Ο Αλέκος Φασιανός, ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής του άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του, όπου και βρισκόταν τον τελευταίο καιρό αντιμετωπίζοντας σοβαρά προβλήματα υγείας. Ήταν 87 ετών. Αφήνει πίσω του ένα πλούσιο έργο, τη σύζυγό του, Μαρίζα και τα δυο παιδιά τους, Βικτώρια και Νίκο.
«Εγινα ζωγράφος για να είμαι ελεύθερος. Η ζωή είναι αναπνοή για μένα. Δράση, έκφραση, αγωνία για το επόμενο έργο, αλλά και λύτρωση κάθε φορά που υλοποιείται.Από μικρός κατάλαβα ότι αυτό ήταν το πάθος μου. Παιδί ακόμα σκεφτόμουν να γίνω καπετάνιος, αλλά με απασχολούσε η ερώτηση: Πώς θα ζωγράφιζα μέσα στο καράβι; Μέσα στο καράβι; Η μητέρα μου ήθελε να γίνω φιλόλογος. Η ίδια ήταν φιλόλογος, επιθεωρήτρια Λυκείου μάλιστα. Μου έλεγε: “Γίνε καθηγητής να έχεις μια σταθερή εργασία και ζωγράφιζε τα Σαββατοκύριακα. Ο γείτονας μας, ο κύριος Τσίρκας, αυτό κάνει. Είναι οδοντίατρος και κάθε Κυριακή ψέλνει στην εκκλησία, που του αρέσει πολύ”. “Εγώ θέλω μόνο να ζωγραφίζω”, της απαντούσα», είχε πει σε συνέντευξη που παραχώρησε τον Φεβρουάριο του 2021 στη Μαρία Λεμονιά και το Πρώτο Θέμα.
Ποιος ήταν ο Αλέκος Φασιανός
Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Ήταν εμβληματικός ζωγράφος και ξεχώριζε καθώς σε αντίθεση με άλλους έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του 30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.
Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και εννιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά. Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.