Ελένη Ζιώγα: "Αρνούμαι να ελληνοποιήσω ξένο σίριαλ"

25.07.2008
Απουσίασε αρκετό καιρό από την τηλεόραση... Τη νέα σεζόν, όμως, η Ελένη Ζιώγα επιστρέφει και μάλιστα με ένα εντελώς διαφορετικό είδος σειράς από αυτά που μας έχει συνηθίσει.

Από τον Αστέρη Κασιμάτη

Απουσίασε αρκετό καιρό από την τηλεόραση... Τη νέα σεζόν, όμως, η Ελένη Ζιώγα επιστρέφει και μάλιστα με ένα εντελώς διαφορετικό είδος σειράς από αυτά που μας έχει συνηθίσει. Η γνωστή σεναριογράφος-στιχουργός γράφει την πρώτη της τηλεοπτική κωμωδία για λογαριασμό του Alpha και μιλάει στο ΛΟΙΠΟΝ για τη νέα της δουλειά, αλλά και γιατί αρνήθηκε να αναλάβει την ελληνοποίηση ενός ξένου concept, όπως είναι πλέον της μόδας.

Με κωμωδία επιστρέφετε, λοιπόν...

«Ναι. Είναι μια ανατρεπτική και ακραία κωμωδία. Θα έλεγα ότι είναι πολύ ελληνική, με την έννοια ότι πατάει σε ελληνικά πράγματα. Οι χαρακτήρες είναι άκρως ελληνικοί, μιας και οι ήρωες έχουν αδυναμία στα παιδιά τους, παθολογική μάλιστα. Αυτό είναι μεσογειακό στοιχείο. Οι καταστάσεις είναι τελείως τρελές στα όρια του σουρεαλισμού, αν και βασίζεται σε πράγματα αληθινά, αλλά είναι τραβηγμένο στο άκρο της κωμωδίας. Το σίριαλ κινείται στο ποτάμι της ανάγκης των ανθρώπων για αγάπη και ειρήνη. Οι ήρωες επιλέγουν το μίσος και τον πόλεμο. Αυτό δημιουργεί κωμικές καταστάσεις».

Θα μας πείτε με λίγα λόγια το στόρι;

«Κεντρική ηρωίδα είναι η Ζωζώ (Αιμιλία Βασιλακάκη), μια αγρότισσα και παραγωγός που καλλιεργεί και πουλάει τα προϊόντα της σε πάγκους της λαϊκής. Αγαπάει παθιασμένα την emo κόρη της και προσπαθεί να... συνδικαλίσει τους βιολογικούς καλλιεργητές, ώστε να πουλάνε φτηνά τα προϊόντα τους. Την μποϊκοτάρει, όμως, ο Διαγόρας (Γιώργος Παρτσαλάκης), ένας μαφιόζος μεταπράτης οπωροκηπευτικών. Είναι παντρεμένος με μια σκύλα αριστοκράτισσα, τη Βιολέτα, την οποία υποδύομαι. Με λέει μπέμπα κι εγώ τον λέω ντιντί. (Γέλια.) Έχουμε κι έναν 20άχρονο trendy γιο. Ο Διαγόρας σαμποτάρει διαρκώς το συνεταιρισμό που θέλει να δημιουργήσει η Ζωζώ, το μίσος τους είναι ασίγαστο και προσπαθεί ο ένας να εξοντώσει τον άλλο. Βέβαια, και τα παιδιά τους μισούνται αρχικά, αλλά στην πορεία ερωτεύονται. Αυτό δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερο μίσος ανάμεσα στους γονείς. στερα, όμως, τα πράγματα ανατρέπονται παράξενα...».

Πώς καταλήξατε στον τίτλο «Η μάχη του Μαραθώνα»;

«Σκέφτηκα η περιοχή που θα εκτυλίσσεται το στόρι της σειράς να είναι κάπου κοντά στην Αθήνα, στα περίχωρα. Επέλεξα το Μαραθώνα, που έχει καλλιεργητές, ενδείκνυται για γυρίσματα και φυσικά ταιριάζει και λόγω της μάχης μεταξύ των ηρώων. Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι η Ζωζώ πήγε σχολείο μέχρι το δημοτικό και κάνει απέλπιδες προσπάθειες να μάθει γράμματα, δηλαδή γραμματική, ιστορία... Έχει τρέλα με την ιστορία, προσπαθεί να είναι αυτοδίδακτη. Επομένως, λόγω του πάθους της με τη μάθηση και με την ιστορία, ήρθε... κουτί ο τίτλος».

