127 Ώρες

01.02.2011
Η αληθινή ιστορία του Άρον Ράλστον, ο οποίος κατάφερε να επιβιώσει μετά από ορειβατικό ατύχημα, περνώντας 127 ώρες εγκλωβισμένος κάτω από έναν τεράστιο βράχο.

Το να φτιάξει κάποιος μια ταινία με έναν πρωταγωνιστή, σε μία μόνο τοποθεσία, είναι εγχείρημα δύσκολο και ριψοκίνδυνο. Το να φτιάξει όμως μια διασκεδαστική ταινία, στην οποία πρωταγωνιστεί ένας άνθρωπος, εγκλωβισμένος στο ίδιο σημείο για μέρες, ακούγεται σαν στοίχημα μεταξύ φοιτητών σκηνοθεσίας. Ο Ντάνι Μπόιλ, που αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει, “δέχτηκε” την πρόκληση και το αποτέλεσμα ξαφνιάζει με την φρεσκάδα και την θετική του ενέργεια -παρότι ο πρωταγωνιστής αναγκάζεται να καταφύγει σε ακραία μέτρα επί της οθόνης για να εξασφαλίσει την επιβίωσή του.

Ο Άρον Ράλστον, που κατέγραψε την εμπειρία του και στο βιβλίο όπου βασίζεται η ταινία, παρουσιάζεται ως χαρακτήρας ανεξάρτητος, μοναχικός και λάτρης της περιπέτειας. Την ίδια στιγμή, διαθέτει ασυναγώνιστα αποθέματα ψυχραιμίας και διατηρεί την λογική του σκέψη ακόμη και στις πιο απίθανες καταστάσεις: Όταν για παράδειγμα βρίσκεται σε πεζοπορία χωρίς να έχει ενημερώσει κανέναν για τα κατατόπια του και ξαφνικά βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μία σχισμή του φαραγγιού, με το χέρι του σφηνωμένο ανάμεσα σ’ έναν τεράστιο βράχο και το βουνό. Η ανάγκη του για απομόνωση και ρίσκο έθεσε την ζωή του σε κίνδυνο αλλά ήταν τελικά η λογική του που τον έσωσε - όχι με μικρό κόστος. Η λύση που επέτρεψε στον Άρον να φύγει από το φαράγγι ζωντανός ήταν να κόψει το ίδιο του το χέρι με έναν μικρό σουγιά που κουβαλούσε μαζί του.

Η επίφαση της αληθινής ιστορίας είναι το βούτυρο στο ψωμί των Αμερικάνων, που ψοφάνε για δακρύβρεχτες, κατά βάση, ιστορίες με επιμύθιο-ύμνο στη ζωή. Ο Μπόιλ, αν και Άγγλος, γνωρίζει τα τερτίπια της βιομηχανίας πολύ καλά και γι’ αυτό επέλεξε να συγκεντρώσει ξανά μεγάλο μέρος της ομάδας που δημιούργησε το “Slumdong Millionaire” (σεναριογράφο, φωτογράφο, συνθέτη) για έναν δεύτερο γύρο φαντασμαγορίας, όσο κι αν η θεματολογία μοιάζει απαγορευτική. Και όντως, ο τρόπος που την κινηματογραφεί θυμίζει πολύ περισσότερο την γυαλιστερή τσιχλόφουσκα του ινδικού παραμυθιού παρά κάποιο δυσβάσταχτο υπαρξιακό δράμα. Πατώντας στην αισθητική του βίντεοκλίπ, η αφήγηση πετά από την δύσκολη κατάσταση του εγκλωβισμένου πρωταγωνιστή στις αναμνήσεις και τις ψευδαισθήσεις του, χωρίς να θυσιάζει στιγμή τον ρεαλισμό της απεικόνισης.

Πιο συγκεκριμένα, η στιγμή του ακρωτηριασμού, την οποία μάλιστα περιμένουμε με αυξημένο σασπένς από την αρχή της ταινίας, θα κάνει πολλά στομάχια να σφίξουν. Παρόλο που είναι η στιγμή-κλειδί για τον θεατή, η προηγούμενη αναμονή δεν αφαιρεί κάτι από το βάρος της, ούτε την κάνει λιγότερο επώδυνη. Ο Τζέιμς Φράνκο δίνει την ερμηνεία της καριέρας του, επιβεβαιώνοντας όλους όσοι διέκριναν σε αυτόν την στόφα του σταρ. Κι ενώ, πολύ σοφά, το φιλμ αρνείται να παρουσιάσει τον Ράλστον ως ήρωα, δεν υπάρχει κάποια άλλη εξιλεωτική διάσταση (πέραν της προφανούς) που να ανάγει τις “127 Ώρες” σε κάτι παραπάνω από δύο ώρες τσιτωμένης διασκέδασης.

Φαίδρα Βόκαλη

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