Άνθρωπος Από Ατσάλι

26.01.2013
Μπερδεμένη ανάμεσα στο ύφος μιας επικής διαστημικής όπερας, μιας μελαγχολικής ιστορίας ενηλικίωσης και μιας ξέφρενης ταινίας δράσης, η νέα ιστορία του Σούπερμαν ξεδιπλώνεται φιλόδοξα και εντυπωσιακά αλλά είναι τελικά πολύ λίγη και άστοχη για να καταφέρει να αναγεννήσει ουσιαστικά τον τόσο διάσημο χαρακτήρα της.

Τόσες πολλές κόμικ υπερπαραγωγές έχουν πλημμυρίσει τον εμπορικό κινηματογράφο τα τελευταία χρόνια που η ανάγκη τους να δημιουργήσουν τον δικό τους μοναδικό ύφος ανάμεσα στην κακοφωνία της ανεξάντλητης βιομηχανικής παραγωγής ανάλογων ταινιών, είναι ζήτημα ζωής και θανάτου - η διαφορά ανάμεσα στα υπερ-επιτυχημένα πρόσφατα Μπάτμαν και «Εκδικητές» και στα αδιάφορα «Green Hornet», «Green Lantern» και «Fantastic Four» αυτού του κόσμου.

Ο Σούπερμαν δεν θα μπορούσε να μείνει πίσω φυσικά: έχοντας επιβιώσει μιας μέτριας προσπάθειας αναγέννησής του για την σύγχρονη εποχή με το «Superman Returns» του Μπράιαν Σίνγκερ το 2006, ο Supes έχει μια δεύτερη ευκαιρία να ξεκινήσει μια βιώσιμη πορεία στις σημερινές συνθήκες ανταγωνισμού, αυτή τη φορά με τις σκηνοθετικές οδηγίες του Ζακ Σνάιντερ («300», «Sucker Punch») και παραγωγό τον Κρίστοφερ Νόλαν.

Και οι υποψίες ότι η αναγέννηση αυτή θα έχει γνώριμα χαρακτηριστικά έχουν επιβεβαιωθεί. Όσο μπανάλ και αν ακούγεται πια, ο Σούπερμαν αυτός έχει επηρεαστεί σε κρίσιμο βαθμό από τον παραγωγό του και από τη δουλειά του τελευταίου στο χαρακτήρα του Μπάτμαν, η οποία προσπάθησε, και αναπάντεχα κατάφερε, να δώσει ψυχολογικό βάρος σε μια μπλοκμπάστερ ταινία και τον μπερτοφόρο ήρωά της.

Είναι όμως τελικά και παιδί του άνισου σκηνοθέτη του, ο οποίος είναι αρκετά ταλαντούχος για να χτίσει εντυπωσιακές εικόνες αλλά όχι αρκετά ταλαντούχος για να πει μια ιστορία που αξίζει να θυμάσαι χωρίς να προδίδει τη ρηχότητά του.

Ο Σούπερμαν έχει ζήσει όλη του τη ζωή ως παρίας, αποξενωμένος από τους ανθρώπους εξαιτίας των δυνάμεών του που αποδεικνύουν ότι είναι η «απάντηση στο ερώτημα αν είμαστε μόνοι στο διάστημα». Έχει προέλθει από τον κατεστραμμένο πια πλανήτη Κρύπτον, χάρη στην τόλμη των γονιών του να τον τοποθετήσουν σε ένα σκάφος λίγο μετά τη γέννησή του και να τον στείλουν μακριά, μόνο επιζώντα μιας ολόκληρης φυλής που αυτοκαταστράφηκε και πήρε μαζί της ολόκληρο τον πλανήτη.

Οι θετοί γονείς του στη Γη τον έχουν μεγαλώσει με αγάπη και στοργή, πιστεύουν όμως ότι πρέπει να κρύβει την πραγματική του φύση μέχρι ο κόσμος να είναι έτοιμος να μάθει γι' αυτόν. Αυτή η στιγμή έρχεται όταν μια ομάδα πραξικοπηματιών από τον Κρύπτον, υπό τον στρατηγό Ζοντ, θα επιτεθεί στη Γη σε αναζήτηση του συντοπίτη τους.