Γιατί αποφασίσατε τα παιδιά να είναι emo και trendy;

«Δεν είναι με την έννοια την ιδεολογική, αλλά της εξωτερικής εμφάνισης, που όμως κουβαλάει και μια ιδεολογία. Ας πούμε, οι trendy είναι οι φλούφληδες, που λέγαμε παλιά, οι βουτυρομπεμπέδες. Οι emo είναι, με την εξελιγμένη έννοια, μια μοδάτη ιδεολογία. Και οι δύο έχουν ως βάση το να κάθεσαι και να μη δουλεύεις. Αυτός είναι και ο πόνος και των δύο γονιών. Ότι τα παιδιά τους είναι τεμπέλικα».

Μείνατε για αρκετό καιρό εκτός τηλεόρασης...

«Προφανώς έτσι έπρεπε να γίνει. Ήθελα πολύ καιρό να κάνω κωμωδία και μέχρι να καταλήξουμε στο πώς θα ήταν πέρασε αρκετός καιρός. Το βασικό ήταν ότι δεν ήθελα να κάνω δράμα. Μετά την κομεντί Σαν αδελφές έκανα τρία δράματα. Από εκεί και πέρα καλλιτεχνικά αισθάνθηκα ότι πάνω σ' αυτό το είδος δεν είχα να πω τίποτε άλλο. Τώρα είναι η ώρα της κωμωδίας, την οποία από καιρό επεξεργαζόμουν, μη σου πω ότι καιρό πριν αρχίσω να γράφω δράματα είχα ροπή προς την κωμωδία».

Πώς σας φαίνεται η επέλαση των ξένων concepts;

«Δεν μ αρέσει καθόλου. Διαφωνώ κάθετα. Είναι μια μόδα που δεν την καταλαβαίνω. Νομίζω ότι θα τελειώσει πολύ γρήγορα. Από τις ελληνοποιήσεις που έγιναν ελάχιστες άξιζαν. Δηλαδή, κάλλιστα ένας σεναριογράφος μπορεί να σκεφτεί ένα concept σαν αυτά που έρχονται από τη Βραζιλία και την Αργεντινή, και μάλιστα πολύ καλύτερα και πολύ πιο ελληνικά. Δηλαδή, αν ψάχνουμε για ένα λαϊκό είδος τηλεόρασης, μια χαρά βρίσκεται ο σεναριογράφος στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλοί καλοί σεναριογράφοι του συγκεκριμένου είδους στην Ελλάδα. Προσπαθούν να κάνουν μια ελληνοποίηση καταστάσεων που καθόλου ελληνικές δεν είναι.

Ειδικά σε ορισμένα αργεντίνικα, τα οποία γίνονται κάκιστα. Και όχι λόγω των σεναριογράφων, αλλά επειδή προσπαθούν να στριμώξουν την ελληνική πραγματικότητα σε κάτι που είναι γραμμένο για κάτι άλλο. Πάνω σε μια ξένη πραγματικότητα. Και πιστεύω ότι οι σεναριογράφοι υποφέρουν κάνοντας ελληνοποιήσεις ξένων σίριαλ».

Σας έκαναν πρόταση να ελληνοποιήσετε κάποιο ξένο concept;

«Ναι, φέτος, και αρνήθηκα. Με έσωσε ευτυχώς το σίριάλ μου και ότι έχω χρήματα στην τράπεζα που μου επιτρέπουν να ζήσω για άλλους έξι μήνες. (Γέλια.)»

Δεδομένου ότι τα ξένα concepts πάνε καλά από άποψη τηλεθέασης, σας αγχώνει ο ανταγωνισμός;

«Όχι, καθόλου. Ίσα ίσα μάλιστα θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που φέτος ανάμεσα στα λίγα ελληνικά σίριαλ που εγκρίθηκαν ήταν και το δικό μου. Μια καθαρόαιμη ελληνική σειρά που θυμίζει από παλιά ελληνική κωμωδία μέχρι μαύρη κωμωδία. Οι χαρακτήρες είναι πολύ ελληνικοί, δεν μπορεί να μην τους αγαπήσει ο κόσμος. Και να σου πω την αλήθεια, ποτέ δεν σκεφτόμουν ανταγωνιστικά».

Τη σκηνοθεσία της σειράς ανέλαβε ο Νίκος Κουτελιδάκης.

«Νιώθω πολύ τυχερή σ' αυτό, διότι ο Νίκος είναι από τους λίγους σκηνοθέτες που ξέρει να χειρίζεται τους ηθοποιούς και στο δράμα και στην κωμωδία. Δουλεύει σαν να ανεβάζει θεατρική παράσταση. Είσαι ασφαλής μαζί του. Και στην κωμωδία είναι το Α και το Ω αυτό».