Από τον Μάρκο Φράγκο
Ο Τζάρμαν βρήκε μια καλή ευκαιρία να βγάλει χρήματα δίνοντας εικόνες στην αγγλική ποπ αλλά και να επικοινωνήσει σε πιο μαζικά ακροατήρια, στο σύντομο χρονικό διάστημα που διαρκεί ένα βιντεοκλίπ, την αισθητική του που ασφυκτιούσε υπό την ταμπέλα του underground. Με εμμονή στη βρετανοκεντρικότητα και το camp στοιχείο των Αγγλων, διαφορετικό στα αγόρια απ ό,τι στα κορίτσια, σχεδόν νομίζεις ότι οποιοδήποτε άλλο έθνος τού είναι εντελώς ξένο.
Αν παρατηρήσει κανείς τα φιλμάκια που επιμελήθηκε για τραγούδια των δύο κατεξοχήν μυθικών βρετανικών γκρουπ Smiths και Pet Shop Boys, θα δει ότι ο άξονας του Τζάρμαν είναι σαφής και γενναίος: τα αγόρια - ανώνυμα, όμορφα και ανέμελα, χωρίς συναίσθηση της εικόνας τους- γίνονται ερωτικά αντικείμενα, ο φακός του τα παρακολουθεί να χαριεντίζονται, τα βάζει στο fast forward, τα παρακολουθεί να χασμουριούνται, να αφαιρούνται, να διοχετεύουν σπάταλα την ανεβασμένη αδρεναλίνη τους. Ο Τζάρμαν στα βίντεο των Smiths («Αsk», «Τhe Queen Is Dead», «Τhere Is Α Light That Never Goes Οut», «Ρanic») παίζει κρυφτό με την τεστοστερόνη και φτιάχνει στρώσεις από θολές εικόνες με ψυχρά χρώματα, σχεδόν ηλεκτρικά, μπροστά στην κάμερα, σαν φίλτρα που παραμορφώνουν το σκηνικό. Αυτό το τελευταίο, συνήθως είναι γειτονιές του κεντρικού Λονδίνου, εμβλήματα της βρετανικής υπερηφάνειας, όπως το Big Ben και το γούνινο καπέλο της βασιλικής φρουράς, κόκκινα τούβλα και νοσταλγικό αρχειακό υλικό από εφηβικές συνάξεις. Αυτό που ξεκίνησε τραχύ και χωρίς μια συνολική αισθητική αναζήτηση στο φιλμάκι των Sex Pistols που προβαλλόταν το 1976 πριν από τις συναυλίες τους, με τίτλο «Sex Pistols Number 1» (βουτιές των πανκ στις συναυλίες μαζί με στρατιωτικές παρελάσεις ολοκληρωτικών καθεστώτων) ολοκληρώθηκε κατασταλαγμένα στους Smiths του «Queen Is Dead».
Από την άλλη, όταν το αντικείμενό του είναι οι Pet Shop Boys, ο Τζάρμαν φτιάχνει ακραίους camp τύπους που περιφέρονται με προσχηματικές αφορμές στο πάντα επιβλητικό σκηνικό - το «Ιts Α Sin» και το «Rent» είναι ίσως τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα. Ο Τζάρμαν συμπεριφέρεται γκροτέσκα στους οικείους του (ο Νιλ Τέναντ είναι σαν αρχηγός βαριετέ μπροστά στην κάμερά του και ο Μαρκ Αλμοντ στο ντελιριακό camp «Τenderness Is Α Weakness» φαντάζει ως παραπονεμένη πριμαντόνα) και ερωτικά στους αρσενικούς σταρ όπως ο Μπράιαν Φέρι («Windswept» - 1985), ο Μπομπ Γκέλντοφ («Ιn The Pouring Rain» - 1987), οι Orange Juice με έναν λαμπερό Εντουιν Κόλινς («What Ρresence?!» - 1984), οι Mighty Lemon Drops («Οut Of Ηand» -1987) και οι αλησμόνητοι Wang Chung («Dance Hall Days» - 1984). Αποκορύφωμα του μόνιμου φλερτ του με τα αγόρια είναι το σχεδόν «ηδονοβλεπτικό» και ταυτόχρονα ενοχικό σκηνοθετικό βλέμμα του στον άσημο πλην όμορφο, τραγουδιστή των Wide Boy Awake («Βilly Ηyena» - 1983).
Με τις γυναίκες - που δεν υπήρξαν πολλές - είναι διαφορετικά βέβαια. Η Μαριάν Φέιθφουλ είχε την τύχη να σκηνοθετηθεί το 1979 στο comeback της «Βroken Εnglish» από τον Τζάρμαν, περίπου σαν Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων αλλά μέσα σε ένα ζοφερό παρακμιακό περιβάλλον και σε ασπρόμαυρο χρώμα. Η Κάρμελ έγινε σχεδόν κόμικ («Willow Weep For Μe» - 1983) ενώ η Ανι Λένοξ για τη διασκευή της στο «Εvery Time We Say Goodbye», μεταμορφώθηκε σε πανί προτζέκτορα με «καμένα» τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, κάτι που φαντάζομαι, στο τζαρμανικό σύμπαν ισούται με εκδήλωση σεβασμού και απρόσιτης ανωτερότητας.
«Στα τέλη της δεκαετίας του 80 ο Ντέρεκ μού έλεγε ότι τα 90s θα είναι η δεκαετία που η κηπουρική θα γίνει πάλι μόδα. Φυσικά ήταν όπως πάντα σοφός και προέβλεψε σωστά, χτίζοντας αυτό τον θαυμάσιο κήπο στο Ντάντζενες. Αυτή ήταν η πιο σημαντική ιδιότητα του Ντέρεκ, το ότι δημιουργούσε κάτι από το τίποτα. Νομίζω πως ο Ντέρεκ φταίει για τα βότσαλα. Αν πας σε ένα ξενοδοχείο κι έχουν βότσαλα μέσα σε γαμημένα βάζα, αυτό είναι απόλυτα Ντέρεκ Τζάρμαν».
Νιλ Τεναντ - τραγουδιστής των Pet Shop Boys