Όπως μας είχαν προϊδεάσει τα πάμπολλα τρέιλερ, τα πάντα από την χρωματική παλέτα ως και τους βασυσήμαντους μονολόγους δείχνουν μια ταινία αποφασισμένη να διατηρήσει τον δραματικό τόνο που χαρακτήριζε και την τριλογία Μπάτμαν, μακριά από την απενεχοποιημένη προσέγγιση των ταινιών της Marvel. Και είναι αρκετά καλοφτιαγμένη για να σε ξεγελάσει για αρκετή ώρα: από την πρώτη κιόλας σκηνή ο σχεδιασμός παραγωγής, τα ειδικά εφέ που ζωντανεύουν με τόση λεπτομέρεια τον Κρύπτον, η μουσική, ακόμη και η προφανώς αρκετά «πειραγμένη» φωτογραφία της ταινίας βοηθούν στο να αφεθείς στην αφήγηση χωρίς πολλές σκέψεις.

Αυτό τουλάχιστον μέχρι τα ατοπήματα της τεμπέλικης αφήγησης, της λανθασμένης κατεύθυνσης του χαρακτήρα και των ξύλινων και αθέλητα αστείων διαλόγων («Μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να λήξει αυτό: ή εγώ θα πεθάνω ή εσύ!») να αρχίσουν να συσσωρεύονται και να αρχίσεις να συνειδητοποιείς ότι πίσω από το σοφιστικέ περιτύλιγμα κρύβεται ένα μεγάλο κενό.

Γιατί η φιλοδοξία να αναχθεί ο Σούπερμαν (το απόλυτο πατροπαράδοτο σύμβολο μιας άλλης εποχής) σε σύγχρονο σούπερ-ήρωα αποτυγχάνει από τη στιγμή που αρχίζει να καταρρέει η ιστορία υπό το βάρος της ίδιας της φιλοδοξίας. Είναι ταυτόχρονα τόσο πολύπλοκη που χρειάζεται μονίμως επεξηγηματικούς διαλόγους για να σε κατευθύνουν, όσο και αρκετά απλοϊκή για να επιστρέφει ξανά και ξανά γύρω από τον προφανή συμβολισμό της διττής φύσης του Σούπερμαν και τους θρησκευτικούς παραλληλισμούς, οπτικούς και νοηματικούς, που αυτή φέρνει.

Και πάνω από όλα λείπει η αίσθηση της διασκέδασης, η όποια διάθεση για χιούμορ ή ανάλαφρες στιγμές. Χωρίς τον πιο ανθρώπινο και προσιτό Κλαρκ Κεντ, ο Σούπερμαν δεν είναι παρά ένας τέλειος, ανίκητος αλλά και δύσκαμπτος (να πούμε λίγο βαρετός;) ήρωας και ο καημένος ο Χένρι Κάβιλ, έτσι κι αλλιώς περιορισμένος στις ερμηνευτικές του ικανότητες, παλεύει να δώσει λίγο χάρισμα στην άχαρη και μελαγχολική εκδοχή του χαρακτήρα, του οποίου το ταξίδι είναι στην πραγματικότητα προδιαγεγραμμένο και γι' αυτό κάπως ανούσιο.

Η σχέση του με τη Λόις Λέιν, που στο παρελθόν έχει δώσει απαραίτητες ευκαιρίες για περισσότερο προσγειωμένες στιγμές και ανάσες, αλλά και η σύνδεσή του με τους ανθρώπους για τους οποίους υποτίθεται ότι θυσιάζεται, εδώ περιορίζονται σε τέτοιο βαθμό που στερούν από την ιστορία την συναισθηματική της βαρύτητα, αυτό το κάτι που χρειάζεται η απειλή του (μονόχορδου, παρά τις προσπάθειες του Μάικλ Σάνον) Ζοντ και η εσωτερική πάλη του Σούπερμαν για να αποκτήσει πραγματικό νόημα.

Όταν έρθει η τελευταία μισή ώρα με τις ατέρμονες σκηνές μάχης, την τεράστιας κλίμακας (αχρείαστα παρατεταμένη και βαρετή) καταστροφή της Μετρόπολις και μια αρκετά ριζοσπαστική ανατροπή στην τελευταία μάχη ανάμεσα στον Σούπερμαν και τον Ζοντ (η οποία μάλλον θα σας εξοργίσει αν είστε φαν των κόμικ), κατά πάσα πιθανότητα δεν θα υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για διλήμματα, θυσίες και κρίσιμες αποφάσεις. Η ταινία κάνει τον Σούπερμαν να φαίνεται πιο κουλ αλλά όχι και αρκετά συναρπαστικό ή αγαπητό για να μας νοιάξει - το μόνο αναπάντεχο που κατάφερε είναι να κάνει το «Superman Returns» να φαίνεται καλύτερο εκ των υστέρων.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