Οι ειδικοί επί των μετεωρολογικών φαινομένων στην πολιτική / ηθική ατμόσφαιρα της σύγχρονης αυτοκρατορίας θα συμφωνούσαν λίγο πολύ ότι η πρώτη πενταετία των 70s έφερε στο κατώφλι του μεσοαστικού λαϊφστάιλ έναν νέο κυνισμό: το νόθο παιδί του Βιετνάμ, του Γουότεργκεϊτ και μιας δήθεν απελευθέρωσης που πρόλαβε να γίνει μέρος της γενικευμένης, θανατηφόρας ανίας.
Αυτός ο κυνισμός είναι που θα φορέσει τη μάσκα μιας παγοθύελλας στην ομώνυμη ταινία του Ανγκ Λι, για να μολύνει ακόμα και το οξυγόνο που αναπνέουν οι ήρωές της: Γιάπηδες εκπαιδευμένοι στις γρήγορες απολαύσεις, γυναίκες που πνίγουν την απελπισία τους σε περισσότερη απελπισία, έφηβοι που παίζουν πάνω σε ναρκοπέδιο.
Θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο η «Παγοθύελλα» να φέρει την υπογραφή ενός Αμερικανού σκηνοθέτη, όχι τόσο λόγω του όποιου «αντιαμερικανισμού» της, όσο εξαιτίας της συντριπτικής μεθοδικότητας και της υπομονής, στοιχείων που θα έλεγε κανείς ότι ο Ανγκ Λι κουβάλησε από τη γη των προγόνων του.
Ψύχραιμος με την ετυμολογική έννοια του όρου, ο σκηνοθέτης του «Φαϊ, Ποτό, Αρσενικό, Θηλυκό» φέρνει σε υπόγεια αντιπαράθεση τα αντιθετικά του ζεύγη ενώ την ίδια στιγμή κρατά σε απόσταση τους ήρωές του, φιλοτεχνώντας έτσι ένα κρυστάλλινο πολύγωνο, λαμπερό και παγωμένο.
Το πιο τρομακτικό πράγμα στην ταινία, βέβαια, ίσως να είναι τελικά ο τρόπος με τον οποίο η θερμοκρασία ενός καιρικού φαινομένου στο αμερικανικό Κονέκτικατ μεταφέρεται στη φόρμα ενός φιλμ που μοιάζει να κινείται με τον βηματισμό μίας κινέζικης τελετής.