Η Βοϊτσίτα και η Αλίνα μεγάλωσαν μαζί σε ένα ορφανοτροφείο και στάθηκαν η μία για την άλλη η μοναδική οικογένεια που είχαν ποτέ. Οι δρόμοι τους θα χωρίσουν όταν η Αλίνα θα μεταναστεύσει στη Γερμανία προκειμένου να βρει δουλειά, ενώ η Βοϊτσίτα θα καταφύγει σε ένα απομονωμένο ορθόδοξο μοναστήρι όπου θα γίνει καλόγρια. Όταν η Αλίνα επιστρέφει στη Ρουμανία για να πάρει μαζί της τη Βοϊτσίτα, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη νεοαποκτηθείσα πίστη της φίλης της αλλά και τη δυσπιστία των υπόλοιπων μοναχών. Σύντομα, η αντιδραστική της φύση και η επιθετική της συμπεριφορά θα αρχίσουν να ερμηνεύονται ως κάτι μεταφυσικό, πυροδοτώντας μια σειρά τραγικών γεγονότων.
Με την παρθενική του εμφάνιση στο διαγωνιστικό των Καννών το 2007, με το «4 Μήνες, 3 Εβδομάδες και 2 Μέρες», ο άγνωστος τότε Ρουμάνος σκηνοθέτης Κριστιάν Μουντζίου απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα και στη συνέχεια θριαμβευτικές κριτικές που μιλούσαν –δικαίως– για μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.
Με το στοιχείο της έκπληξης να έχει περάσει πλέον ανεπιστρεπτί και τις προσδοκίες να έχουν αυξηθεί, το νέο του φιλμ «Πίσω από τους Λόφους» βραβεύθηκε μεν για το μεθοδικό του σενάριο και τις νατουραλιστικές ερμηνείες των δύο νεαρών πρωταγωνιστριών του, προβλήθηκε ωστόσο μέσα σε κλίμα σχετικής αδιαφορίας, κάνοντας όσους δεν είχαν την τύχη να δουν την ταινία στην Κρουαζέτ να αναρωτιούνται για το αν ο σκηνοθέτης υπήρξε ένας ακόμα διάττων φεστιβαλικός αστέρας.
Ήρθε όμως η ώρα να αποκατασταθεί η αδικία. Μπορεί η αγωνιώδης –στα όρια του θρίλερ– εξέλιξη της πλοκής του «4 Μήνες, 3 Εβδομάδες και 2 Μέρες» και η αισθητά μικρότερη διάρκειά του να το έκαναν πιο προσιτό στο μέσο θεατή, όμως το «Πίσω από τους Λόφους» επιβεβαιώνει το ταλέντο ενός δημιουργού με απόλυτο έλεγχο του κινηματογραφικού μέσου και ουσιαστική κατανόηση για τα κίνητρα ακόμα και της πιο ακραίας ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Η σοκαριστική περίπτωση μιας ορφανής κοπέλας που βρήκε καταφύγιο σε ένα ορθόδοξο μοναστήρι για να υποβληθεί τελικά στην εξοντωτική διαδικασία ενός εξορκισμού συνέβη εν έτει 2005 και ανασύρθηκε κατευθείαν από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Ωστόσο, ο Μουντζίου δεν ενδιαφέρεται για το παιχνίδι των εύκολων εντυπώσεων και τη διατύπωση κατηγορηματικών αφορισμών περί κακού και καλού.
Βαδίζοντας σε τεντωμένο σχοινί, αποφεύγει αποφασιστικά οποιαδήποτε επικριτική στάση απέναντι σε χαρακτήρες για τους οποίους το περιθώριο της επιλογής ήταν πάντοτε πολύ περιορισμένο, στοχεύοντας αντίθετα τα βέλη του σε μια κοινωνία που δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για μια σειρά από εγκληματικά λάθη και ανεύθυνες συμπεριφορές.
Μια κοινωνία, όπου η αδιαφορία, η ανευθυνότητα, η φτώχεια και ο σκοταδισμός αρκούν για να οπλίσουν κατά λάθος τα χέρια ακόμα και των ανθρώπων με τις πιο αγαθές προθέσεις. Η πίστη γίνεται καταφύγιο, αλλά ταυτόχρονα επιμένει σε άψυχους «τύπους» και μοιάζει να κλείνει τα μάτια απέναντι σε απλές, καθημερινές και απόλυτα ανθρώπινες ανάγκες και συναισθήματα απόγνωσης.
Μέσα από απειράριθμες, φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες και την επίμονη, αυστηρή σκηνοθεσία του, ο Μουντζίου αφήνει τους θεατές να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Με ψυχραιμία και διεισδυτική ματιά, κατορθώνει τελικά να αρθρώσει μια κινηματογραφικά συναρπαστική κοινωνιολογική σπουδή που καταδεικνύει κάθε μικρό ή μεγάλο συμβάν που ευθύνεται για την τραγική πορεία των χαρακτήρων του.
Παρά την αποστασιοποιημένη ματιά του πάντως (ή ίσως ακριβώς εξαιτίας της), η επικράτηση των δεισιδαιμονιών έναντι της λογικής στην καρδιά της Ευρώπης του 21ου αιώνα καθιστά το «Πίσω από τους Λόφους» μια από τις πιο σοκαριστικές κινηματογραφικές εμπειρίες των τελευταίων ετών.