Γράφει ο Λάμπρος Σαλτός ψυχίατρος - ψυχοθεραπευτής
Πολλοί πάσχουν από διαταραχή πανικού και ρωτούν ποια είναι η εξέλιξη της συγκεκριμένης νόσου και εάν τελικά θα θεραπευτούν. Να θυμίσουμε ότι η υπό συζήτηση νόσος είναι μορφή αγχώδους διαταραχής, η οποία χαρακτηρίζεται από κρίσεις πανικού που επαναλαμβάνονται και τις οποίες δεν περιμένει το άτομο. Οι κρίσεις πανικού είναι βιώματα έντονου άγχους μικρής διαρκείας, συνήθως 10-30 λεπτών, που χαρακτηρίζονται από έντονο φόβο του ατόμου ότι θα πεθάνει ή θα τρελαθεί που συνοδεύεται από σωματικά συμπτώματα, όπως ταχυκαρδία, τρεμούλα, μουδιάσματα, δύσπνοια κ.α.
Στο χρονικό διάστημα μεταξύ των κρίσεων μπορεί το άτομο να διακατέχεται από φόβο επερχόμενης κρίσης. Συγχρόνως υπάρχει αλλαγή στη συμπεριφορά του και στη συντριπτική πλειοψηφία ανάπτυξη αγοραφοβίας (το άτομο αποφεύγει μέρη και καταστάσεις, αποφεύγει να μένει μόνο κ.α.).
Η πορεία και εξέλιξη της διαταραχής ποικίλλει από άτομο σε άτομο και σε σημαντικό βαθμό εξαρτάται από τον τρόπο και τον χρόνο που αντιμετωπίζεται. Η πλειονότητα των ατόμων με τη νόσο δεν απευθύνονται σε ψυχίατρους, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται μόνο με φάρμακα.
Αυτή η πρακτική αποκλείει ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις που στους περισσότερους κρίνονται απαραίτητες και καθοριστικές όχι μόνο για τη βραχυπρόθεσμη αλλά και τη μεσο- και μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση. Γενικά, πάντως, η νόσος έχει πολύ καλή πρόγνωση και σπάνια δεν απαντά στη θεραπεία. Η καλή λειτουργικότητα πριν από την έναρξη και η μικρή διάρκεια των συμπτωμάτων είναι σημαντικοί δείκτες καλής εξέλιξης, όπως και η γρήγορη αντιμετώπιση του προβλήματος πριν χρονίσει.