Πάτροκλος Σταύρου: Μαχητής της πολιτικής και των γραμμάτων

17.03.2014
Ο Κύπριος συγγραφέας, ιστορικός και αρθρογράφος Πάτροκλος Σταύρου, στενός συνεργάτης του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, θετός γιος της Ελένης Καζαντζάκη και κληρονόμος του έργου του οικουμενικού μας συγγραφέα, άφησε την Παρασκευή την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στη Λευκωσία σε ηλικία 81 ετών.

Ο Πάτροκλος Σταύρου μετείχε στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου από το 1951 μέχρι το 1959, ενώ το 1963 ορίστηκε υφυπουργός παρά τω Προέδρω της Κυπριακής Δημοκρατίας, θέση στην οποία παρέμεινε για τριάντα ολόκληρα χρόνια, έως το 1993.

Συνεργάτης των Κυπριανού και Βασιλείου, ήταν επικεφαλής του Προεδρικού Γραφείου και του Προεδρικού Μεγάρου, απευθείας υπόλογος στον Πρόεδρο, ενώ επισκέφθηκε πολλές χώρες και πήρε μέρος σε διεθνή συνέδρια, πολιτικά και πολιτιστικά, και σε διεθνείς διασκέψεις, καθώς και σε Γενικές Συνελεύσεις των Ηνωμένων Εθνών, σε Συνέδρια Κορυφής του Κινήματος των Αδεσμεύτων Χωρών και Διασκέψεις Πρωθυπουργών/Προέδρων χωρών της Κοινοπολιτείας, είτε συνοδεύοντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είτε ως ειδικός απεσταλμένος, αντιπρόσωπος της Κύπρου.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, του οποίου υπήρξε στενός συνεργάτης για 27 χρόνια, και η Ελένη Καζαντζάκη, που έγινε θετή μητέρα του το 1982, ήταν οι δύο άνθρωποι που καθόρισαν τη ζωή του. Στις 15 Ιουλίου του 1974 κατά το προδοτικό πραξικόπημα εναντίον της Κύπρου και του Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τη στρατιωτική χούντα των Αθηνών, ο Πάτροκλος Σταύρου βρισκόταν μέσα στο Προεδρικό Μέγαρο μαζί με τον Μακάριο και συνετέλεσε καταλυτικά στη διαφυγή και σωτηρία του.

Συνελήφθη από τους πραξικοπηματίες και απελευθερώθηκε την ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, στις 20 Ιουλίου 1974. Την ημέρα εκείνη στην Κερύνεια αιχμαλωτίσθηκαν από τους Τούρκους εισβολείς η σύζυγός του Μαίρη και η δεκαοκτάμηνη κόρη τους, καθώς και η νονά της Ελένη Ν. Καζαντζάκη που της χάρισε το όνομα «Νίκη», από τον μεγάλο μας συγγραφέα.

Μετά τον θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη τον Οκτώβριο του 1957 η χήρα του οικουμενικού μας συγγραφέα διέμενε κατά μεγάλα διαστήματα στο σπίτι της οικογένειας Σταύρου στη Λευκωσία και την Αθήνα.

Το 1982 η Ελένη Καζαντζάκη υιοθέτησε τον κατά 30 χρόνια νεότερό της Πάτροκλο Σταύρου και από το 1989, αφού εγκατέλειψε τη Γενεύη, διέμενε με την οικογένειά του στην Αθήνα μέχρι και τον θάνατό της, στις 18 Φεβρουαρίου 2004, ημέρα των γενεθλίων του Νίκου Καζαντζάκη, σε ηλικία 101 ετών.

«Την αγαπούσα...»
Εκείνη την ημέρα ο Πάτροκλος Σταύρου έμαθε ότι ήταν και ο αποκλειστικός κληρονόμος της μοναδικής περιουσίας της, των πνευματικών δικαιωμάτων του Νίκου Καζαντζάκη που του είχε παραχωρήσει η Ελένη Καζαντζάκη με γονική παροχή ήδη από 1995. «Ελεγε θα πεθάνω σαν την καλαμιά στον κάμπο. Της έλεγα ''υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω εγώ;'' Αλλά ήθελε πολύ να έχει ένα παιδί... και εγώ κουράστηκα να φέρω αντίρρηση... Την αγαπούσα περισσότερο κι από τη μητέρα μου. Δεν ήθελα να της χαλάσω χατίρι», είχε πει για την Ελένη Καζαντζάκη σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων τον Μάρτιο του 2011, έναν μήνα πριν υποστεί το βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο που τον καθήλωσε.

