Η Λεωφόρος Της Δύσεως

24.06.2011
​Ο Τζο Γκίλις, ένας αδέκαρος σεναριογράφος με μπλεξίματα, βρίσκει καταφύγιο στο χολιγουντιανό θέρετρο της ζάμπλουτης αλλά ξεχασμένης ηθοποιού του βωβού κινηματογράφου, Νόρμα Ντέσμοντ. Μέχρι να καταλάβει πως η νέα του μετρέσα δεν έχει ακριβώς σώας τας φρένας, θα είναι πλέον πολύ αργά...

Το αριστούργημα του Μπίλι Γουάιλντερ για την λιγότερο γυαλιστερή πλευρά της χολιγουντιανής βιομηχανίας είναι μια κατά μέτωπο επίθεση στη σαπίλα του συστήματος αλλά και μία από τις σπουδαιότερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ. Για την ακρίβεια, λαμβάνοντας υπόψη την τόλμη του εγχειρήματος για τα δεδομένα της χρονικής στιγμής (1950), το ποτισμένο με θανατηφόρες ατάκες και meta αστειάκια σενάριο και τη διαχρονικότητα του έργου, η «Λεωφόρος της Δύσης» μπορεί να μπει στην κατηγορία εκείνη των εμβληματικών σταθμών της ποπ κουλτούρας, παρέα με το «Sgt Pepper’s Lonely Hearts Club» των Beatles, την «Campbell Soup» του Άντι Γουόρχολ ή την «Καζαμπλάνκα». ​

Στο νουάρ σύμπαν του Γουάιλντερ, η ανατροπή δεν είναι ο αυτοσκοπός: γι’αυτό άλλωστε ο θεατής μαθαίνει το τέλος της ταινίας από το πρώτο λεπτό. Η αφήγηση της ιστορίας ξεκινά από ένα πτώμα που επιπλέει σε μία πισίνα και η φωνή που ακούγεται εκτός κάδρου, ανήκει στον βασικό πρωταγωνιστή. Ο Τζο Γκίλις (Γουίλιαμ Χόλντεν), ένας κυνικός και βαριεστημένος loser της βιομηχανία του θεάματος, θα πληρώσει πολύ ακριβά την απόφασή του να αναζητήσει καταφύγιο στο πλευρό της Νόρμα, μιας πρώην σταρ της εποχής του βωβού κινηματογράφου (Γκλόρια Σουάνσον). Με αντάλλαγμα χρήματα, θα δεχτεί να δουλέψει μαζί της σε ένα απαίσιο σενάριο, το οποίο προορίζει για την μεγάλη της επιστροφή. Σταδιακά, εκείνη τον ερωτεύεται κι αυτός, ως γνήσιο κάθαρμα, την αφήνει να πιστέψει πως τα αισθήματα είναι αμοιβαία. Όταν όμως στη μέση μπαίνει μια όμορφη και νεαρή κοπέλα, κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την οργή της γερασμένης ντίβας.

Στην πραγματικότητα, η παραπάνω ιστορία, όσο κι αν είναι καλογραμμένη, λίγη σημασία έχει, αφού δεν αποτελεί παρά την αφορμή για να δημιουργήσει ο Γουάιλντερ μια ταινία για τις ίδιες τις ταινίες. Η Νόρμα Ντέσμοντ, η παρακμάζουσα ηθοποιός που ρυθμίζει το κέντρο βάρους του φιλμ, ερμηνεύεται με ασύλληπτο θάρρος από την Γκλόρια Σουάνσον, επίσης ξεχασμένη σταρ του βωβού κινηματογράφου. Η σχέση σταρ-κοινού βασίζεται στην σιωπηλή αποδοχή ότι ο διασκεδαστής λειτουργεί ως εκπορνευόμενος, ο οποίος δουλεύει μόνο για (και σύμφωνα με) την ευχαρίστηση του θεατή. Η ίδια η Νόρμα εξάλλου, περιφρονεί το χρήμα, αρκεί να κερδίσει την αγάπη και τα βλέμματα του Τζο (και ταυτόχρονα τα δικά μας).

Κι αν νομίζετε ότι τα αυτοαναφορικά σχόλια σταματούν εδώ, κάνετε λάθος. Τον μπάτλερ της Νόρμα στην ταινία υποδύεται ο διάσημος σκηνοθέτης Έριχ Φον Στρόχαϊμ ενώ ο Σεσίλ Ντε Μιλ εμφανίζεται και αυτός, ως ο σκηνοθέτης-φετίχ της Νόρμα, με τον οποίο προσπαθεί πάση θυσία να δουλέψει ξανά. Όταν η Νόρμα επισκέπτεται κάποια στιγμή το πλατό του, την χτυπά στο κεφάλι ένα μπουμ, μαρκάροντας έξυπνα και διακριτικά την απιθανότητα μιας ενδεχόμενης μεγάλης επιστροφής - και μάλιστα εξαιτίας της ίδιας τεχνολογία που της στέρησε την δόξα. ​

O Γουάιλντερ γεμίζει το φιλμ με τέτοιες μικρές στιγμές, αληθινά διαμάντια ανταπόδοσης για τον προσεκτικό θεατή, ενώ ταυτόχρονα κρατάει τα πιο φαρμακερά του βέλη για τα αδηφάγα στούντιο. Σε μία από τις πιο ανατριχιαστικές στιγμές του meta-fiction, παρακολουθούμε την πρωταγωνίστρια να βλέπει στην ασφάλεια του σπιτιού της μια ταινία από τις ένδοξες ημέρες του παρελθόντος. Το φιλμ είναι όντως γυρισμένο στα ‘20, πρωταγωνιστεί η ίδια η Σουάνσον και σκηνοθέτης δεν είναι άλλος από τον Στρόχαϊμ. Η ιδιοφυΐα του Γουάιλντερ απλώνεται παντού, από το δηλητηριώδες σενάριο μέχρι το αμίμητο σκηνοθετικό στυλ με την μίξη διαφόρων ειδών και το αποτέλεσμα είναι μια ταινία που θα σας αποζημιώσει με κάθε πιθανό τρόπο. Εάν την έχετε δει, ξέρετε πως μία φορά δεν φτάνει, αν πάλι είναι η πρώτη σας φορά, σας ζηλεύω.

Φαίδρα Βόκαλη

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