Aπό την ΤΖΕΝΗ ΜΕΛΑ
Απολαμβάνει τον κάθε του ρόλο και «μετράει» πολλούς, τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο και στην τηλεόραση. Ο Δημήτρης Καλλιβωκάς, αγαπημένος ηθοποιός, δεν σταματάει ποτέ να αποκτά νέες εμπειρίες, να ασχολείται και να παρατηρεί πως τίποτα δεν είναι στον... αέρα!Η φετινή σας εμφάνιση είναι ως Ορέστης, ένας άνθρωπος «ατίθασος», στη σειρά του Mega «Όλα στον αέρα»...
«Είναι ένας ρόλος τον οποίο βρίσκω αρκετά συμπαθητικό, αλλά που κάνει και αταξίες, οι οποίες δεν ταιριάζουν με το χαρακτήρα μου, αλλά είμαι υποχρεωμένος να τις παίξω, να τις υποκριθώ, γιατί βέβαια είναι μέσα στο σενάριο. Εκεί πάντα υπερτονίζονται... Για παράδειγμα, βοηθάω τον εγγονό μου να κάνει κοπάνα από το σχολείο, κάτι που είναι απαράδεκτο για έναν παππού. Μετά συμφωνούμε ότι θα τον βοηθήσω, επειδή θέλω κι εγώ να με βοηθήσει σε κάτι, αλλά του κάνω μάθημα εγώ για δυο τρεις μέρες που δεν θα πάει στο σχολείο».
Υπερβολικό επίσης είναι ότι αυτός ο πατέρας «τρώει» και τη δουλειά της κόρης του.
«Ακριβώς, αλλά, πρώτον, έχει μείνει χρόνια χωρίς δουλειά και, δεύτερον, ότι από τη στιγμή που γυρίζει στην κόρη του γιατί έλειπε αρκετό διάστημα στη Θεσσαλονίκη παρατηρεί ότι βρίσκεται μέσα σε μια ένταση και είναι πολύ φορτισμένη ψυχολογικά. Ένας από τους λόγους που το κάνει είναι για να την ανακουφίσει, γιατί ενδεχομένως να μην είναι η κατάλληλη εποχή για να λάβει μέρος στην παρουσίαση και η ίδια. Ο Ορέστης έχει κάποιες ευαισθησίες, κάποιες συστολές στις πράξεις του, αλλά βέβαια δεν είναι ο σωστός άνθρωπος και δεν μου μοιάζει καθόλου σαν χαρακτήρας. Εγώ είμαι ορθολογιστής και υπεύθυνος και δεν θα έκανα τίποτα από αυτά. Όμως, εδώ είναι και η γοητεία των ρόλων. Πολλές φορές παίζουμε ρόλους που δεν ταιριάζουν στο χαρακτήρα μας και ίσως να διδασκόμαστε κιόλας από αυτούς».
Σας ακούνε οι νεότεροι στο γύρισμα; Πώς βλέπετε τη νεότερη γενιά των ηθοποιών;
«Είναι πολύ καλή. Αν μου ζητήσουν, τους βοηθάω. Επειδή ήμουν χρόνια καθηγητής σε δραματικές σχολές, γι αυτό ακριβώς έχω ιδιαίτερη συμπάθεια στους νέους. Τους πιστεύω, αλλά είναι και η εποχή μας λίγο δύσκολη, όπως και ανεκτική ταυτόχρονα. Δεν βασανίζει το νέο για να τον βάλει στο σωστό δρόμο. Του δίνει κάποιες ευκολίες, του πετάει κάποια... κόκαλα και αυτός τα αρπάζει και αρχίζει να τα γλείφει. Είναι ένα μειονέκτημα».
Υπάρχουν όμως ταλαντούχοι νέοι, έτσι δεν είναι;
«Βέβαια. Και χαίρομαι όταν βλέπω άλλες σειρές και ηθοποιούς που είναι πολύ καλοί. Τότε λέω: Ποπό, τι καλοί που είναι, μακάρι να ήταν και αυτοί στο δικό μας σίριαλ. Η διανομή που έχει γίνει στη δική μας σειρά είναι επίσης επιτυχημένη και όλοι παίζουν πολύ καλά, πολύ χαριτωμένα, πολύ τσαχπίνικα, γιατί η σκηνοθεσία έχει μοντέρνα ματιά. Κινούνται τόσο οι ηθοποιοί όσο και η κάμερα. Αυτό είναι πολύ σπάνιο. Συνήθως υπάρχουν δύο κάμερες, που στήνονται και τραβάνε τον έναν ή τον άλλο, για να γίνεται πιο εύκολη και πιο φθηνή η παραγωγή. Εδώ είναι διαφορετικά και προσπαθούμε να κάνουμε ένα είδος που να μοιάζει με κινηματογράφο και όχι με τηλεόραση».
