Μια γυναίκα εξαφανίζεται σε μια ερημική τοποθεσία κοντά σ’ έναν αυτοκινητόδρομο. Ύποπτος για τον πιθανό φόνο της, ένας άνεργος πατέρας που αρνείται επίμονα την ενοχή του.
Σιγά σιγά, καθώς το νήμα ξετυλίγεται μέσα από την αριστοτεχνική αφηγηματική δομή του σπουδαίου Αυστραλού συγγραφέα, μπλέκονται αρκετά ακόμη πρόσωπα γύρω από το συμβάν, όπως ο αστυνομικός που διερευνά την υπόθεση, η γειτόνισσα που κατέδωσε τον ύποπτο, οι σύζυγοι όλων αλλά και οι εραστές τους.
Γίνεται να εμπιστευτείς έναν άγνωστο; Και πόσο γνωστοί μας είναι οι άνθρωποι με τους οποίους μοιραζόμαστε τις ζωές μας; Πόσο γνωρίζουμε τον εαυτό μας, και πόσο εύθραυστες αποδεικνύονται οι βεβαιότητες μας σε έναν κόσμο που νομίζουμε ότι μπορούμε να ελέγξουμε;
Οι «Σκοτεινές Γλώσσες» του Αυστραλού Άντριου Μπόβελ παρουσιάζονται στο θέατρο Πόρτα σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου με τους Άννα Καλαϊτζίδου, Χρήστο Λούλη, Άννα Μάσχα και Γιώργο Χρυσοστόμου. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό θρίλερ με πολλές ανατροπές, πρωτότυπη θεατρική φόρμα, ποιητική ατμόσφαιρα κι ενδιαφέρουσες δεύτερες αναγνώσεις που έρχεται από τους μακρινούς Αντίποδες.
Εμείς μιλήσαμε με δύο εκ των πρωταγωνιστών της παράστασης αυτής, τον Γιώργο Χρυσοστόμου και την Αννα Μάσχα, στην προσπάθειά μας να αποκρυπτογραφήσουμε λίγο παραπάνω το έργο…
Η Αννα Μάσχα μας εξηγεί ποιες είναι οι «Σκοτεινές Γλώσσες»: Το ξεχωριστό ιδίωμα του κάθε ανθρώπου, ο τρόπος που εκφράζεται ή δεν εκφράζεται, τα λόγια που επιλέγει να πει, η σωματική του παρουσία, οι απόπειρες επικοινωνίας, όλα αυτά είναι η Γλώσσα του. Σκοτεινή είναι η γλώσσα που δεν φωτίζει, που εκφράζει το μαύρο, το ανομολόγητο, το ανείπωτο, που προέρχεται από πολύ βαθιά, από το σκοτάδι. Ο αγγλικός τίτλος του έργου είναι Speaking in tongues που σημαίνει Γλωσσολαλιά και προέρχεται απ'τη Βίβλο. Στην κατάσταση της γλωσσολαλιάς οι Απόστολοι άρχισαν ξαφνικά να μιλούν γλώσσες άγνωστες σ'αυτούς που όμως οι άλλοι καταλάβαιναν. Οι ήρωες του έργου μιλούν για να επικοινωνήσουν ή για να κρυφτούν, άλλοτε λένε πολλά άλλοτε λίγα, λένε αλήθειες και ψέματα, τελικά όμως καταφέρνουν έστω και προσωρινά να εκφράσουν αυτό που τους είναι δύσκολο.
Και ο Γιώργος Χρυσοστόμου προσθέτει: Είναι ένα έργο για τον άνθρωπο που ξαφνικά εξαφανίζεται, για τον άνθρωπο που λέει άλλα από αυτά που εννοεί ,για τον άνθρωπο που θέλει να νιώσει κάτι, για τον άνθρωπο που θέλει βοήθεια και που στα αλήθεια δεν μπορεί να βοηθήσει.
Τι γοήτευσε την Αννα Μάσχα στο έργο αυτό;
Η φόρμα του, η κατασκευή του. Είναι σχεδόν ένα μουσικό κουαρτέτο. Οι ήρωες μιλούν συχνά απανωτά, μοιράζονται λέξεις και φράσεις, μπαίνουν ο ένας στον ειρμό του άλλου, στην ιστορία του άλλου. Είναι σαν να μοιράζονται τα ίδια αισθήματα τις ίδιες σκέψεις. Κι αυτό δεν είναι μακριά από την ανθρώπινη πραγματικότητα μια και, νομίζω, οι περισσότεροι από μας σκεφτόμαστε κι επιθυμούμε πάνω κάτω τα ίδια πράγματα.
