Ορφανός νέος διεισδύει βίαια στους κόλπους της οικογένειας ενός Τεξανού ιεροκήρυκα, ισχυριζόμενος ότι είναι νόθος γιος του από μια παλιά του σχέση.
Κάπου ανέφεραν οι βασικοί συντελεστές του φιλμ, ο πρώην ντοκιμαντερίστας Τζέιμς Μαρς και ο έμπιστος σεναρίστας Μίλο Αντίκα («Ο Χορός Των Τεράτων»), πως για τη δημιουργία του «The King» επηρεάστηκαν από κλασικά αλλά και μάλλον ασυνήθιστα φιλμ, όπως «η Νύχτα Του Κυνηγού» και το «Μπλε Βελούδο». Εμείς, πάλι, είδαμε πριν απ όλα εδώ «το Θεώρημα» του Πιέρ Πάολο Παζολίνι, με τη δράση να μεταφέρεται από τη σεξουαλικά καταπιεσμένη ιταλική μπουρζουαζία στην αυστηρά χριστιανοκρατούμενη επαρχία του Τέξας, και να επιδέχεται, ανάμεσα στα χαλάσματα που αφήνει ο ήρωας - καταλύτης, και μερικά... πτώματα. Στην πραγματικότητα, το «The King» λειτουργεί σαν μια σημειολογική μελέτη για τη μεγαλύτερη φενάκη που έχει τελειοποιήσει με τους αιώνες η επίσημη χριστιανική θρησκεία: τη συγχώρεση. Σε αντίθεση με τον Ιουδαϊσμό, για παράδειγμα, που ποτέ δεν συγχωρεί, ο Χριστιανισμός μοιράζει άφεση αμαρτιών αβέρτα, δίνοντας έτσι στον αμαρτωλό το δικαίωμα να αμαρτάνει ξανά και συνεχώς- και μέχρι την τελική του εξομολόγηση στο κρεβάτι του θανάτου, όταν θα ξέρει ότι το μόνο που τον χωρίζει από τον Παράδεισο είναι η (βέβαιη) συγχώρεση. Καθόλου τυχαίο λοιπόν το ότι ο ήρωας (πειστικός ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, με άψογη αμερικανική προφορά και μια παραπλανητικά αθώα μούτα) θα παραβεί μεθοδικά και τις δέκα εντολές, βάζοντας κάθε φορά σε δοκιμασία την ικανότητα του παπά, πατέρα και θύματός του να συγχωρεί.
Μετά το εκπληκτικό φινάλε - κεραυνό, δεν μπορούμε παρά να συγχωρήσουμε κι εμείς με τη σειρά μας τις σποραδικές σεναριακές υπερβολές, που ναι μεν υπονομεύουν το ρεαλιστικό ύφος της ταινίας, αλλά δικαιολογούν απόλυτα την αλληγορία.
ΡΟΜΠΥ ΕΚΣΙΕΛ