Μακάρι να μην είχε κάνει ποτέ την Εκτη Αίσθηση. Να μην τον κυνηγούσε η πλάνη ότι είναι σκηνοθέτης θρίλερ ανατροπής. Ο Σιάμαλαν είναι συνεπής σε αυτό που προτείνει με κάθε ταινία του: σκοτεινές παραβολές που χρησιμοποιούν το φανταστικό για να τρυπώσουν στη συλλογική μας συνείδηση. Επίκεντρο πάντα ένας διστακτικός ήρωας, η υπέρβαση του οποίου είναι να Πιστέψει. Οχι σε θεούς, αλλά σε όσα έχει αφήσει να βουλιάξουν στον κυνισμό και την απαξίωση της ενήλικης ζωής του. Να (ξανα)πιστέψει στο συναίσθημά του, στην καλοσύνη των ξένων, στον Εαυτό του. Να βουτήξει με το κεφάλι στον σκοτεινό πυθμένα εκεί όπου δεν τόλμησε ποτέ να καταφύγει και να ανακαλύψει τον προορισμό του.
Ο Σιάμαλαν στέκεται απέναντι στη σύγχρονη πολιτική ιστορία ως δημιουργός. Τη βλέπει να αιμορραγεί, όσο ο Ανθρωπος την κοιτά σε σαστισμένο λήθαργο. Κάνει λοιπόν αυτό που ξέρει καλύτερα. Πλάθει μία ιστορία για την ανθρώπινη Ιστορία και ένα οικουμενικό χωριό στο οποίο Εκείνη παρουσιάζεται ζητώντας βοήθεια. Αριστοτέχνης κινηματογραφιστής, καδράρει, φωτοσκιάζει, εκμεταλλεύεται το βάθος πεδίου και στήνει ένα θρίλερ φαντασίας για τη σωτηρία της. Αθεράπευτα ρομαντικός, μας έχει κρατήσει, ξανά, την έκπληξη για το τέλος. Γιατί, τελικά, έχει (δια)σώσει πολλά περισσότερα. Εμάς που πιστεύουμε ακόμα σε παραμύθια.
ΠΟΛΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