Αν οι «Αναλώσιμοι» του Σιλβέστερ Σταλόνε χρησιμοποίησαν τα πιο απλοϊκά κλισέ για να δικαιολογήσουν τη δράση τους, η νέα ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν τροφοδοτεί με τις πιο σύνθετες ιδέες τη δική της, ξεπερνώντας κατά πολύ τον χολιγουντιανό μέσο όρο σε επένδυση φαιάς ουσίας.
Πράγματι το «Inception», που ξεκινά να προβάλλεται από σήμερα στις ελληνικές αίθουσες και μόλις λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα του στα παγκόσμια μούλτιπλεξ (όπως είχε συμβεί και με τους «Αναλώσιμους»), είναι το απόλυτο «σκεπτόμενο μπλοκμπάστερ» της χρονιάς -συνδυασμός που «σκοτώνει» προκειμένου για τις οσκαρικές λίστες, στις οποίες άλλωστε ο δημιουργός του μεγαθηρίου «Σκοτεινός ιππότης» δεν είναι καθόλου ξένος.
Γιατί σκεπτόμενο; Γιατί κατορθώνει να «χωρέσει» μια περιπέτεια ριφιφί, μαζί ένα φιλμ μυστηρίου, επίσης μια ερωτική ιστορία, συν ένα υπερθέαμα μηχανικών ή ψηφιακών εφέ στο πλαίσιο ενός ψυχαναλυτικού δράματος, με πρωταγωνίστρια την πιο ανεξερεύνητη περιοχή της ανθρώπινης ύπαρξης: τον νου. Το εντυπωσιακό είναι ότι κανένα από τα παραπάνω είδη δεν λειτουργεί ερήμην του άλλου, παρά όλα συνυφαίνονται μαεστρικά σ’ ένα πολυδιάστατο όλον.
Σ’ ένα πολύ κοντινό μέλλον, που ίσως να ’ναι και το... σήμερα, ο Ντομ Κομπ εκτελεί καθήκοντα βιομηχανικού κατασκόπου, ειδικευμένος στο να «κλέβει» επαγγελματικά μυστικά από εταιρικά στελέχη, μπαίνοντας στο υποσυνείδητό τους δια μέσου των ονείρων. Αν και οι αποστολές του εκτείνονται σε όλο τον πλανήτη, ένα παλιό, μυστηριώδες αμάρτημα δεν τον αφήνει να επιστρέψει στις ΗΠΑ και την οικογένειά του.
Ωσπου ένας Ιάπωνας μεγαλοεπιχειρηματίας του αναθέτει να εισχωρήσει στα όνειρα ενός επαγγελματικού του αντιπάλου όχι για να αποσπάσει, αλλά να «εμφυτεύσει» μια ιδέα. Διστακτικός στην αρχή, ο Ντομ θα συγκεντρώσει τελικά μια ομάδα από παλιούς και νέους συνεργούς: έναν χάκερ, έναν χημικό, μια αρχιτέκτονα, έναν κλέφτη ταυτοτήτων για να επιχειρήσει το θεωρητικά ακατόρθωτο.
Σαν σπόρος, η σύλληψη δεν μοιάζει να πρωτοτυπεί. Σκεφτείτε το «Φανταστικό ταξίδι» του Ρίτσαρντ Φλάισερ (1965), όπου σμικρυμένοι επιστήμονες μελετούσαν την παθολογία ασθενούς ταξιδεύοντας στα εντόσθιά του, να συναντά τη μυθολογία του «Matrix». Με τα ζωτικά όργανα του πρώτου φιλμ να περιορίζονται εδώ στον εγκέφαλο και στις εικονικές πραγματικότητες του δεύτερου να αντικαθίστανται από προβολές του υποσυνείδητου.
Με το «Matrix», μάλιστα, η αρχική συγγένεια του «Inception» μοιάζει κατάδηλη διά της χρήσης της ανάλογης σημειολογίας (ονόματα χαρακτήρων ή μικροαντικείμενα που παραπέμπουν σε αρχέτυπα) στην έκθεση φιλοσοφικών ζητημάτων, όπως η ηθική νομιμότητα ή μη της παρέμβασης στα προσωπικά δεδομένα, σε μια ηλεκτρονική εποχή απροσμέτρητης «μοιρασιάς» της ιδιωτικότητας.
Εντούτοις, το «παιχνίδι» εδώ είναι πολύ πιο έξυπνο και συναρπαστικό, καθώς ενώ η εικονική πραγματικότητα υπαγορεύεται από άλλους, το όνειρο είναι υπόθεση καθαρά υποκειμενική - ένας χωροχρόνος αποκλειστικά δικός σου. Ακόμα κι αν έχεις να αντιμετωπίσεις τα απωθημένα ενός «παρείσακτου», υπάρχει πάντα η δυνατότητα της πρωτοβουλίας, και ο μόνος εχθρός σου παραμένει ουσιαστικά ο εαυτός σου. Πάνω σε αυτήν την παραδοχή, ο Νόλαν δομεί μια πολυδιάστατη κινηματογραφική συμφωνία που σε υποχρεώνει να αντιμετωπίζεις κάθε λεπτομέρεια (νότα) σαν ένα υπαρξιακό ερώτημα και μαζί σαν ένα εργαλείο για το ξετύλιγμα της σύνθετης πλοκής.
Μαέστρος στην αφήγηση, επιστήμονας στο σασπένς, καλλιτέχνης στη χρήση των εφέ, γίγαντας ατσάλινος στο μοντάζ (ειδικά το τελευταίο 60λεπτο του τριπλού ονείρου μέσα σε όνειρο και των ισάριθμων αποστολών μέσα σε αποστολές σε στέλνει αδιάβαστο). Κι όμως, όσο ταρακουνιούνται οι αισθήσεις, άλλο τόσο μένει ανέπαφη η συναίσθηση. Το σινεμά του Νόλαν («Memento», «The prestige») ήταν και παραμένει υπέρ το δέον εγκεφαλικό για να εκπέμψει οποιαδήποτε θέρμη, και το κεντρικό δράμα του «Inception», που έχει να κάνει με το σκοτεινό παρελθόν του ήρωα, καταλήγει να έχει αξία εντελώς «χρηστική» και καθόλου συγκινησιακή, όσο πάθος κι αν προσπαθούν να προσδώσουν οι Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Μαριόν Κοτιγιάρ στις ερμηνείες τους.
Ο Κρίστοφερ Νόλαν αρνήθηκε την αρχική πρόταση της παραγωγού εταιρείας Warner να γυρίσει την ταινία σε 3D, πεπεισμένος πως το τρισδιάστατο φορμά θα αποσπάσει την προσοχή του θεατή από την ιστορία.
Ρόμπυ Εκσιέλ