Όπως η πρωταγωνίστρια Ρακέλα είναι μια γυναίκα κλεισμένη στο σώμα ενός άνδρα, έτσι και η ταινία γύρω της μοιάζει να είναι μια αληθινά ενδιαφέρουσα μυθοπλασία εγκλωβισμένη στην αποτυχημένη τελικά ιδέα του σκηνοθέτη να την συσκευάσει σαν ημιδραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο στιλ κινηματογράφησης και τον τρόπο που εξελίσσεται η ιστορία.
Ίσως είναι κάτι που οφείλεται στον άγαρμπο αυτοσχεδιασμό των διαλόγων και τις κακές ‘ερμηνείες’, αλλά σχεδόν όλη η ταινία περιφέρεται άσκοπα από την αρχή μέχρι το τέλος, θίγοντας θέματα που μετά αφήνει, κάνοντας στροφές που δεν βγάζουν νόημα και αφήνοντας μερικές φορές και την ίδια την Ρακέλα στην άκρη. Ο κόσμος της Ρακέλα είναι αδιανόητα σκληρός, κάτι που, όμως, εμείς βλέπουμε ελάχιστα εξαιτίας της επιμονής της ταινίας να υπαινίσσεται μόνο τις άσχημες πλευρές (πορνεία, φόβος του AIDS, κοινωνική αποξένωση, συνεχείς απογοητεύσεις από πιθανούς «ιππότες») και να απομακρύνεται από τις συνέπειες με μια ελαφρότητα και έμφαση στη φλυαρία, που τελικά προδίδει την ίδια τη Ρακέλα.
Μόνο μετά την απόλυτα αχρείαστη παράκαμψη στην Ισλανδία και την άφιξη της Ρακέλα στο Παρίσι με τον Αμερικανό πορνοπαραγωγό, βρίσκει η ταινία το ύφος που της ταιριάζει και καταφέρνει να προσδώσει μια λεπτότητα στους χειρισμούς της, πρώτα με την πνευματώδη σκηνή της βόλτας στο Παρίσι και στη συνέχεια την κάπως μελαγχολική εξομολόγηση της Ρακέλα που δίνει στην ταινία τον τίτλο της.
Χριστίνα Λιάπη