Όσες γυναίκες αργούν να γεννήσουν για πρώτη φορά (από επιλογή τους και όχι λόγω δυσκολίας), έχουν περισσότερες πιθανότητες να περάσουν την ηλικία των 90 ετών, όπως επίσης όσες θα κάνουν πιο πολλά παιδιά, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, την πρώτη που κατέληξε σε τέτοιο συμπέρασμα.
Η ηλικία της πρώτης τεκνοποίησης έχει σταδιακά αυξηθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες σχεδόν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες και σε αρκετές αναπτυσσόμενες, κυρίως λόγω των αυξημένων απαιτήσεων των γυναικών για μόρφωση και καριέρα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Αλαντίν Σαντιάμπ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό για θέματα δημόσιας υγείας "American Journal of Public Health", μελέτησαν στοιχεία για περίπου 20.000 γυναίκες, από τις οποίες πάνω από τις μισές (το 54%) είχαν ζήσει τουλάχιστον έως την ηλικία των 90 ετών.
Οι γυναίκες με τη μεγαλύτερη μακροζωία είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι απόφοιτες πανεπιστημίου, παντρεμένες, υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου, όχι παχύσαρκες και χωρίς ιστορικό κάποιας χρόνιας πάθησης.
Επίσης, ήταν πιθανότερο να έχουν κάνει το πρώτο παιδί τους μετά την ηλικία των 25 ετών. Επιπλέον, οι γυναίκες που έχουν γεννήσει δύο έως τέσσερις φορές, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να ζήσουν στη δέκατη δεκαετία της ζωής τους, σε σχέση με όσες έχουν γεννήσει μόνο μια φορά.
Ο Σαντιάμπ τόνισε πάντως ότι «οι γυναίκες δεν πρέπει σκοπίμως να καθυστερούν το πρώτο παιδί τους, καθώς ο κίνδυνος να εμφανίσουν γυναικολογικές επιπλοκές, όπως διαβήτη κύησης και υπέρταση, είναι μεγαλύτερος σε πιο προχωρημένη ηλικία. Είναι πιθανό ότι ένας τοκετός σε πιο μεγάλη ηλικία αποτελεί ένδειξη γενικότερης καλής υγείας και άρα δυνατότητας για μακροζωία».