Και λέμε ιδιαίτερης συγκίνησης γιατί το συγκεκριμένο έργο του Μάνου Χατζιδάκι, μιλά απευθείας στην καρδιά κάθε Ελληνα και αντηχεί μ' έναν περίεργα οικείο τρόπο σ΄αυτήν, εκφράζοντας βαθιά κρυμμένα συναισθήματα, αισθήματα και εμπειρίες και μεταφέροντας με τρόπο απλό, αλλά και εύθραυστο, ένα τεράστιο συγκινησιακό φορτίο.
Αυτό η Αγγελική Στελλάτου το έχει κατανοήσει. Γι΄αυτό και σεβάστηκε απόλυτα το συγκλονιστικό αυτό έργο και δεν αναλώθηκε σε σκηνοθετισμούς και εξεζητημένες χορογραφίες. Έμεινε πιστή στις "οδηγίες" από τα κείμενα του Χατζιδάκι που συνοδεύουν το έργο, δίνοντας κίνηση στην ονειρική μουσική των δέκα τραγουδιών του. Και έκανε πολύ καλά, γιατί με τον τρόπο αυτό μας χάρισε μία σπαρακτική Τζοκόντα, μία Τζοκόντα που ενσάρκωσε μοναδικά η Μαρία Κουσουνή και μας έκανε να δακρύζουμε επί 45 συνεχόμενα λεπτά.
Τι να πει κανείς για το μοναδικό τρόπο που αποδόθηκε η «Προσωπογραφία της Μητέρας μου». Η Τζοκόντα στο βάθος θυμάται, σταματάει για λίγο το χρόνο και φέρνει στη μνήμη της τη μητέρα της. Γλυκιά, τρυφερή, ευγενική… μοναδική. Τι να πει κανείς για τη σκηνή με τον κύριο Νολ, το νέο που ήθελε να γνωρίσει λίγο παραπάνω τη Τζοκόντα, αλλά εκείνη δεν... τόλμησε. Και τέλος, η κορύφωση, ο χορός με τη σκιά της, η στιγμή που η Τζοκόντα χάνεται μέσα στο χρόνο, μόνη, έρημη, αινιγματική. Χάνεται μέσα στις σκιές της, μέσα από εκεί που ήρθε, αφήνοντας στα χείλη μας ένα αλλόκοτα νοσταλγικό χαμόγελο, ένα χαμόγελο που θα μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη μας...
Ο Μάνος Χατζιδάκις είδε την Τζοκόντα, ή μάλλον μία απλή, καθημερινή γυναίκα σε μία παρέλαση της Νέας Υόρκης. Περπατούσε μονάχη με μια απελπισμένη αδιαφορία, χωρίς κανέναν να προσέχει, μόνη και έρημη στο άγνωστο πλήθος. Την κοιτούσε στυλωμένος και όταν προσπάθησε να την ακολουθήσει, την έχασε από τα μάτια του. Χωρίς να το καταλάβει, είχε σταθεί έξω από ένα βιβλιοπωλείο στου οποίου τη βιτρίνα βρισκόταν ΄να βιβλίο με την Τζοκόντα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι να του χαμογελά απίθανα αινιγματική, αυτόματα μεγεθυμένη, όσο η γυναίκα που χάθηκε στο δρόμο. Το θέμα λοιπόν του έργου είναι η γυναίκα έρημη μέσα σε μια μεγάλη πόλη. Το κάθε τραγούδι είναι κι ένας μονόλογος της, κι όλα μαζί συνθέτουν την ιστορία της. Μια ιστορία σύγχρονη και παλιά μαζί…
Νιώθουμε πως η Τζοκόντα πήρε σάρκα και …οστά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς δεν υπάρχουν λόγια να χαρακτηρίσουμε τον χορευτικό και υποκριτικό άθλο της Μαρίας Κουσουνή. Αέρινη, αιθέρια και γήινη μαζί, μας κράτησε καθηλωμένους, καθώς έδωσε στην ηρωίδα του Χατζιδάκι την υπόσταση που πάντα φανταζόμασταν και έστησε γύρω από τις σιωπές της ένα νοερό διάλογο με τις νότες του μεγάλου Ελληνα συνθέτη. Κάθε της κίνηση, κάθε της ανάσα απέπνεε ένα μοναδικό άρωμα αρμονίας, ένα άρωμα που σκόρπιζε στην πλατεία στιγμές μοναδικής μαγείας και συγκίνησης.
Πολύτιμοι αρωγοί του εξαιρετικού αυτού αποτελέσματος; Τα λιτά, λειτουργικά σκηνικά της Εύας Μανιδάκη, τα αέρινα κοστούμια του Κέννυ Μακ Λέλλαν και οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου, συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία μιας μαγικής ατμόσφαιρας που «έδεσε» απόλυτα με τη χορογραφία της Στελλάτου.
Σημειώστε, επίσης, πως στο πρώτο μέρος της παράστασης παρουσιάστηκε η χορογραφία της Αγγελικής Στελλάτου σε ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Μάνου Χατζιδάκι το μπαλέτο Μαρσύας. Η Μαρία Κουσουνή, ο Στράτος Παπανούσης και ο Αλεξάντερ Νέσκωβ ερμήνευσαν με πάθος τους ρόλους της Αθηνάς, του Μαρσύα και του Απόλλωνα αντιστοίχως.
Αξίζει να δει κάποιος αυτήν την παράσταση; Επιβάλλεται σίγουρα να ξαναπαιχτεί, γιατί τα εισιτήρια σιγά σιγά εξαντλούνται…. Και είναι μια παράσταση που πρέπει να δουν όλοι. Γιατί, τελικά, η Τζοκόντα είμαστε εμείς οι ίδιοι, είναι η ίδια η καθημερινότητά μας, αυτή που βιώνουμε καθημερινά και αέναα…
Γεωργία Οικονόμου