Στις αρχές της δεκαετίας του 1910, ο γερασμένος Λέον Τολστόι, ζωντανός θρύλος πλέον της ρωσικής λογοτεχνίας, βρίσκεται σ’ ένα μεγάλο δίλημμα. Να κληροδοτήσει τα πνευματικά δικαιώματα του έργου του, με μια νέα διαθήκη, στον ρωσικό λαό, όπως επίμονα τον συμβουλεύει ο έμπιστος οπαδός του και καθοδηγητής της τολστοϊκής κομμούνας Βλαντιμίρ Τσέρκτοφ; Ή μήπως να τα μεταβιβάσει στην οικογένειά του και δη στην κυκλοθυμική σύζυγό του Σοφία, η οποία προσπαθεί υστερικά να τον πείσει πως τα δικαιούται, ύστερα από 48 χρόνια γάμου και πολύτιμης βοήθειας (καθαρόγραψε, λέει, έξι φορές το «Πόλεμος και Ειρήνη» με το χέρι!);...
Η ταινία του Μάικλ Χόφμαν, σε δική του σεναριακή διασκευή από ένα βιβλίο του Τζέι Παρίνι πάνω στις τελευταίες μέρες ζωής του Τολστόι, περιγράφει τούτο τον πόλεμο νεύρων εντός και πέριξ της φαμίλιας μ’ έναν τρόπο μάλλον... τσεχοφικό, με το χιούμορ και την ελαφρότητα να συνυπάρχουν με το δράμα και τη μπουρζουάδικη ηθογραφία να προβάλλει ταυτόχρονα με τις ατομικές ιστορίες και τις χαρακτηρολογικές ιδιαιτερότητες. Το εγχείρημα έχει το ενδιαφέρον του, με τους προσεγμένους διάλογους και τις παθιασμένες ερμηνείες (ιδίως από την Ελεν Μίρεν) να το σηκώνουν μια σκάλα πάνω από τους τηλεοπτικούς τύπους.
Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί παρά να νιώθεις μονίμως καθηλωμένος στη θέση του παρατηρητή (και καθόλου του συμμετόχου), μια και το όλο χρονικό ξετυλίγεται σχεδόν αποκλειστικά μέσα από το βλέμμα και την αντίληψη ενός έξω προσώπου, του άβγαλτου, νιόφερτου γραμματέα του Τολστόι, ο οποίος, αν και προσελήφθη για να ελέγχει τις εκρήξεις-σαμποτάζ της Σοφίας ενάντια στη νέα διαθήκη, βρίσκει τον εαυτό του όλο και πιο ευάλωτο μπροστά στον έρωτα του γερασμένου ζεύγους. Οι δοκιμασίες του, πλήρεις με τον διδακτισμό που προϋποθέτει κάθε δρομολογημένη ιστορία ενηλικίωσης, γίνονται σε τέτοιο βαθμό το θεματικό επίκεντρο του φιλμ, που σχεδόν ξεχνάς τελικά πως παρακολούθησες τον «τελευταίο σταθμό» της ζωής, της σκέψης και των συναισθημάτων ενός από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες στην Ιστορία.
Με τις ερμηνείες τους, οι Ελεν Μίρεν και Κρίστοφερ Πλάμερ προτάθηκαν τόσο για Χρυσή Σφαίρα όσο και για Οσκαρ Α’ Γυναικείου και Β’ Ανδρικού ρόλου.
Ρόμπυ Εκσιέλ