Ο Ισπανός auteur, δύο χρόνια μετά τις ελαφρώς χλιαρές «Σπασμένες Αγκαλιές», μοιάζει να επιστρέφει πιο ώριμος στο στυλιζαρισμένο του mix n match, που τον έκανε διάσημο.
Αυτή τη φορά, βασίζει την ιστορία του στο μυθιστόρημα του Τιερί Ζονκέ «Mygale» («Tarantula»), όπου ένας διάσημος πλαστικός χειρουργός (εξαιρετικός στο ρόλο ο Αντόνιο Μπαντέρας) κρατά φυλακισμένη μια νεαρή γυναίκα, κάνοντας πάνω της πειράματα για τη δημιουργία νέου δέρματος. Ο γιατρός έχει χάσει τη γυναίκα του σε ένα φρικτό δυστύχημα, όπου κάηκε ζωντανή, αλλά αυτή δεν είναι η μόνη ανάμνηση από το παρελθόν που τον στοιχειώνει.
Μέσα από μια σειρά φλας μπακ, που πετάνε με την χαρακτηριστική αλμοδοβαρική άνεση από το σήμερα στο χθες και πάλι μπροστά, ο Ισπανός σκηνοθέτης μάς αποκαλύπτει ένα προς ένα τα σκοτεινά μυστικά του φιλμ, χτίζοντας - σε αναλογία με τον τίτλο του βιβλίου στο οποίο βασίζεται- μια δομή αριστοτεχνική κι επιδέξια σαν τον ιστό της αράχνης. Τα θέματα που τον απασχολούν είναι παρόντα και εδώ, τίθενται όμως με μεγαλύτερη ειλικρίνια και μια κυριολεξία που αγγίζει το γκροτέσκο: η ταυτότητα, το σώμα και η αλληλένδετη σχέση των δύο αρθρώνονται μέσα σε μεγαλοπρεπή κάδρα εικαστικής τελειότητας.
Αντλώντας έμπνευση τόσο από τα «Μάτια Χωρίς Πρόσωπο», του Ζορζ Φρανζί, όσο και από τα κλασικά χολιγουντιανά μελοδράματα, το «Δέρμα που Κατοικώ» δεν είναι θρίλερ, ούτε ταινία τρόμου, ούτε κωμωδία αλλά μία μίξη όλων των παραπάνω, αποθεώνοντας ταυτόχρονα τη φόρμα. Χωρίς να χάνει στιγμή το χιούμορ του, το φιλμ παίζει τόσο αβίαστα με το καμπ και την σαπουνόπερα, που αγγίζει στο αποκορύφωμά του τη φάρσα.
Δεν είναι πολλοί οι σκηνοθέτες που μπορούν να βαδίσουν πάνω σε αυτό το λεπτό, αιωρούμενο σχοινί χωρίς να φάνε τα μούτρα τους: στον Αλμοδόβαρ βλέπουμε έναν από αυτούς. Το «Δερμα που Κατοικώ» μπορεί να μην αγγίζει το συναισθηματικό βάθος προηγούμενων ταινιών του αλλά είναι απολαυστικό από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό - αφήνοντάς μας να ζητάμε κι άλλο.
Φαίδρα Βόκαλη