Λίγα λόγια για τους ρόλους … και για τα ζευγάρια του έργου
Αννα Μάσχα: Υποδύομαι την Τζέην στο πρώτο μέρος και την Βάλερι στο δεύτερο. Φαινομενικά είναι δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες, όμως στο βάθος είναι η ίδια ύπαρξη- η γυναίκα η εξαρτημένη από τον άντρα της. Τα ζευγάρια του έργου είναι πολλά νόμιμα και ας πούμε παράνομα. Η Τζέην είναι παντρεμένη με τον Πητ και τον απατάει με τον Λεόν. Ο Πητ παρά λίγο θα απατούσε την Τζέην με τη Σόνια τη γυναίκα του Λεόν. Λατρεύω τους παραπάνω χαρακτήρες- με γεμίζουν συμπάθεια και τρυφερότητα.
Γιώργος Χρυσοστόμου: Οι δυο ρόλοι που υποδύομαι είναι άνθρωποι που με την καλή τους διάθεση να βοηθήσουν, λειτουργούν παρορμητικά και εμπλέκονται διαρκώς χωρίς λύση. Η βία που έχουν δεχτεί είναι φανερή επάνω τους και στην προσωπική τους σχέση με την σύντροφό τους σιγοβράζει και είναι έτοιμη να εκραγεί….
Γίνεται τελικά να εμπιστευτείς έναν άγνωστο;
Γιώργος Χρυσοστόμου: Γίνεται να εμπιστευτείς έναν άγνωστο την στιγμή που δεν μπορείς να εμπιστευτείς τον πιο κοντινό σου. Συμβαίνει να υπάρχει ένα ένστικτο στον καθένα που κρίνει αυτόματα ότι μπορείς να εμπιστευτείς έναν άγνωστο, αλλά το ίδιο ένστικτο σε διαψεύδει όταν σε προδίδει ο πιο κοντινός.
Μπορούμε να ελέγξουμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε; Πόσο βέβαιοι μπορούμε να είμαστε για τις ζωές μας;
Άννα Μάσχα: Δεν μπορούμε να ελέγξουμε τον κόσμο σ' ένα μεγάλο βαθμό. Ακόμη και οι αποφάσεις που συχνά καλούμαστε να πάρουμε και που μας αλλάζουν τις ζωές μας είναι κι αυτές εν πολλοίς τυχαίες. Ωστόσο δεν θα πάψουμε να προσπαθούμε για έλεγχο. Για να έχουμε την αίσθηση ενός πιο στέρεου εδάφους κάτω απ'τα πόδια μας, κάποιες σταθερές. Σκέφτομαι το Παρίσι. Οι όποιες σιγουριές των Παριζιάνων έχουν κλονιστεί συθέμελα. Επίσης ένα από τα βασικά θέματα του έργου είναι η απώλεια της εμπιστοσύνης στον άλλο άνθρωπο και μάλιστα τον κοντινό, το σύζυγο, το σύντροφο. Ελέγχουμε τον άλλο με ποικίλους τρόπους με τη δύναμη ή την αδυναμία, θέλοντας να εξασφαλίσουμε τη σιγουριά ότι δε θα μας φύγει ποτέ.
Πόσο επίκαιρο είναι το έργο αυτό του Άντριου Μπόβελ; Που αγγίζει το σήμερα;
Γιώργος Χρυσοστόμου: Μιλούν όλοι μαζί. Είναι όλοι κουφοί. Την ώρα που μιλάει ο απέναντι τα μάτια σκέφτονται τι θα πουν οι ίδιοι και όχι τι λέει ο απέναντι. Οι σχέσεις είναι πιο δύσκολες από πότε.. Κανείς δεν έχει το θάρρος να πει την αλήθεια.
Τι θέλετε να πάρει μαζί του ο θεατής φεύγοντας;
Η Αννα Μάσχα τονίζει: Το στοχασμό, την αναρώτηση. Γιατί αποτυγχάνουμε να επικοινωνήσουμε, να εκφραστούμε, να πούμε κάτι; Μήπως τελικά μιλάμε απλώς και μάλιστα σε διαφορετικές γλώσσες ο ένας απ'τον άλλο; Στο έργο κάποια ζευγάρια δείχνουν να έχουν μέλλον και κάποια άλλα απλώς τους τελειώνει ο χρόνος και ο ένας απ' τους δυο εξαφανίζεται για πάντα. Επίσης το αίσθημα της συμπάθειας για τα λάθη που κάνουμε οι άνθρωποι.
Αγαπημένη σκηνή/ατάκα του έργου για τον Γιώργο Χρυσοστόμου; Η αλήθεια είναι αλήθεια και ο καθένας από μας την γνωρίζει την αλήθεια του.
Συνέντευξη: Γεωργία Οικονόμου
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου