιωάννης.
Σύμφωνα με την άποψη που ενστερνίζεται ο Σκοτ, ο Ρόμπερ Λόνγκστράιντ (μετέπειτα των Δασών) ήταν στρατιώτης στη Σταυροφορία του Ριχάρδου. Μια σειρά από παρεξηγήσεις τον έφεραν στο κτήμα του σερ Λόξλεϊ (Μάξ φον Σύντοφ) και στην αγκαλιά της Μάριον (Μπλάνσετ) σε μια ταραγμένη περίοδο όπου ο Φίλιππος της Γαλλίας επιβουλεύονταν τον θρόνο της Αγγλίας.
Οι εικόνες του Σκοτ είναι ρεαλιστικές, βρώμικες και σκονισμένες κι οι άνθρωποι του πάσχουν στο κέντρο της κοινωνικής αδικίας. Οι διάσπαρτες πολιτικές νύξεις ωστόσο δεν είναι τόσο ισχυρές ή πρωτότυπες όσο εκείνες του «Μονομάχου».
Και καθώς η διεφθαρμένη εξουσία του Ιωάννη φέρνει την Αγγλία στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου, ένας διπρόσωπος συνεργάτης του Βασιλιά βάζει στη χώρα τους Γάλλους. Εκεί ακριβώς εμφανίζεται ο Ρομπέν και δείχνει τι σόι ηγέτης είναι, ενώ ο Ράσελ Κρόου επιτυγχάνει ξανά τον γνωστό του συνδυασμό τεστοστερόνης και σεξ απίλ.
Στο εξαιρετικά προβλέψιμο φινάλε (σόρυ αλλά δεν υπάρχει και τίποτε που πρέπει να κρυφτεί) συνειδητοποιούμε ότι η ταινία δεν είναι παρά μια εισαγωγή στο γνωστό θρύλο και τρομάζουμε στην ιδέα ότι θα ακολουθήσει και δεύτερο μέρος.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