Παραμένοντας εμμονικά πιστός στο γράμμα του ομώνυμου βιβλίου του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, αλλά αδιαφορώντας για το πνεύμα του, ο Μπαζ Λούρμαν παραμερίζει την τζαζ ατμόσφαιρα της δεκαετίας του '20 μέσα στην οποία γεννήθηκε και φορτώνει κάθε πλάνο του με χρώματα και ετερόκλητες μουσικές, εκκωφαντικούς ήχους, ειδικά εφέ και φασαρία.
Το αποτέλεσμα είναι μια εξόχως απολαυστική ταινία, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να μην είχε την παραμικρή σχέση με το βιβλίο- ούτε καν την πρόφαση του τίτλου.
Το θέμα της βέβαια υποτίθεται ότι παραμένει το ίδιο με αυτό του βιβλίου: «η απελπισμένη προσπάθεια να επαναλάβουμε και να ξαναζήσουμε το παρελθόν, η πικρή συνειδητοποίηση ότι αυτό δεν είναι εφικτό και η ουτοπική αντίσταση σε αυτή την αδυνατότητα».
«Υπέροχος» ή «Μεγάλος» (σύμφωνα με την πολύ καλή μετάφραση του Άρη Μπερλή των εκδόσεων Άγρα, την οποία και σας προτείνω) ο Γκάτσμπυ προσπαθεί σε όλη την διάρκεια του έργου να ξανακερδίσει ολοκληρωτικά την Ντέζι, η οποία όμως τώρα είναι παντρεμένη με ένα εκατομμυριούχο.
Όταν έζησαν τον πρώτο τους έρωτα, αυτός ήταν φτωχός και αυτή πλούσια. Στην συνέχεια ο Γκάτσμπυ πήγε στον Πόλεμο (τον Α’ Παγκόσμιο βεβαίως) και επιστρέφοντας κατάφερε μέσα σε τρία χρόνια να γίνει και αυτός πάμπλουτος ενεργοποιώντας το αμερικανικό όνειρο - και τον αμερικανικό υπόκοσμο ωστόσο.
Τώρα θα προσπαθήσει να ξαναζήσει τον έρωτά του, να ξαναζήσει το παρελθόν. Ποιος θνητός όμως μπόρεσε ποτέ να πραγματοποιήσει ένα τέτοιο όνειρο;
Ο Ντι Καπριο είναι γοητευτικός σ’ αυτόν τον πολύπλοκο ρόλο, κομψός, και απελπισμένα ρομαντικός. Τα ντεκόρ είναι φαντασμαγορικά, τα κοστούμια ατσαλάκωτα σαν περιτυλίγματα από παλιομοδίτικες καραμελίτσες (και για τα δυο είναι υπεύθυνη η σύζυγος του Λούρμαν, Κάθριν Μάρτιν) ενώ η κάμερα κινείται ακατάπαυστα και προς κάθε κατεύθυνση συσσωρεύοντας παράξενες και εντυπωσιακές εικόνες υπερβολής και πλούτου.
Η Κάρεϊ Μάλιγκαν στον ρόλο της Ντέζι είναι εύθραυστη και αναιδής, μια «όμορφη χαζούλα με τη φωνή της γεμάτη λεφτά» όπως ακριβώς την περιγράφει ο συγγραφέας, και ο Τόμπι Μαγκουάιρ ταιριάζει τέλεια με τον Νικ Κάραγουέι, τον αφηγητή όλης αυτής της ιστορίας. Σε αντίθεση με το βιβλίο, όμως, αυτός ο χαρακτήρας καταθέτει την ιστορία του σε έναν ψυχαναλυτή, γεγονός που είναι εντελώς ακατανόητο, και δραματουργικά και θεωρητικά αδικαιολόγητο.
