Ενα σπίτι στο ξέφωτο του δάσους μοιάζει να έχει «αποδράσει» από τον κόσμο των παραμυθιών. Ιδιοκτήτης του σπιτιού είναι ο γνωστός φωτογράφος Γιάννης Γιαννέλος. Συνηθισμένος να εστιάζει με το φακό του στην επιφάνεια χώρων και αντικειμένων, «παίζει» με το φως, αναδεικνύοντας σχήματα και υφές. Εχοντας διατηρήσει ζωντανές τις παιδικές του αναμνήσεις από τις διακοπές στο Πήλιο, αγόρασε ένα κτήμα με καστανιές έξω από το χωριό Μηλιές. Ο αρχιτέκτονας που συνεργάστηκε, ο Δημήτρης Φιλιππιτζής, κατανόησε απόλυτα την επιθυμία του ιδιοκτήτη για μια «διαφορετική» κατοικία. Η κοινή αγάπη για τη φύση και τα πρωτογενή υλικά, αποτέλεσαν την ιδανική δίοδο επικοινωνίας μεταξύ τους. Πέτρες που μαζεύτηκαν από χωράφια κι από ποτάμια, άλλες από παλιά κτίσματα με τους σοβάδες ακόμα ευδιάκριτους επάνω τους, χρησιμοποιήθηκαν στο χτίσιμο του σπιτιού για το παραδοσιακό κουρασάνι - ρωμαϊκό κονίαμα με θηραϊκή γη και θρυμματισμένα κεραμίδια, που παίρνει χρώμα με τον καιρό. Μεγάλες πλάκες Πηλίου για τα δάπεδα, σιδεριές για τα παράθυρα που δεν έχουν παντζούρια και κορμοί από καστανιές για την ξυλοδεσιά της στέγης, τις εσωτερικές σκάλες, τις πόρτες και τα απολύτως απαραίτητα φορητά έπιπλα, «υψώθηκαν», διαμορφώνοντας έναν εύπλαστο όγκο. Ακολουθώντας φυσικές επιταγές και συγχωνεύοντας όλα τα παραδοσιακά γνωρίσματα της περιοχής - στέγες, ανοίγματα με ξύλινα κουφώματα και πλάκες Πηλίου, τζάκι και φούρνος στην αυλή- δημιουργήθηκε μια ξεχωριστή κατοικία.
Το σπίτι άρχισε να χτίζεται το 1999. Χωρίς τις γνώσεις και το μεράκι του Στεφανή, του μάστορα που έφτιαξε τα πάντα, τίποτα δε θα ταν το ίδιο. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής ο ιδιοκτήτης έκοβε ξύλα από το δάσος, μάζευε από τη θάλασσα όσα του έκαναν εντύπωση, ταξίδευε για να βρει παλιά κομμάτια από τρένα και μεταλλικά εξαρτήματα αχρηστεμένα και έτσι έστησε ένα αυτοσχέδιο εργαστήρι στο υπόγειο του σπιτιού. Πρώτα έκανε άτεχνα κοψίματα με το αλυσοπρίονο και κατόπιν δούλευε υπομονετικά τις φόρμες του με το σκαρπέλο και γυαλόχαρτα, υπακούοντας στις απαιτήσεις του ίδιου του υλικού. Οταν έφτανε στην πιο βελούδινη υφή, περνούσε τα έργα του με λάδια και κεριά και τα άφηνε να «ζουν» φυσιολογικά. Το κύριο οίκημα είναι ένας ψηλός, ενιαίος χώρος. Αποτελείται από ένα καθιστικό με τζάκι, με όλα τα παράθυρα προσανατολισμένα στον Παγασητικό, την κουζίνα και το κελάρι τρία σκαλοπάτια χαμηλότερα κι ακριβώς από πάνω το ανοιχτό πατάρι, όπου οργανώθηκε η κρεβατοκάμαρα με το μπάνιο της. Χοντροί κορμοί χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της παραδοσιακής στέγης, που δημιουργεί την αίσθηση της ασφάλειας και της προστασίας από τα έντονα καιρικά φαινόμενα. Μια βιβλιοθήκη-παρένθεση στη λιθοδομή και μια σκάλα-γλυπτό με ξύλινα πατήματα από παλιά στέγη, γαντζωμένη στον τοίχο σαν εξέδρα, ένα φινιστρίνι στην εξώπορτα, το χαμηλό ορθογώνιο τραπέζι και τα τεράστια ηχοσυστήματα, μοιάζουν να είναι οι μοναδικές ανθρώπινες παρεμβάσεις στο εσωτερικό του σπιτιού. Η κουζίνα-εστία στον ένα τοίχο και ένας πάγκος εργασίας ελεύθερος στο χώρο, είναι τα άκρως απαραίτητα για τη λειτουργία του εξοχικού. Ενας μακαράς από παλιό σκαρί, συγκρατεί τα πλεχτά καλάθια με τα τρόφιμα, που εντείνουν την country ατμόσφαιρα. Η πρόσοψη του ψυγείου καλύφτηκε με χοντρά ξύλα και τα πόμολά του φτιάχτηκαν από... κλαράκια δέντρων.
Το κωνικό τζάκι προεκτείνεται προς τα πάνω, δημιουργώντας ένα δεύτερο, που ζεσταίνει τον απέριττο οντά. Το χαμηλό κρεβάτι φτιάχτηκε από δυο ράγες τρένου και τάβλες καστανιάς, η μικρή σκάλα που ακουμπά στον τοίχο λειτουργεί και σαν κρεμάστρα, ενώ δυο παλιές βαλίτσες φιλοξενούν τα εκτός εποχής ρούχα. Στην άκρη του παταριού διαμορφώθηκε το μπάνιο. Η χτιστή μπανιέρα με καμπύλες κάτω από το παράθυρο, ο παλιός, μαρμάρινος νιπτήρας που στηρίζεται σε ξύλινη κολόνα και μια σύνθεση από κισσούς, δημιουργούν ένα γλυπτό ελεύθερο μέσα στο χώρο, που ορίζει χωρίς να διαχωρίζει. Υπάρχει επίσης ένας αυτόνομος ξενώνας και, φυσικά, το ξυλουργείο. Το μπάνιο του ξενώνα θυμίζει σπηλιά με βράχια και όλα τα αξεσουάρ είναι φτιαγμένα από ξύλα της θάλασσας. Γενικά, στο σπίτι υπάρχουν μόνο παλιά πράγματα, που ο ιδιοκτήτης συγκέντρωσε από όλη την Ελλάδα, όπως γρανάζια, ζυγαριές, μακαράδες, μια σιδερένια βρύση δρόμου του 63 κι άλλα μικροπράγματα. Τα ζωντανά υλικά, το «πάντρεμα» διαφορετικών ξύλων, η φθορά, η αφαιρετικότητα και ο μύθος συνθέτουν το καταφύγιο του Γιάννη Γιαννέλου, που μέσα σε αυτό ζει το παραμύθι του!