Στα μέσα Αυγούστου του 1974, κληθείς από τον αυτοεξόριστο Εθνάρχη Μακάριο, πήγε στο Λονδίνο και τέθηκε στην υπηρεσία του. Μετά την πτώση της χούντας στην Αθήνα στις 24 Ιουλίου 1974 ο Πάτροκλος Σταύρου επέστρεψε μαζί με τον Πρόεδρο Μακάριο στην Κύπρο και ανέλαβε εκ νέου τα καθήκοντά του ως υφυπουργός παρά τω Προέδρω της Δημοκρατίας.

Ο Εθνάρχης Μακάριος του εμπιστεύθηκε τότε και την αρμοδιότητα χειρισμού των ανθρωπιστικών θεμάτων της κυπριακής τραγωδίας, των αγνοουμένων, των εγκλωβισμένων, των θυμάτων. Ο Μακάριος πέθανε τρία χρόνια αργότερα, τα ξημερώματα της 3ης Αυγούστου 1977, και ο Πάτροκλος Σταύρου, μαζί με την αδελφή του Μακαρίου, Μαρία Χατζηκλεάνθους, ήταν στο πλάι του μέχρι που άφησε την τελευταία του πνοή. Μέσα στο πλαίσιο των κρατικών και άλλων καθηκόντων του εργάσθηκε για την πολιτιστική προβολή και άνοδο της Κύπρου, την οποία προέβαλλε ως εστία πολιτιστικής δημιουργίας και όχι ως τόπο συγκρούσεων. Μελέτησε ιδιαίτερα τον εθνικό μας ποιητή Κωστή Παλαμά.

Το βιβλίο του «Ο Παλαμάς και η Κύπρος» βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 1969. Ηταν ο πρώτος Κύπριος που βράβευσε η Ακαδημία Αθηνών. Εδωσε πάμπολλες διαλέξεις και ομιλίες για την Κύπρο, για τον Μακάριο, για τον Καζαντζάκη ?και όχι μόνο? σε Πανεπιστήμια, Ακαδημίες, Μουσεία, εκπαιδευτήρια και άλλα ιδρύματα, σε Ελληνικές Κοινότητες και παροικίες, καθώς και συνεντεύξεις σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις πολλών χωρών, όπως της Ελλάδας, της Γαλλίας, της Αγγλίας (BBC), της Σουηδίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Κορέας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αυστραλίας, του Καναδά κ.ά.

Σκοπός ζωής για τον Πάτροκλο Σταύρου υπήρξε πάντα η δικαίωση της Κύπρου και η εκπλήρωση του χρέους και της ευθύνης του προς τον Εθνάρχη Μακάριο, τον Νίκο Καζαντζάκη και τη σύζυγό του Ελένη Ν. Καζαντζάκη, η οποία τον επέλεξε ως συνεχιστή του έργου της στην ανιδιοτελή προσφορά της για την αιώνια παρακαταθήκη του Νίκου Καζαντζάκη.

Το έργο του Καζαντζάκη επανακυκλοφόρησε με την εκδοτική και φιλολογική φροντίδα του Πάτροκλου Σταύρου, ο οποίος επιμελήθηκε επίμετρα και υπέγραψε εισαγωγικές σημειώσεις, συμπληρώνοντας συνθήκες, κριτικές καθώς και το χρονικό της εκάστοτε συγγραφής. Η οικογένεια του Πάτροκλου Σταύρου, με διευθύντρια εκδόσεων την κόρη του Νίκη, συνεχίζει σταθερά και αδιάλειπτα τον αγώνα του μεγάλου αυτού Ελληνοκύπριου για την ανάδειξη του έργου του Νίκου Καζαντζάκη, στα ίχνη που αυτός χάραξε.

