Το ομώνυμο βιβλίο του Τζ. Κρακάουερ είχε ήδη προκαλέσει αίσθηση. Τι παραπάνω μπορούσε να δώσει στην ιστορία του 23χρονου Κρίστοφερ ο Σον Πεν; Η απάντηση είναι απλή: συνοδηγό. Στην καλύτερή του ταινία, ο Πεν αποδεσμεύεται από τους καθωσπρεπισμούς που τον κρατούσαν προσγειωμένο στα άλλα του σκηνοθετικά πονήματα, ρισκάρει το κεφάλι του από το ανοιχτό παράθυρο αυτού του road trip που τρέχει, ψάχνει και ψάχνεται, και μας χαρίζει μία κραυγή ελευθερίας, ζωής.
Οχι ο Κρίστοφερ δεν είναι μόνος. Εχει μαζί τον σκηνοθέτη του. Εναν σκηνοθέτη που δεν τον είδε ως βαριεστημένο, άπληστο μεσοαστό που ψάχνει τη λύση στα υπαρξιακά του αδιέξοδα σε new age αποστολές. Ο Πεν πρέπει να είδε κάτι εντελώς διαφορετικό επί χάρτου, κάτι που τον έσπρωξε στην ταινία με μία αίσθηση αναγκαιότητας. Ο Κρίστοφερ σβήνει τα πάντα από τον κοινωνικοπολιτικό του χάρτη για να μάθει τα πάντα από την αρχή. Ακόμα και το όνομά του. Στο δρόμο του συναντά και αφουγκράζεται ανθρώπους που αναγνωρίζουν την αδάμαστη τρέλα και εμπνέονται, συγκινούνται, τον αγαπούν γιατί αναγνωρίζουν κάτι από τον εαυτό τους. Κάτι που οι ίδιοι έθαψαν και δεν έζησαν ποτέ. Οχι την περιπέτεια. Αλλά την ουσιαστική αναζήτηση.
Δεξί χέρι του σκηνοθέτη, ο Ερικ Γκοτιέ (διευθυντής φωτογραφίας στα «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας») ντύνει τα τοπία με ξηρά χρώματα, υγρά σύννεφα και απειλητικά σκοτάδια, αλλά πάνω από όλα με την ένταση του πρωταγωνιστή. Με μάτια που πιστεύουν στον προορισμό και χαμόγελο που υπόσχεται τον θρίαμβο, ο αεικίνητος πρωταγωνιστής Εμίλ Χιρς βγάζει τον σκηνοθέτη του ασπροπρόσωπο. Και ο Πεν τον παρουσιάζει έτσι όπως συμβολικά τον έχει φανταστεί: ως ένα αγρίμι αθωότητας, που ψάχνει την αγάπη στην πρώτη της μορφή: στην επαφή με την άγρια φύση, με ό,τι δεν άγγιξε ο άνθρωπος. Σαν ένα Χριστό που αποστεωμένος και εγκαταλελειμμένος, θυσιάζεται για να μας χαρίσει δωρεάν τα συμπεράσματά του: όλοι μας θα πεθάνουμε κάποτε σε ένα λεωφορείο. Δεν έχει σημασία αν θα βρίσκεται στη μέση του πουθενά ή στο δρόμο προς την 9 με 5 δουλειά μας. Αλλά με ποιους μοιραζόμαστε τη διαδρομή. Και αν τολμάμε να κοιτάξουμε έξω από το παράθυρο.
Πόλυ Λυκούργου