Τι είναι αυτό που μετράει για σας και σας κάνει να αποδεχθείτε μια πρόταση στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση;
«Πρώτα απ όλα δεν λέω πολλά ναι τα τελευταία χρόνια, όπως και νέος δεν έλεγα πολλά ναι, γι αυτό και έχω γυρίσει μόνο 30 ταινίες σε όλη μου την καριέρα. Αυτό σημαίνει ότι από νέος είμαι κάπως δύσκολος, κάπως επιφυλακτικός, θα έλεγα. Έψαχνα, μεμψιμοιρούσα, θα έλεγα, το κάθε σενάριο. Θέλω να είναι αληθινό, να ταιριάζει στην εποχή μας, να ταιριάζει στους χαρακτήρες, που με τη σειρά τους να μην είναι ψεύτικοι, να υπάρχουν στην κοινωνία μας. Ας είναι υπερβολικοί, αρκεί οι υπερβολές να βγαίνουν μέσα από πιθανές στιγμές και όχι από φανταστικές, άσχετες. Κι ακόμα, να είναι δικαιολογημένες μέσα στο σύνολο του έργου. Από εκεί και πέρα παίρνω το ρόλο μου και αν έχει κάποιο ενδιαφέρον, αν μου ταιριάζει, αν με συγκινεί, γιατί τώρα πια είμαι σε μια ηλικία που δουλεύω πιο πολύ για το κέφι και όχι από επαγγελματική υποχρέωση, λέω το ναι».
Και το απολαμβάνετε...
«Το απολαμβάνω, παρόλο που με κουράζει πολύ. Ξέρετε, κάθε μέρα γυρίσματος είναι σαν μια πρεμιέρα στο θέατρο. Πόση αγωνία έχουμε όταν κάνουμε μια πρεμιέρα; Ε, αυτή την αγωνία την έχουμε την ημέρα του γυρίσματος».
Έχετε την ίδια αγωνία πάντα;
«Και περισσότερη θα έλεγα! Νομίζω ότι όσο μεγαλώνουμε, γινόμαστε πιο ανήσυχοι, υπερευαίσθητοι, γνωρίζουμε περισσότερα. Πάντα το μυαλό μου τρέχει στα λάθη που μπορεί να γίνουν από απροσεξίες, από κινήσεις, από εκφράσεις που δεν είναι σωστές. Έχω λοιπόν μεγάλη αγωνία να είμαι σωστότερος. Ο χρόνος της τηλεόρασης είναι πάντα περιορισμένος. Αναρωτιέμαι πολλές φορές, γιατί στην τηλεόραση να κάνουμε τρεις πρόβες μόνο και στο θέατρο να κάνουμε τρεις μήνες πρόβες; Αυτό είναι το μεγάλο μειονέκτημα όσον αφορά την υποκριτική, ότι η τηλεόραση δεν μπορεί να διαθέσει το χρόνο που χρειάζεται ο ηθοποιός για να ωριμάσει το ρόλο. Το ψάξιμό του και το ωρίμασμα δεν γίνονται μέσα σε τρεις πρόβες».
Εσείς έχετε τόση εμπειρία πίσω σας, που δεν χρειάζεστε περισσότερες...
«Η εμπειρία δεν είναι ποτέ αρκετή για οποιονδήποτε. Όταν δημιουργεί ο καλλιτέχνης, πρέπει να το βασανίζει. Αν νομίζει ότι έχει πετύχει το τέλειο, τότε κάνει το μεγάλο του λάθος».
Έτσι το «βασανίζετε» κι εσείς μέχρι σήμερα;
«Όχι μόνο εγώ... Αυτός είναι ο κανόνας της τέχνης».
Οι περισσότεροι δεν το κάνουν. Εσείς προέρχεστε από μια άλλη γενιά.
