Τρία στοιχεία ορίζουν την ακαταμάχητη γοητεία αυτού του διαμερίσματος: Η τεράστια τζαμαρία στην πρόσοψη (ένα διαφανές όριο μεταξύ του μέσα και του έξω), η θέα προς την μπούκα του λιμανιού του Πειραιά και ο σχετικά απρόσκοπτος ορίζοντας. Τέλος, η βεράντα, στην οποία νιώθεις σαν να αιωρείσαι πάνω από το θαλασσινό νερό. Το διαμέρισμα βρίσκεται σε ένα κτίριο γραφείων και αρχικά είχε σχεδιαστεί γι’ αυτήν τη χρήση.
Ετσι προκύπτει η άλλη σπουδαία μοναδικότητά του: Το τεράστιο, μονόχωρο επίμηκες living room. Οσον αφορά το «ατάραχο» στυλ της διακόσμησης, ο Σταύρος Παπαγιάννης διευκρινίζει: «Ως σχεδιαστής εσωτερικών χώρων, συχνά προτείνω τον τάδε "διάσημο" καναπέ ή τη δείνα πολυθρόνα, που ειλικρινά αγαπώ και θαυμάζω. Ποτέ όμως δεν αισθάνθηκα ότι οφείλω να έχω μόνο τέτοια έπιπλα. Αλλωστε, τα πολύ καλοσχεδιασμένα έπιπλα και αντικείμενα, τα υπερ-ντιζαϊνάτα, "απαιτούν" να βρίσκονται σε χώρους ανάλογης αρχιτεκτονικής αιχμής και κατασκευαστικής τελειότητας. Οταν το κέλυφος που τα υποδέχεται δεν είναι της κλάσης τους, τότε φαντάζουν σαν να του αντιστέκονται. Εξάλλου, μπορεί να είμαι designer, αλλά δεν είμαι πλούσιος. Εφτιαξα, λοιπόν, το σπίτι μου με ειλικρίνεια, χωρίς να επιδιώκω να δείξω ότι έχω κάτι παραπάνω από αυτό που πραγματικά μπορώ να έχω».
Στη βεράντα δεν υπάρχει τέντα, για να μη διακόπτει την επαφή του βλέμματος με τον ουρανό και να μην περιορίζει το κάδρο του ορίζοντα. Aλλωστε, δεν ήταν αναγκαία, λόγω βορινού προσανατολισμού. Καθοριστικής σημασίας για το στυλ της ήταν η απόφαση να είναι «παντός καιρού». Δηλαδή, δεν «μαζεύεται» και «ξαναστήνεται» ανάλογα με τις καιρικές μεταβολές –είναι μονίμως πανέτοιμη να υποδεχθεί επισκέπτες.
Τα έπιπλα σχεδιάστηκαν από τον Σταύρο Παπαγιάννη. Η τραπεζαρία σχηματίζεται από τέσσερα μεταλλικά τετράγωνα τραπέζια με μαρμάρινη τάβλα. Τα ίδια επαναλαμβάνονται, σε χαμηλό ύψος, ως τραπεζάκια του καθιστικού. Ο βαθύς αναπαυτικός καναπές είναι επίσης μεταλλικός και τα μαξιλάρια του ντυμένα με ειδικό ύφασμα για εξωτερικούς χώρους. Οι καρέκλες είναι κλασικές ξύλινες «του σκηνοθέτη» –χαμηλού κόστους συντήρησης ή αντικατάστασης.
Η σημερινή εκδοχή του σπιτιού προέκυψε από την ανάγκη δημιουργίας ενός ξενώνα. Αυτός κατέλαβε τη θέση της κρεβατοκάμαρας κι έτσι εκείνη αναγκαστικά «μετακόμισε» στο living room. Για τον σκοπό αυτό δημιουργήθηκε μια σειρά από όμοιες χαμηλές βιβλιοθήκες, οι οποίες στήθηκαν η μία δίπλα στην άλλη έτσι ώστε στην κάτοψη να σχηματίζουν ένα Γ. Αυτό αγκαλιάζει τρυφερά και στοργικά ένα διπλό κρεβάτι και κατά κάποιον τρόπο το απομονώνει από τον υπόλοιπο χώρο. Χάρη στην κρεβατοκάμαρα, ένα τρίτο ζωηρό χρώμα μπήκε στον χώρο του living room: Ενα θερμό πράσινο, που ακτινοβολεί την καλή ενέργειά του. «Η κρεβατοκάμαρα ισορρόπησε στο living room και αυτό τον νέο χώρο που όρισε μού αρέσει να τον λέω οντά, παρά το ότι δεν με έχει κάνει να περνάω περισσότερες ώρες ξάπλα στο κρεβάτι», λέει ο Σταύρος Παπαγιάννης και συμπληρώνει: «Κάθε σπίτι μπορεί να αποκτήσει ξαφνικά περισσότερους κατοίκους, αλλά ταυτόχρονα να διατηρήσει το στυλ του. Κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε γιατί βολεύει στην εποχή μας, όπου ο κόσμος αναγκάζεται να συγκατοικεί. Οταν προκύψει η ανάγκη, βρίσκεις πάντα λύση».
Κείμενο: Γιάννης Κωνσταντινίδης, Φωτογραφίες: Τάκης Σπυρόπουλος