Το ταλαιπωρημένο εν Ελλάδι είδος της ρομαντικής κομεντί υφίσταται στο “Poker Face” ένα φιλότιμο ρεκτιφιέ, καθώς προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω του την τηλεοπτική παρακαταθήκη και να συστήσει στο κοινό μία feelgood κινηματογραφική πρόταση.
Η ζωή και ο έρωτας ως παρτίδα πόκερ είναι μία ενδιαφέρουσα ιδέα - την έχει ήδη αξιοποιήσει το σινεμά στο παρελθόν, αλλά με δραματικό κυρίως εφέ. Εδώ, ο σκηνοθέτης Χρήστος Δήμας με την πρωτοεμφανιζόμενη σεναριογράφο Άσπα Καλιάνη προσπαθούν να δώσουν ζωή στα γκαγκς και τα αστεία που -φαντάζεται κανείς πως εύκολα- γεννιούνται πάνω στην πράσινη τσόχα.
Η ιστορία στήνεται πάνω σε μία ομάδα ανθρώπων που ζουν χαρτοπαίζοντας, κυρίως μέσα στο Χάρβαρντ, το συνεργείο του Φανούρη (Αντώνης Καφετζόπουλος), πατέρα της πρωταγωνίστριας Νίκης (Εύη Σαουλίδου). Τα στιγμιότυπα της ιδιότυπης ανατροφής ενός κοριτσιού από έναν άνδρα και την παρέα του (Δημήτρης Πιατάς, Γιάννης Μποσταντζόγλου και Γιώργος Πυρπασόπουλος) έχουν το χιούμορ και το στήσιμο δύο δεκαετιών αμερικάνικης τηλεόρασης - όπως άλλωστε και η υπόλοιπη ταινία.
Τα αστεία και οι εντάσεις μεταξύ των φίλων, το πρόωρα ώριμο κορίτσι που εξελίσσεται σε μία γλυκιά αλλά άγαρμπη και άτυχη κοπέλα, ακόμη και η “κινηματογραφική” εξέλιξη της σχέσης της τελευταίας με τον Αδιάβροχο, είναι βγαλμένα από το εγχειρίδιο του αμερικάνικου sitcom, χωρίς να έχουν περάσει όμως από το ελληνικό κόσκινο.
Με ατάκες που αντηχούν το αμερικανικό τους αντίστοιχο και καταστάσεις πολύ μακριά από την ελληνική πραγματικότητα (όπως είναι π.χ. η ιδέα ενός Έλληνα παίχτη πόκερ με στάτους σούπερ-σταρ), ο Δήμας ευφυώς προσπαθεί να απογειώσει με σκηνοθετικά τρικ την ιστορία του σε μία σφαίρα πιο παραμυθένια και λιγότερο ρεαλιστική.
Το κυριότερο πρόβλημα της ταινίας ωστόσο εντοπίζεται στο κάστινγκ, με το πρωταγωνιστικό ζευγάρι να μη διαθέτει την απαιτούμενη χημεία, ενώ η Εύη Σαουλίδου (εδώ θύμα των πιο ατυχών ενδυματολογικών επιλογών που έχουμε δει τελευταία στη μεγάλη οθόνη) δεν πείθει ποτέ ως η κακότυχη νεαρή κοπέλα με το τσαγανό μιας Μπρίτζετ Τζόουνς.
Ευτυχώς, ο Αντώνης Καφετζόπουλος κλέβει για μία ακόμη φορά την παράσταση, από το πίσω κάθισμα του δεύτερου ρόλου. Κάθε εμφάνισή του στην ταινία δίνει τον ρυθμό και το σκέρτσο που υπόσχονται πως η ελληνική ρομαντική κομεντί δεν είναι σχήμα οξύμωρο ούτε προορίζεται αποκλειστικά για τηλεοπτική κατανάλωση.
Φαίδρα Βόκαλη