Τα παράσημα, η Αρχαία Κυπριακή Γραμματεία και το Μουσείο

Με πλούσιο συγγραφικό έργο για την ιστορία, την τέχνη και τους αγώνες της Κύπρου, με ενεργό συμμετοχή στα δημόσια πράγματα, εθνικά, πολιτικά και πολιτιστικά και με την αδιάκοπη προσπάθειά του με σκοπό την ανάδειξη του έργου του Νίκου Καζαντζάκη, ο Πάτροκλος Σταύρου θα έχει πάντοτε μια εξαίρετη θέση στη μνήμη Κυπρίων και Ελλήνων.

Γεννημένος το 1933 στη Λευκωσία, αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο και με υποτροφία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Ιούνιο του 1991 η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών τον αναγόρευσε επίτιμο διδάκτορά της, ως «δίκαιη αναγνώριση της δια βίου προσφοράς του στη νεοελληνική επιστήμη και στην εθνική υπόθεση της Κύπρου».

Τιμήθηκε, επίσης, από πολλές χώρες με κρατικές, εκκλησιαστικές και άλλες διακρίσεις και παράσημα. Το 1998 η Αρμενική Εθνική Επιτροπή Κύπρου τον ανακήρυξε ως την «Προσωπικότητα της χρονιάς 1998 για τις υπηρεσίες που έχει προσφέρει στο Αρμενικό Εθνος». Στις 9 Μαρτίου 2001, ο Δήμος Θεσσαλονίκης με την 350/1-3-2001 Απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου τού απένειμε τιμής ένεκεν την Πλακέτα της Πόλης της Θεσσαλονίκης σε ένδειξη αναγνώρισης του πλούσιου φιλολογικού και συγγραφικού του έργου και της μεγάλης προσφοράς του στην εθνική υπόθεση της Κύπρου.

Στις 16 Μαΐου 2001, ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης George E. Pataki τού απένειμε τιμητικό δίπλωμα, ενώ τον Μάιο του 2001 τα Ηνωμένα Κρητικά Σωματεία Νέας Υόρκης και Λονγκ Αϊλαντ τού απένειμαν Τίτλο Τιμής για «τη σημαντική προσφορά του στη διατήρηση και διαιώνιση του αθάνατου ελληνικού πνεύματος, την προσπάθειά του στην προβολή του συγγραφικού έργου του μεγάλου Κρήτα Νίκου Καζαντζάκη και τους αγώνες του και την πίστη του στα ελληνικά και κυπριακά ιδεώδη». Μεταξύ των χωρών που τον τίμησαν είναι και η Αίγυπτος, ο Λίβανος, η Γερμανία, η Τσεχοσλοβακία, η Σουηδία, η Αιθιοπία, η Αυστρία, η Ισπανία, η Πορτογαλία. Επίσης, παράσημα τιμής του απένειμαν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Παρθένιος Γ’ καθώς και ο Πατριάρχης των Αρμενίων του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας Αράμ Α’.

Ανάμεσα στα βιβλία που εξέδωσε ήταν το βιβλίο του «Captain P. S. Le Geyt Makarios in Exile», ενώ μετέφρασε μαζί με τον Κύπρο Ψυλλίδη το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών μεγάλο δίτομο Ιστορικό Λεύκωμα της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821.

Κατά το 1983, εισηγήθηκε στον πρόεδρο του Ιδρύματος Αναστασίου Γ. Λεβέντη, τον Κωνσταντίνο Λεβέντη, τη συγκέντρωση και έκδοση των έργων όλων των Κυπρίων συγγραφέων, από την αρχαιότητα μέχρι τον 18ο αιώνα. Η εισήγηση έγινε αμέσως δεκτή και ο Πάτροκλος Σταύρου οργάνωσε, συντόνισε και επόπτευσε την έκδοση της Αρχαίας Κυπριακής Γραμματείας, η οποία κάλυψε την περίοδο μέχρι τα πρωτοχριστιανικά χρόνια της Κύπρου παρουσιάστηκε επισήμως και στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου στις 18 Μαρτίου 2010.

Κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε συστηματικά με τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη, ενώ εργάστηκε ακαταπόνητα για την ίδρυση του Μουσείου Νίκου Καζαντζάκη στους Βαρβάρους (Μυρτιά) Ηρακλείου Κρήτης, όπως εργάστηκε και η ίδια η Ελένη Ν. Καζαντζάκη, η οποία και διέθεσε το μέγιστο μέρος του υλικού του Μουσείου.

ΠΗΓΗ ΕΘΝΟΣ