Κάπου λίγο πριν το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σέρβος λοχαγός Ίβο Ομπρένοβιτς βρίσκεται αιχμάλωτος σε ένα στρατόπεδο της επαρχιακής πόλης Τέρνοβο, στη Βουλγαρία. Οι συνθήκες κράτησης και η εξαθλίωση του υποσιτισμού θα τον κινητοποιήσουν να το σκάσει για λίγο απ’ τα όρια του στρατοπέδου με σκοπό να κλέψει ροδάκινα από ένα περιφραγμένο και απομονωμένο σπίτι στην κορυφή του λόφου.
Εκεί θα γνωρίσει την Ελισαβέτα, την καταπιεσμένη σύζυγο του συνταγματάρχη και διοικητή του στρατοπέδου και σύντομα οι δυο τους θα βυθιστούν στη δίνη ενός αμοιβαίου έρωτα. Οι συναντήσεις τους θα εντατικοποιηθούν, το πάθος τους θα φουντώσει αλλά το τέλος του πολέμου θα έχει άλλα σχέδια γι’ αυτούς.
Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Εμιλιάν Στάνεφ «Κλέφτης στις Ροδακινιές», ο «Κλέφτης Ροδάκινων» είναι ένα κλασικό βουλγάρικο φιλμ, που προβλήθηκε με επιτυχία το 1964 στο Φεστιβάλ Βενετίας. Με ξεκάθαρα αντιπολεμικά αλλά και πολιτικά μηνύματα ο Ράντεφ στην πρώτη σκηνοθετική του απόπειρα προσπαθεί να διηγηθεί την ιστορία ενός έρωτα που γεννιέται μέσα στον παραλογισμό του πολέμου.
Και αν με τα δεξιοτεχνικά μονοπλάνα του και το αϊζενσταϊνικό μοντάζ του, καταφέρνει να προσεγγίσει με εξαιρετικό τρόπο την απόγνωση και την δυστυχία του ταλαιπωρημένου όχλου, ο Βούλγαρος σκηνοθέτης επιλέγει τελικά να μετατοπίσει το κέντρο βάρους της ταινίας στο ερωτικό κομμάτι, μετατρέποντας έτσι το φιλμ σε ένα αντιμιλιταριστικό μελόδραμα γεμάτο με αλληγορικά κλεισίματα του ματιού που σήμερα φαντάζουν παρωχημένα.
Βαθιά ρομαντικό αλλά και με έντονα μοιρολατρική διάθεση, ο «Κλέφτης Ροδάκινων» μπορεί να προτάσσει τον έρωτα ως το βασικό υλικό για την επανάσταση αλλά οι αλληγορίες και τα επιχειρήματά του φαντάζουν απλοϊκά μπροστά στα λαβυρινθώδη ζητήματα που θίγει.