Agora

25.01.2010
Η ιστορία μας ταξιδεύει στη Ρωμαϊκή Αίγυπτο, τον 4ο αιώνα μ.Χ., όπου η αστρολόγος-φιλόσοφος Υπάτια της Αλεξάνδρειας μάχεται για να σώσει την συγκεντρωμένη σοφία του αρχαίου κόσμου.

Στη Ρωμαϊκή Αίγυπτο τον 4ο μ.Χ. αιώνα, η Υπατία, άνθρωπος της προοδευτικής διανόησης και αφοσιωμένη αστρονόμος, ζει στους χώρους της θρυλικής βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, προσπαθώντας να μεταφέρει τις γνώσεις και τις θεωρίες της για την κοσμολογία σε χριστιανούς και πολυθεϊστές. Ο πατέρας της, διευθυντής της Βιβλιοθήκης, επιθυμεί να την κάνει διάδοχό του, κάτι που βρίσκει αντίθετους τους φαλλοκράτες θρησκευτικούς ηγέτες της πόλης, πόσω μάλλον όταν η Αγορά, η κεντρική πλατεία, βράζει καθημερινά από θρησκευτικές συγκρούσεις.


Ωσπου αυτές θα κορυφωθούν σε μια σφαγή με θύματα χριστιανούς, οι οποίοι και θα ανταποδώσουν δριμύτατα, αναγκάζοντας τους παγανιστές να ταμπουρωθούν στη Βιβλιοθήκη. Ανάμεσα στους εγκλωβισμένους είναι και η Υπατία μαζί με τον μαθητή της Ορέστη και τον σκλάβο της Ντάβους, αμφότεροι ερωτευμένοι μαζί της... Πολλά συμβαίνουν σε αυτό το φιλόδοξο πέπλουμ των 2,5 ωρών και τα παραπάνω δεν είναι παρά ένα πρώτο κομμάτι, μια και η δράση θα προχωρήσει στη συνέχεια στο θρησκευτικό, πολιτικό και ερωτικό μέλλον των ηρώων, έτσι ώστε να καλυφθεί ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο φάσμα της πολυτάραχης ζωής της φιλοσόφου Υπατίας, μέχρι τη δημόσια θανάτωσή της από τους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας που έχουν πειστεί από τον επίσκοπο της πόλης Κύριλλο πως πρόκειται για μάγισσα.

Με άλλα λόγια, επικοϊστορικό το προφίλ που επιλέγει ο Χιλιανός Αλεχάνδρο Αμενάμπαρ («Η θάλασσα μέσα μου») για το ακριβές του κινηματογραφικό εγχείρημα, στις ακαδημαϊκές γραμμές ανάλογων χολιγουντιανών υπερθεαμάτων της δεκαετίας του ’50, με τον στόμφο να βαραίνει συχνά πάνω από την αφηγηματική συνέπεια και τη χαρακτηρολογική ακρίβεια - και τη μουσική (εδώ, περιέργως του μινιμαλιστικών επιρροών Ντάριο Μαρινέλι) να σιγοντάρει μόνιμα τούτη την έλλειψη διακριτικότητας. Ωστόσο, για όσα δεν πείθει απόλυτα σε πρώτο επίπεδο αφήγησης το φιλμ καταφέρνει να αποζημιώσει στα λοιπά επίπεδα ανάγνωσης.

Η «ποταμίσια» πλοκή, φορτωμένη με «λίγο από όλα», μπορεί να βραχυκυκλώνει πού και πού, όχι όμως πριν αναδείξει ανάγλυφα και δονούμενα τα πάντα επίκαιρα θέματα: την προαιώνια μάχη της θρησκείας με την επιστήμη αλλά κυρίως τη δυσανεξία του Χριστιανισμού απέναντι σε άλλες θεοκρατικές αντιλήψεις και τους «πέραν του καθορισμένου» κοινωνικούς ρόλους της γυναίκας. Το ότι ο Αμενάμπαρ επέλεξε να υπηρετήσει τα παραπάνω με τους όρους ενός τυπικού πέπλουμ άλλων εποχών αποτελεί ένα παράδοξο ίσως, αλλά σίγουρα άξιο προσοχής και επαίνου τόλμημα.

Η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στη Μάλτα στους χώρους όπου ο Ρίντλεϊ Σκοτ είχε «χτίσει» προ δεκαετίας το Κολοσσαίο για τις ανάγκες της περιπέτειας «Ο μονομάχος».


Ρόμπυ Εκσιέλ