Iσως «έφυγε» με το παράπονο όλων εκείνων των σημαντικών κωμικών, που, έπειτα από μια πετυχημένη πορεία, οι «υπεύθυνοι» τους ξεχνάνε και δεν τους δίνουν ούτε ένα γκεστ στην τηλεόραση. Είχα τη χαρά και την τιμή να γνωρίσω τον Αλέκο Τζανετάκο πολύ πριν ξεκινήσει η μεγάλη περιπέτεια με την υγεία του, που τελικά δεν άντεξε. Πολύ αξιοπρεπής άνθρωπος, υπερήφανος, δεν θέλησε τότε, ούτε όταν ανέβαινε το δικό του Γολγοθά με το πρόβλημα της υγείας του, να αναφερθεί σε φίλους και συναδέλφους που τον είχαν αγνοήσει. Δεν έβγαζε πικρή κουβέντα από το στόμα του. Ήταν γεμάτος καλοσύνη και ευαισθησία. Άλλωστε, αυτό που ήθελε το είχε.
Τις δύο αγαπημένες του αδερφές, την Κάσι και τη Νινή, που τον φρόντιζαν, αλλά και τον κόσμο, που του έδειχνε τη λατρεία του μέχρι την τελευταία στιγμή που νοσηλευόταν στο «Σωτηρία». Όλη αυτή η αγάπη που εισέπραττε τον έκανε πιο δυνατό. Ούτε για μια στιγμή δεν έχασε το χιούμορ του και το γέλιο του, την αισιοδοξία του. Ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος, χωρίς απωθημένα, αφού στη ζωή του έκανε πάντα αυτό που ήθελε. Δεν ήταν τυχαίο ότι είχε αρραβωνιαστεί 17 φορές, καθώς ο έρωτας ήταν μία από τις σημαντικότερες αξίες του.
«Τις γυναίκες τις σεβόμουνα πάντα. Με λάτρεψαν και τις λάτρεψα», είχε πει για το μεγάλο του πάθος, όπως είχε παραδεχτεί. Δεν είχε κρύψει μάλιστα ότι η πρώτη του μεγάλη αγάπη ήταν η Μάρθα Καραγιάννη, την οποία ήθελε να παντρευτεί. «Την αγάπησα πολύ, ήθελα να την παντρευτώ, αλλά αυτή δεν ήθελε γάμο. Ήθελε να προχωρήσει στη δουλειά μας. Ήταν από τις ωραιότερες γυναίκες που πέρασαν από τον κινηματογράφο και το θέατρο».
Άλλες του λατρείες, εκτός από τις γυναίκες που όμως με καμιά δεν πέρασε τα σκαλιά της εκκλησίας, ήταν τα γρήγορα αυτοκίνητα και οι μοτοσικλέτες. Μάλιστα, είχε κερδίσει 10 κύπελλα σε ισάριθμους αγώνες. Όμως, η δουλειά του, ο κινηματογράφος και το θέατρο, ήταν για εκείνον το δεύτερο μεγάλο πάθος. Ο ρόλος του «καρπαζοεισπράκτορα», όπως τον είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος με το χιούμορ που τον χαρακτήριζε πάντα, έγινε σήμα κατατεθέν για εκείνον παίζοντας δίπλα στον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, τον Κώστα Βουτσά και άλλους σημαντικούς ηθοποιούς. Ήταν η ψυχή της παρέας στα πλατό αλλά και τα παρασκήνια της κάθε ταινίας που γύριζε. Όμως και στο θέατρο έκανε μεγάλες επιτυχίες, παίζοντας στο πλευρό μεγάλων κωμικών όπως οι: Ορέστης Μακρής, Βασίλης Αυλωνίτης, Νίκος Σταυρίδης, Ρένα Βλαχοπούλου, Θανάσης Βέγγος.
Αξιοπρεπής, αυτάρκης, «ζυμωμένος» με όλες τις αξίες των μεγάλων κωμικών, κατάφερε να γίνει στον κινηματογράφο το φιλαράκι, που έκανε πλάκες και γλεντούσε τη ζωή. Δεν κλάφτηκε ποτέ, δεν παραπονέθηκε, ούτε παρακάλεσε για ένα ρόλο. Έμεινε ένας λαϊκός ήρωας που με το χιούμορ και τις ατάκες του «σφράγισε» τις καρδιές των απλών ανθρώπων.
Αυλαία... Σ.Μ.