Η στήλη είναι αφιερωμένη σε όσους επιμένουν να νομιζουν οτι η παιδικη ηλικια τελειωνει οταν ανακαλυπτεις πως το σωμα σου ειναι κατι που μπορουν να το αγγιξουν και αλλοι... απο νεες ταινιες, δε, βαθια γηρατεια!
ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΝΩΛΗ ΚΡΑΝΑΚΗ
Ο Τζάστιν είναι ένα 17χρονο αγόρι. Για να τον γνωρίσετε πρέπει να ξέρετε πως μένει στο Ορεγκον της Αμερικής, δεν έχει πάει ακόμη με κοπέλα, δεν έχει φίλους, φωνάζει τους γονείς του με τα μικρά τους ονόματα, είναι ερωτευμένος με τη Ρεβέκκα, θα ήθελε να είναι μέλος της Greenpeace («επειδή αυτοί έχουν θάρρος»), επισκέπτεται συχνά έναν οδοντοτεχνίτη και, δυστυχώς, πιπιλάει ακόμη τον αντίχειρα του...
Βρίσκεστε ήδη μέσα στο σύμπαν μίας (ακόμη) αμερικανικής ταινίας για την άγρια εμπειρία της ενηλικίωσης. Από αυτές που μοιάζουν να έχουν κατακλύσει το αμερικανικό ανεξάρτητο σινεμά, όπως κάποτε έκαναν κάτι ανάλογο τα road movies. Απόγονος μίας σειράς ταινιών που ξεκινούν από το Καλωσήρθατε Στο Κουκλόσπιτο του Τοντ Σόλονζ και φτάνουν μέχρι το Donnie Darko του Ρίτσαρντ Κέλι, το Thumbsucker διαθέτει και παράξενους ήρωες και οικογενειακά μυστικά. Συνειδητά αποστειρωμένο από συναίσθημα (όπως οι περισσότερες ταινίες του «είδους») και περισσότερο συντηρητικό από ό,τι θα παραδεχόταν ότι είναι, μοιάζει εγκλωβισμένο, όπως και ο Τζάστιν, σε ένα τελικά ανύπαρκτο πρόβλημα.
Προσπαθώντας να σχολιάσει με έντονα και κυρίως παράδοξα χρώματα το βεβιασμένο και συχνά βίαιο πέρασμα από την εφηβεία στην... ενηλικίωση, ο Μιλς λυγίζει μπροστά στην ψυχανάλυση και τις θεωρίες της, ενώ την ίδια στιγμή παρασύρεται σε επεξηγήσεις εκεί ακριβώς που δεν χρειάζεται, αφαιρώντας από την ταινία του πόντους «ανεξαρτησίας». Η κεντρική του ιδέα (ότι ο Τζάστιν δεν έχει τελικά κανένα πρόβλημα ή τουλάχιστον όχι μεγαλύτερο από τους γονείς του και όσους βρίσκονται γύρω του) αργεί να εμφανιστεί σε πρώτο πλάνο, εκεί που για πολλή ώρα παίζεται η επιβίωση του αμερικανικού ονείρου και της αγίας αμερικανικής οικογένειας.
Κι όμως, θα ήταν υπεραρκετή η παρατήρηση του ίδιου του Τζάστιν (ο Λου Πούτσι σε μία ερμηνεία για την οποία βραβεύτηκε στο φεστιβάλ του Βερολίνου), μέσα από το βλέμμα του οποίου φιλτράρονται όλα σε ένα μείγμα προβληματικής εφηβείας, φόβου για το άγνωστο της καινούργιας ζωής, σεξουαλικής σύγχυσης και φροϋδικών απωθημένων. Και μόνο μέσα από αυτόν ο Μιλς πετυχαίνει να μεταφέρει όλη την προβληματική του περί δυσλειτουργικών ανθρώπινων σχέσεων και αποδοχής σε έναν κόσμο που, σε αντιπαραβολή με τα κομμένα δάση, κόβει ό,τι τον συνδέει με τους άλλους.
Λίγο μετά τους τίτλους τέλους, αυτό που μένει είναι ένας πραγματικά αξέχαστος χαρακτήρας (και όχι μόνο για το πιπίλισμα) και μία αγωνία για την παιδικότητα που χάνεται μέσα από την επιβεβλημένη ενήλικη σοβαροφάνεια. Ακόμα, η σκηνή όπου η μητέρα του Τζάστιν (η Τίλντα Σουίντον, συγκλονιστική ακόμη και στο τίποτα) εξηγεί στον γιο της πως «Σε παρατηρώ σε ολόκληρη τη ζωή σου» θέλοντας ουσιαστικά να του πει πως θα αντάλλασσε όλα όσα την κάνουν φυσιολογική (και δυστυχισμένη) με μία κακή οδοντοστοιχία και την ασφάλεια που μπορεί να σου προσφέρει ένας αντίχειρας στο στόμα...
if you like this...
