Transformers 3: Dark Of The Moon

22.06.2011
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, που κρύβει ένα όπλο που μπορεί να σημαίνει την καταστροφή του πλανήτη μας, φέρνει αντιμέτωπα για άλλη μια φορά τα καλά Autobots και τα κακά Decepticons. Εν τω μεταξύ, ο Σαμ προσπαθεί να βρει δουλειά για να ζήσει ήσυχα δίπλα στην νέα θεά που έχει πείσει να είναι μαζί του.

Μετά από τη δημόσια παραδοχή ότι η δεύτερη ταινία ήταν ένα αποτυχημένο μπάχαλο, ο σκηνοθέτης Μάικλ Μπέι υποστηρίζει ότι επιστρέφει μετανιωμένος και πιο μυαλωμένος. Φυσικά δεν είναι τίποτα από τα δύο: ως ένας πραγματικός auteur τού να φιλμάρει εκρήξεις και οπίσθια γυναικών, ο Μπέι δε δείχνει καμία διάθεση να αλλάξει τις ευαισθησίες του και συνεχίζει ακάθεκτος την επίδειξη καφρίλας, που πολλοί προσπαθούν να μιμηθούν αλλά κανείς δεν έχει ακόμα φτάσει.

Δε λέει με τίποτα, βέβαια, να μάθει τις αδυναμίες του: τον ενδιαφέροντα εκτεταμένο πρόλογο στη δεκαετία του '60 ακολουθεί το αλλόκοτο πρώτο μέρος κατά τη διάρκεια του οποίου ο Μπέι προσπαθεί να σκηνοθετήσει ανθρώπους – μέγα λάθος. Σε μια απόπειρα να μιμηθεί το ύφος της ανόητης αλλά αβίαστα διασκεδαστικής πρώτης ταινίας, οι κλοουνίστικες προσπάθειες για χιούμορ πολύ συχνά ξεπερνούν τη γελοιότητα και μοιάζουν απελπισμένες, "βοηθούμενες" από σχηματικές καταστάσεις και εκτός ελέγχου ερμηνείες (και το σχετικό Όσκαρ πάει στον Κεν Τζονγκ). Η μυθολογία είναι αχρείαστα μπερδεμένη, η αργή κίνηση φυλάσσεται για τις στιγμές που μάτσο άντρες κάνουν μάτσο πράγματα (όπως το να περπατάνε με όπλα, το οποίο γίνεται συχνά) και ο τόνος αλλάζει πιο γρήγορα και από τα κολλητά φουστανάκια της πρωταγωνίστριας, ενώ φυσικά υπάρχει μια εμετική επιμονή στην μιλιταριστική αντρίλα και στη σποραδική αλλά ανησυχητική διαφήμιση αμερικανικών παρεμβάσεων ανά τον κόσμο.

Σε σχέση με την Μέγκαν Φοξ (την οποία απέλυσε ο Μπέι, όταν αυτή τον αποκάλεσε τύραννο) η γκόμενα du jour, Ρόζι Χάντινγκτον-Γουάιτλι , έχει ακόμα λιγότερα πράγματα να κάνει και ακόμα περισσότερα να δείξει, αφού ο Μπέι τη μεταχειρίζεται σχεδόν με σαδισμό σαν ένα ακόμη εξάρτημα αυτοκινήτου – όπως τα τρυφερά κοντινά στις καλογυαλισμένες αντίκες, έτσι και στην καλογυαλισμένη Ρόζι και τις διάφορες πινάπ πόζες της. Αυτή μοιάζει να τον εκδικείται με την άθλια ερμηνεία της, οπότε σημειώσατε Χ.

Πάντως, παρά το απαίσιο πρώτο κομμάτι, η τελευταία ώρα αποτελεί ίσως την καλύτερη στιγμή του Μάικλ Μπέι. Το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του στο στήσιμο παρανοϊκής κλίμακας συγκρούσεων έχει βρει στα εξωγήινα ρομπότ την ιδανικότερη εφαρμογή του. Η απόφασή του να τοποθετήσει τη δράση μέσα σε μια μεγαλούπολη, με τους θηριώδεις ουρανοξύστες και τους στενούς (για τα γιγαντιαία ρομπότ πάντα) δρόμους που μεσολαβούν, ήταν και η εξυπνότερη επιλογή που έκανε ποτέ, με ακόμα εξυπνότερη την ικανοποίηση της αυτονόητης ανάγκης να αισθανθείς μια απτή απειλή, μια ουσιαστική αγωνία για την έκβαση της μάχης. Σε αντίθεση με την έρημο ως πεδίο μάχης της δεύτερης ταινίας, η τρίτη διαλύει ολόκληρα τετράγωνα του Σικάγο, δημιουργώντας εικόνες απόλυτης καταστροφής και ερήμωσης, με τη βοήθεια της καλύτερης χρήσης του 3D ποτέ σε ταινία, χωρίς να αποφεύγει κάποιες πραγματικά σκοτεινές πινελιές που μαρτυρούν ανθρώπινες απώλειες - ακόμα και τα ρομπότ αιμορραγούν, ή μάλλον λαδορραγούν, όταν αρχίσουν τα μεταλλικά κλωτσομπουνίδια. Και τα δύο αστεράκια χρωστάνε την ύπαρξή τους σε αυτήν την τελευταία ώρα, ό,τι προηγήθηκε είναι εκεί για να παίξει με τα νεύρα μας.

Χριστίνα Λιάπη

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