Για την καλύτερη περιήγηση στον κόσμο του κινηματογραφικού «Υπέροχου Γκάτσμπυ», ωστόσο, θα πρότεινα να διαβάσετε πάραυτα το βιβλίο (καλό κάνει, κακό δεν κάνει) αλλά να αφήσετε εκτός κάδρου τα λογοτεχνικά θέματά του. Ο Λούρμαν εξάλλου έκανε το ίδιο: καταβρόχθισε το βιβλίο ολόκληρο, μασουλώντας αργά κάθε του σελίδα και απολαμβάνοντας κάθε του λέξη, το χώνεψε και μετά το ξέχασε.
Στην συνέχεια πήρε όλα τα χρώματα του κόσμου και τα σκόρπισε σε ένα τεράστιο πλατό που το είχε ήδη παραφορτώσει με όλων των ειδών τους ήχους. Οι ηθοποιοί του δεν είχαν πια παρά να προσαρμοστούν σ’ αυτή πολύχρωμη μουσική εξτραβαγκάντζα και να ξεχάσουν το βάρος των χαρακτήρων τους.
Κι όμως οι χαρακτήρες κουβαλούν ήδη ένα ιδιαίτερο βάρος. Ο Άρης Μπερλής λέει ότι ο ομώνυμος ήρωας είναι μια μυθική φιγούρα «που εκφράζει μια αρχετυπικά ανδρική και βαθύτατα ρομαντική ποιότητα- την πεποίθηση ότι μια ερωτική σχέση μπορεί να διαρκέσει για πάντα και την βούληση να προστατεύσει απολύτως και άνευ όρων το αντικείμενο της ερωτικής του επιθυμίας.»
Το θέμα αυτό όμως απλώς το υποψιαζόμαστε να λανθάνει, σχεδόν αόρατο, στις γωνίες των πηγμένων κάδρων, την στιγμή που η τεχνολογική υπεροχή κατακλύζει τα πάντα.
Η αλήθεια είναι ωστόσο ότι και το ίδιο το βιβλίο είναι τοποθετημένο σε ένα νεωτερικό πλαίσιο, που στην εποχή του ήταν ανάλογο με αυτό που έχει κατασκευάσει τώρα ο Λούρμαν: τεχνολογικές καινοτομίες, γρήγορα αυτοκίνητα, τηλέφωνα που κουδουνίζουν παντού και ηλεκτρικές συσκευές υπάρχουν σε όλες τις σελίδες. Και σε κάθε πλάνο της ταινίας πλέον.
«Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ» είναι ένα λυρικό αφήγημα που περιγράφει τέλεια το αμερικανικό όνειρο, ενώ η γοητεία που ασκεί ο ομώνυμος ήρωάς του είναι ακατανίκητη, διότι κατά βάθος είμαστε όλοι Γκάτσμπυ.
Η Αμερική του '20, λίγο πριν το Μεγάλο Κραχ, «είναι μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, πρωτοφανούς ευμάρειας, υπερβολικού πλούτου, ηθικής χαλάρωσης, οπορτουνισμού, διαφθοράς και επικείμενης χρεοκοπίας» η οποία μοιάζει ανατριχιαστικά με την δική μας εποχή.
Τα πάντα λοιπόν στο βιβλίο - και ευτυχώς και στην ταινία - μας είναι οικεία καθιστώντας και το βιβλίο και την ταινία, εξαιρετικά επίκαιρα.
Η ηθική εξαχρείωση μιας κοινωνίας που βαδίζει ολοταχώς προς την χρεοκοπία και η αλληγορία του αμερικανικού ονείρου, αλλά και ολόκληρου του Δυτικού Κόσμου, έχουν χωρέσει μέσα στο κοστούμι ενός υπέροχα ρομαντικού και διαχρονικού ήρωα που δεν κουράστηκε να φωνάζει μέχρι το τέλος: «Τι έκανε λέει; Και βέβαια μπορείς να επαναλάβεις το παρελθόν… θα τα φτιάξω όλα όπως ήταν πριν…θα δεις…»