Από την Ελσα Συμεωνίδου
Τι κοινό μπορεί να έχουν ένας μουσικός, ένας τενίστας και ένας υπάλληλος γραφείου; Μπορεί να υποφέρουν και οι τρεις από επικονδυλίτιδα, γνωστή και ως «ο αγκώνας του τενίστα». Η επικονδυλίτιδα είναι συχνή κυρίως σε ανθρώπους που καταπονούν τα χέρια και ιδιαίτερα τα δάχτυλα, όπως μουσικοί, αθλητές, υπάλληλοι γραφείου, φυσικοθεραπευτές. Στη διεθνή βιβλιογραφία είναι γνωστή ως «ο αγκώνας του τενίστα». Το χέρι πονά στην εξωτερική πλευρά του αγκώνα και πάνω από τους μυς που εκτείνουν τον καρπό και τα δάχτυλα. Ο πόνος στην οξεία φάση είναι τόσο έντονος, που ο ασθενής δεν μπορεί να κρατήσει ούτε ένα ποτήρι νερό. Για το τι είναι η επικονδυλίτιδα, πώς εμφανίζεται αλλά και πώς αντιμετωπίζεται μας ενημερώνει ο κ. Νικόλαος Δαούτης, δ/ντής Μικροχειρουργικής στο νοσοκομείο «Μetropolitan».
Πώς προκαλείται
Πρόκειται για μια τενοντίτιδα που προκαλείται από επανειλημμένους μικροτραυματισμούς, τους οποίους δεν καταλαβαίνουμε. Αυτοί συσσωρεύονται κι έτσι δημιουργείται φλεγμονή, η οποία με τη σειρά της προκαλεί πόνο. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν αντιμετωπίζεται με συντηρητική αγωγή και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε χειρουργική επέμβαση. Ο ασθενής στην οξεία φάση θα πρέπει να αποφεύγει κάθε δραστηριότητα, επισημαίνει ο κ. Δαούτης.
Τα συμπτώματα
- Έντονος πόνος στην περιοχή του αγκώνα και πιθανότατα και οίδημα κατά την οξεία φάση.
- Δυσκολία στην κίνηση του καρπού και των δαχτύλων.
- Κάθε κίνηση, ακόμη και η πιο απλή, όπως το άνοιγμα της πόρτας, προκαλεί έντονη ενόχληση.
Πώς αντιμετωπίζεται
Αρχικά ακολουθείται μια συντηρητική αντιμετώπιση με αντιφλεγμονώδη αγωγή και παυσίπονα από το στόμα καθώς και αποφυγή οποιασδήποτε δραστηριότητας που απαιτεί χρήση του χεριού. Αν τα συμπτώματα δεν υποχωρήσουν, χορηγείται τοπική αντιφλεγμονώδης αγωγή με εγχύσεις κορτιζονούχων ουσιών. Δεν πρόκειται για γενικευμένη κορτιζονοθεραπεία σε όλο τον οργανισμό, αλλά για κρυσταλλικά άλατα της κορτιζόνης, τα οποία μένουν στο σημείο όπου γίνεται η έγχυση. Αν κι αυτό δεν αποδώσει και έχουμε επανειλημμένες κρίσεις, τα ενοχλήματα είναι έντονα και ο ασθενής δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την καθημερινότητα, τότε προχωράμε στη χειρουργική αντιμετώπιση, τονίζει ο κ. Δαούτης. Στους περισσότερους όμως ασθενείς αποδίδει η συντηρητική θεραπεία και μόνο 20-30% αυτών καταφεύγουν στη χειρουργική λύση. Η επέμβαση είναι απλή και ο ασθενής την επόμενη μέρα παίρνει εξιτήριο από το νοσοκομείο. Για την επούλωση του τραύματος απαιτείται ένα διάστημα 10-12 ημερών και μέσα σε ένα μήνα μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του.
Υπάρχουν μέτρα πρόληψης;
Δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν μέτρα πρόληψης, μας επισημαίνει ο κ. Δαούτης. Συνήθως υπάρχει μια προδιάθεση, η οποία είναι κατασκευαστική, έτσι δηλαδή κατασκευάστηκε η τάση των τενόντων και των μυών. Γιατί όλοι μπορούν να παίξουν τένις ή γκολφ, αλλά δεν παθαίνουν όλοι τενοντίτιδες. Βέβαια, η άθληση μπορούμε να πούμε ότι λειτουργεί ως προληπτικό μέσο, γιατί οι τένοντες και οι μύες ενισχύονται και δεν υφίστανται εύκολα τη μηχανική επιβάρυνση π.χ. ενός πληκτρολογίου.
Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Αποτελεί μια από τις πιο συνηθισμένες κακώσεις του χεριού και προκαλείται από τη συμπίεση ενός βασικού νεύρου του καρπού. Εμφανίζεται σταδιακά με πόνο, μουδιάσματα, αδυναμία στο χέρι και τον καρπό, που αντανακλώνται προς το βραχίονα. Η δύναμη του χεριού μειώνεται και είναι δύσκολο να πιάσει κυρίως μικρά αντικείμενα. Παρουσιάζεται συνήθως σε μοδίστρες, ξυλουργούς, μουσικούς, κηπουρούς και υπαλλήλους γραφείου που χρησιμοποιούν πληκτρολόγιο. Η πάθηση αντιμετωπίζεται αρχικά με ξεκούραση του χεριού, αντιφλεγμονώδη αγωγή και παυσίπονα από το στόμα. Αν τα συμπτώματα δεν υποχωρήσουν, μπορεί να γίνει τοπική έγχυση αντιφλεγμονωδών ουσιών. Οι περισσότεροι ασθενείς ανακάμπτουν, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και χειρουργική επέμβαση για αποσυμπίεση του νεύρου.
Όταν πονά ο ώμος
Όσοι καταπονούν τους ώμους κατά την εργασία τους, όπως οι εργαζόμενοι σε σούπερ μάρκετ, που ανεβάζουν αντικείμενα σε ράφια, και γενικά όσοι λόγω επαγγέλματος έχουν συχνά τα χέρια σε απαγωγή πάσχουν συχνά από τενοντίτιδα στον ώμο. Και σε αυτή την περίπτωση τα βήματα που ακολουθούνται είναι τα ίδια: συντηρητική αγωγή με αντιφλεγμονώδη και παυσίπονα, τοπικές εγχύσεις. Αν δεν έχουμε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε σε χειρουργική επέμβαση.