Με ολοφάνερη συγκινησιακή φόρτιση, αν και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πλήρως γιατί, ο Κωστής Μαραβέγιας πριν από πέντε μέρες βρέθηκε στο Φεστιβάλ Παραμυθιάς Θεσπρωτίας για μια προγραμματισμένη του εμφάνιση.
Και ελάχιστοι ίσως από το κοινό γνώριζαν πως από αυτό το μέρος κατάγεται και ο ίδιος και φυσικά κανείς, πέραν από τον ίδιον, δεν γνώριζε τη σοβαρότητα της κατάστασης του πατέρα του αγαπημένου τραγουδιστή και δημιουργού που έφυγε χθες από τη ζωή βυθίζοντας στο πένθος την οικογένειά του. Η συγκίνηση στη φωνή του Κωστή Μαραβέγια σε κάθε λέξη ορατή, όπως και η φόρτισή του. Και στο κλείσιμο με δυσκολία ολοκλήρωσε τη φράση του.
«Θα σας μιλήσω για τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου έχει καταγωγή από την Κεφαλλονιά και από εδώ από την Παραμυθιά Θεσπρωτίας, η γιαγιά μου η Ζωή Τίτσιου, που ήταν μια αγωνίστρια. Και ο μπαμπάς μου, ήταν, είναι ένας άνθρωπος που έδωσε τον εαυτό του για να κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα κι εγώ και ο αδερφός μου» ξεκίνησε να λέει ο Κωστής Μαραβέγιας και συνέχισε:
«Στο Άγρίνιο που μεγάλωσα πήγαινα στο Ωδείο κι έκανα μουσική και κάποια στιγμή δεν μπορούσα πια να πηγαίνω εκεί, ήταν χαμηλότερες τάξεις.
Με πήγαινε κάθε Παρασκευή στην Πάτρα με το παλιό μερσεντικό του ’75 , μιλάμε τώρα για δεκαετία τέλη ’80, αρχές ΄90, χωρίς γέφυρα. Και περνάγαμε με το ferry boat. Mε πήγαινε στο Ελληνικό Ωδείο Πατρών κάθε Παρασκευή για τέσσερα χρόνια ανελλιπώς.
Κάποιες φορές δεν πέρναγε το ferry boat και μέναμε στο Ρίο απέναντι. Δύσκολες εποχές, δεν ήταν εύκολες. Επίσης ο πατέρας μου ακόμα έχει αυτή τη μερσεντές.
Έχει να οδηγήσει και να τη μετακινήσει πάνω από τέσσερα χρόνια, δεν μπορούσε να το κάνει. Παρ’ όλα αυτά κατέβαινε με τη μητέρα μου, είναι 55 χρόνια παντρεμένοι κι αγαπημένοι πάρα πολύ. Ερωτευμένοι φουλ.
Κατέβαινε λοιπόν με τη μητέρα μου, έβαζε μπροστά τη μηχανή για να μη μείνει από μπαταρία, αν και ήξερε ότι δεν μπορεί να την οδηγήσει, ούτε να πάει πουθενά και βάζανε μουσικούλα.
Κι ακούγανε μουσική για μισή ώρα και μετά ανέβαιναν σπίτι. Αυτό στου Ζωγράφου τα τελευταία 5-6 χρόνια. Μια μέρα όμως κλειδώθηκε το ραδιόφωνο γιατί είχε λήξει κάποιος κωδικός και χρειαζόταν ένα pin και με παρακαλούσε. Μου έλεγε, ρε Κωστή μου χρειάζομαι το pin από το κασετόφωνο, θα πάς από την αντιπροσωπεία να ζητήσεις το pin;
Βρε μπαμπά που θα πας, αφού δεν μπορείς να πας πουθενά. Εκνευριζόταν «Πώς δε θα πάω. Θέλω ανά πάσα στιγμή να μπορώ να φύγω..» Εγώ δεν προλάβαινα να πάω και το αμέλησα και μια μέρα πανικός, με πήρε η μητέρα μου και μου είπε: Κωστή δεν βρίσκω τον πατέρα σου.
Πώς δεν τον βρίσκεις; Αφού μετά βίας μπορεί να περπατήσει να φύγει… Μου λέει: Δεν κατάλαβες, λείπει το αυτοκίνητο.
Είχε πάρει το αυτοκίνητο μόνος του και πήγε στα Λιόσια στην αντιπροσωπεία για να πάρει το Pin και του το δώσανε και γύρισε πίσω σώος και αβλαβής ευτυχώς και αυτός και οι υπόλοιποι και λειτουργούσε ξανά το ραδιόφωνο. Συνέχισε να κατεβαίνει.
Μετά δεν μπορούσε ούτε να κατεβαίνει και άκουγε σπίτι. Οπότε θέλω να σας πω ότι η σημερινή συναυλία, μιας και ήταν συμβολικό να βρεθώ σήμερα εδώ, πρώτη φορά έρχομαι, είναι αφιερωμένη σε εκείνον»
Όταν ολοκλήρωσε όλα όσα είπε πήρε μια βαθιά ανάσα και λίγο χρόνο να καταλαγιάσει το συναίσθημα και ξεκίνησε να τραγουδάει το «Ξεχασμένη Ενηλικίωση»