Πάνω από 200 θα πρέπει να είναι οι ταινίες, οι τηλεταινίες και οι σειρές που αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στο θρύλο του Δράκουλα. Αυτή εδώ, όμως, είναι η πρώτη που έβαλε επισήμως στον τίτλο της το όνομα του Αμπρααμ «Μπραμ» Στόκερ- του Ιρλανδού συγγραφέα που το 1897 δημοσίευσε το πρωτότυπο μυθιστόρημα. Κι όχι τυχαία. Ο Κόπολα έμεινε πολύ κοντά στο πνεύμα του συγγραφέα, κράτησε τον επιστολικό χαρακτήρα του βιβλίου (η δράση περνά μέσα από γράμματα, τηλεγραφήματα κι ημερολόγια) και απέφυγε τα φθαρμένα γκραν γκινιολ σχήματα των μέχρι τότε κινηματογραφικών μεταφορών.
Εκανε επίσης ιστορικές αναγωγές στην εποχή που γράφτηκε, παίζοντας με τον ίδιο τον κινηματογράφο (γεννήθηκε κι αυτός την εποχή του μυθιστορήματος) κι αναδεικνύοντας τις ιδιαιτερότητες μιας τέχνης σχεδόν «βαμπιρικής» που κινείται στη σκιά και την αυταπάτη. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τοποθέτησε ως κινητήρια δύναμη στην πλοκή του, τον έρωτα. Εναν έρωτα αιώνιο κι ακατάλυτο που διασχίζει εποχές και ηπείρους και αναγεννιέται συνεχώς μέχρι την απόλυτη ένωσή του με τον θάνατο.
Αυτό τον έρωτα ο Δράκουλας (Γκάρι Ολντμαν) -ανίκητος πολεμιστής εναντίον των Τούρκων- τον έχασε όταν η αγαπημένη του (Γουίνονα Ράιντερ) αυτοκτόνησε παραπλανημένη από τους εχθρούς του το 1462. Και τον ξαναβρήκε, τέσσερις αιώνες μετά, στο πρόσωπο της μνηστής (και πάλι η Γουινόνα Ράιντερ) του συμβολαιογράφου (Κιάνου Ριβς) που έρχεται στον πύργο του για μια αγοραπωλησία. Φυλακίζει λοιπόν τον συμβολαιογράφο και πάει στο Λονδίνο για να υποταχτεί μαζί της στη συνέχεια του ίδιου, καταδικασμένου και παράνομου, έρωτα.
Η ερωτικής φύσης καινοτομία του Κόπολα δίνει μια εντελώς διαφορετική διάσταση στο μύθο. Ο Δράκουλας δεν είναι πια, απλώς, ένα απρόσωπο μοχθηρό τέρας που πίνει αίμα για να συντηρηθεί στη ζωή, αλλά ένας ερωτευμένος άνδρας που έμεινε στη ζωή 400 χρόνια μόνο και μόνο για να ενωθεί με την αγαπημένη του. Κι αφού ο έρωτας είναι δύναμη απολύτως αναρχική κι αιρετική, είναι κι ο ίδιος αναρχικός κι αιρετικός χλευάζοντας την εξουσία, την επιστήμη και το Θεό. Τον Βαν Χέλσινγκ δηλαδή (Αντονι Χόπκινς) αλλά και τους λόρδους και τους γιατρούς που προσπαθούν να θεραπεύσουν τα σημάδια του έρωτά του.
Η ταινία του Κόπολα παρουσιάζει λίγα σημάδια κούρασης: μια αβεβαιότητα στην υποστήριξη του ερωτικού πάθους, μερικές σχηματικές εικόνες του τέρατος, μια υπερβολή στη θετική διάσταση του νικητή Βαν Χέλσινγκ. Σίγουρα πάντως είναι μια ταινία τολμηρή, με εκπληκτικά κοστούμια της Γιαπωνάζας Εϊκο Ισιόκα που παραπέμπουν σε πίνακες του Γκούσταβ Κλιμτ, εξαίσια φωτογραφία του Μάικλ Μπόλχαουζ και αξέχαστη μουσική του Βόιτσεκ Κίλαρ.