...δες ξανά την επιτομή της εφηβικής αλλοφροσύνης DONNIE DARKO (2001, περιοχής 2, Σπέντζος Φιλμ) του Ρίτσαρντ Κέλι.
... μπες στον κόσμο του Ο ΙΓΚΜΠΙ ΠΙΑΝΕΙ ΠΑΤΟ (IGBY GOES DOWN, 2002) του Μπαρ Στιρς (περιοχής 2, Odeon), για την ερμηνεία του Κιέραν Κάλκιν.
... βυθίσου στην άγρια πλευρά της όλης «φάσης» με την ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΛΗΓΗ (MYSTERIOUS SKIN, 2004) του Γκρεγκ Αράκι στην ίσως πιο τρυφερά σκληρή απεικόνιση όσων μεγαλώνουν απότομα.
... εμπέδωσε την Τίλντα Σουίντον και μία ερμηνεία... για να εθιστείς στο ΣΕ ΒΑΘΙΑ ΝΕΡΑ (ΤΗΕ DEEP END, 2001) των Σκοτ ΜακΓκέχε και Ντέιβιντ Σίνγκελ, ριμέικ του ΤΗΕ RECKLESS ΜΟΜΕΝΤ του Μαξ Οφίλς.
Ο Μάικλ Μιλς μιλάει:
Για το ομώνυμο βιβλίο του Μάικλ Κερν: Ηξερα ακριβώς τους χαρακτήρες για τους οποίους μιλούσε. Ταυτίστηκα τόσο πολύ με τον κεντρικό ήρωα. Ειδικά η σχέση του με την μητέρα του μου θύμισε τη δική μου. Λειτούργησε καθαρτικά... σαν κάτι πολύ προσωπικό. Και είχε και μία αίσθηση του χιούμορ... Δεν είχε σκοπό να περιγελάσει αυτούς τους ανθρώπους.
Για τις επιρροές του: Ο Γούντι Αλεν ήταν πάντοτε μία μεγάλη επιρροή. Ο συνδυασμός του είναι αστείος και θλιμμένος μαζί. Ειδικά οι ταινίες του της δεκαετίας του 70 Νευρικος Εραστής και Μανχάταν, αλλά και το Πορφυρο Ροδο Του Καϊρου. Και ο τρόπος με τον οποίο διασχίζει τη ρεαλιστική υποκριτική και με τις σουρεαλιστικές σκηνές, το πώς πηγαίνει μπρος και πίσω όλη την ώρα... Και ο Χαλ Ασμπι με επηρέασε πολύ. Το Χάρολντ Και Μοντ ήταν σαφώς ένα πρότυπο γι αυτήν την ταινία, καθώς όλοι οι χαρακτήρες είναι μπερδεμένοι και έχουν ελαττώματα, αλλά τους φέρεται με αγάπη.
Η διαφορά της ταινίας με τα διαφημιστικά και τα video clips: Η δουλειά με τους ηθοποιούς. Αυτή η διαδικασία με άλλαξε πολύ ωςάνθρωπο και δημιουργό. Στα video clips όλα γίνονται τόσο γρήγορα. Οταν κάνεις μία ταινία πρέπει να έχεις μεγάλες αντοχές. Πρέπει να αντέχεις να δεις τα πάντα να διαλύονται και να ξαναφτιάχνονται, όχι μόνο όταν προσπαθείς να βρεις χρηματοδότες, αλλά και όταν είσαι στα γυρίσματα ή στο μοντάζ.
Για τη μουσική της ταινίας: Η μουσική παίζει σημαντικό ρόλο στις αγαπημένες μου ταινίες, όπως το Χάρολντ Και Μοντ και ο Πρωτάρης. Είχαν έναν καλλιτέχνη να συνθέτει όλο το σάουντρακ κι ήθελα κι εγώ κάτι τέτοιο. Ο Ελιοτ Σμιθ είναι ένας από τους ήρωές μου. Αλλά όταν πέθανε δεν ξέραμε αν μπορούσαμε ή αν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε τη μουσική του. Τελικά τη χρησιμοποιήσαμε και μετά συνάντησα τους Polyphonic Spree, που ήταν τόσο μέσα στο πνεύμα της ταινίας... Ηθελα η μουσική να βρίσκεται μπροστά, να μην παίζει μόνο στο background.