«Σύμφωνοι. Μάθαμε διαφορετικά. Όταν ήμουν στη δραματική σχολή, μαθητής του Ροντήρη, που ήταν πολύ αυστηρός, δεν μας άφηνε ποτέ να φτάσουμε στο τέρμα του ρόλου, γιατί έλεγε ότι ποτέ δεν φτάνουμε σε ένα τέρμα. Ψάχνοντας κάθε μέρα, μπορεί να βρεις κάτι καινούργιο. Σε παραστάσεις που είχα την τύχη να παίξω και έγιναν επιτυχία για δύο σεζόν, για τρεις σεζόν, κάτι έψαχνα μέχρι την τελευταία ημέρα. Βέβαια, ο ρόλος μού άρεσε και με συγκινούσε. Αν ο ρόλος δεν μου αρέσει και τον κάνω από ανάγκη, όπως έκανα μερικές φορές στη ζωή μου από επαγγελματικές δεσμεύσεις που είχα, εκεί να δείτε βασανισμός! Ευτυχώς, έτυχε λίγες φορές. Ήμουν αρκετά ελεύθερος και ελάχιστες φορές στη ζωή μου υποτάχθηκα σε ανάγκες που δεν ήθελα».
Τι νοσταλγείτε από εκείνη την εποχή;
«Την υπευθυνότητα. Πηγαίναμε με αγωνία, με σκέψη, με προβληματισμό. Και τώρα πάμε, αλλά δεν είναι το ίδιο. Είναι πιο εύκολα τα πράγματα. Τα πλατό είναι πολύ ωραία οργανωμένα. Οι τεχνικοί είναι έμπειροι και κάνουν πολύ καλύτερα τη δουλειά τους. Όλες οι συνθήκες είναι πολύ πιο ευνοϊκές και τα χρήματα είναι πολύ περισσότερα για να γίνει μια παραγωγή, για την οποία εκείνον τον καιρό τα χρήματα δεν έφταναν ποτέ. Ήταν τα χρήματα που έβαζε και πονούσε γι αυτά ένας παραγωγός, γιατί, αν τα έχανε, δεν είχε για να κάνει άλλη ταινία. Μας μετέφερε κι εμάς αυτή την αγωνία του. Τώρα η κοινωνία έχει γίνει πολύ ανεκτική. Αν δεν σου αρέσει μια εκπομπή, θα δεις μια άλλη. Τότε όμως, αν πήγαινες στο σινεμά και δεν σου άρεσε η ταινία, μάθαινες ποιος είναι ο παραγωγός, ποιος έκανε το σενάριο και δεν ξαναπατούσες σε δικές τους δουλειές. Τώρα δεν το ψάχνεις».
«Μετράτε» 50 και παραπάνω χρόνια στο χώρο και έχετε καταφέρει να δίνετε συνεχώς το «παρών» και στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο.
«Η διαχρονικότητα είναι αυτή που χαρακτηρίζει τον ηθοποιό. Το να παραμείνεις στο επάγγελμα είναι πολύ δύσκολο. Περνάς πάντα κάποιες διακυμάνσεις. Κάποιες φορές το επάγγελμα με πέταξε ψηλά, μετά με... προσγείωσε και τώρα πια είμαι μεγάλος και δεν έχω τη διάθεση να αγωνιστώ για να κάνω δικές μου δουλειές. Θα έπρεπε πλέον να κάνω δικές μου δουλειές, αλλά δεν έχω την αντοχή, γι αυτό είμαι συμπληρωματικός».
Πώς περνάτε τη μέρα σας;
«Δουλεύοντας. Είμαι χειρώνακτας, κάνω πολλά πράγματα. Έπιπλα, αντικείμενα, σκάβω στον κήπο μου, μαστορεύω πολύ, δεν κάθομαι καθόλου. Έπαιζα σκάκι παλιά. Έχω φτιάξει μια σκακιέρα από ξύλο, έβενο και μαόνι. Είμαι τέταρτος στους πρώτους πανελλήνιους σκακιστικούς αγώνες των ηθοποιών».
Αυτό είναι άλλο ένα ταλέντο σας.
«Ο άνθρωπος πρέπει να ασχολείται. Να μην αφήνει τα πράγματα δίπλα του χωρίς να τα παρατηρεί. Εγώ έχω πολλές ανησυχίες...».