Ο Ρομάν Πολάνσκι μιλάει πρώτη φορά για όλα

03.05.2010
Σπάζοντας τη σιωπή ολόκληρων μηνών, ο διάσημος 76χρονος σκηνοθέτης που παραμένει φυγόδικος εδώ και 33 χρόνια για υπόθεση παιδεραστίας, υποστήριξε ότι ο βασικός λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ ζητούν την έκδοσή του από την Ελβετία είναι για να "σερβίρουν την κεφαλή του επί πίνακι" στα ΜΜΕ.



Σπάζοντας τη σιωπή ολόκληρων μηνών, ο διάσημος 76χρονος σκηνοθέτης που παραμένει φυγόδικος εδώ και 33 χρόνια για υπόθεση παιδεραστίας, υποστήριξε ότι ο βασικός λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ ζητούν την έκδοσή του από την Ελβετία είναι για να "σερβίρουν την κεφαλή του επί πίνακι" στα ΜΜΕ.

Ο Ρομάν Πολάνσκι (Roman Polanski), ο οποίος βρίσκεται σε κατ' οίκον κράτηση στο σαλέ του στο Γκστάαντ από τον περασμένο Δεκέμβριο, εξέθεσε τις απόψεις του μέσω του διαδικτυακού περιοδικού που ανήκει σε έναν από πιο ένθερμους υποστηρικτές τους, Γάλλο φιλόσοφο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί (Bernard-Henri Levy). (http://www.bernard-henri-levy.com/category/actu)

"Είχα και εγώ στη ζωή μου και χαρές και λύπες, όπως όλοι, και δεν πρόκειται να ζητήσω τον οίκτο σας. Ζητώ μόνο να μου φερθείτε δίκαια, όπως θα φερόσασταν στον οποιονδήποτε άλλο", έγραψε συγκεκριμένα, ενώ έχει ιδιαίτερη σημασία ότι το κάθε επιχείρημα που παραθέτει για να υποστηρίξει την θέση του περί άδικης μεταχείρισης της υπόθεσής του, ξεκινά με τη φράση: "Δεν μπορώ να σιωπήσω άλλο".

Μία από τις καταγγελίες που κάνει ο Πολάνσκι είναι ότι ο Εισαγγελέας του Λος Άντζελες, Στιβ Κούλεϊ (Steve Cooley), "ο οποίος χειρίζεται αυτή την υπόθεση και έχει ζητήσει την έκδοση αρχικά, κατεβαίνει αυτό τον καιρό σε εκλογές και χρειάζεται ο ίδιος τη δημοσιότητα". Ο Κούλεϊ όντως, διεκδικεί τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Καλιφόρνια.

Από το γραφείο της Εισαγγελίας, ωστόσο, ανακοινώθηκε ότι δεν θα γίνει κανένα επίσημο σχόλιο ώσπου οι Ελβετοί να αποφασίσουν αν θα εκδώσουν τελικά τον Πολάνσκι στις αμερικανικές αρχές ή όχι.

Ο σκηνοθέτης του "Μωρού της Ρόζμαρι", του "Τσάιναταουν" και του "Πιανίστα" βρίσκεται υπό κράτηση στην Ελβετία, από τις 26 Σεπτεμβρίου, όταν συνελήφθη στη Ζυρίχη όπου είχε πάει για να παραλάβει ένα τιμητικό βραβείο για την προσφορά του στον κινηματογράφο. Οι αρχές του Λος Άντζελες θέλουν να επιστρέψει στις ΗΠΑ για να καταδικαστεί ύστερα από 33 χρόνια φυγοδικίας.

Αρχικώς, ο Πολάνσκι είχε κατηγορηθεί για τον βιασμό μιας 13χρονης, την οποία προηγουμένως είχε ποτίσει με αλκοόλ και ηρεμιστικά χάπια κατά τη διάρκεια μιας φωτογράφισης μόδας και βαρύνονταν με έξι κακουργήματα, μεταξύ των οποίων βιασμός με τη χρήση ναρκωτικών, ασέλγεια σε ανήλικο και σοδομία.

Αλλά στη συνέχεια ο ίδιος παραδέχτηκε την ενοχή του για παράνομη σεξουαλική συνεύρεση και σε αντάλλαγμα, ο δικαστής συμφώνησε να τον απαλλάξει από τις υπόλοιπες κατηγορίες και να τον στείλει για 90 μέρες στη φυλακή για ψυχιατρικές εξετάσεις.

Ο ψυχίατρος αποφυλάκισε τον γαλλοπολωνό Πολάνσκι μετά από 42 μέρες, αλλά ο δικαστής είπε ότι θέλει να τον ξαναστείλει για να ολοκληρώσει τις 90 μέρες. Την ημέρα της επίσημης ανακοίνωσης της ποινής του, την 1η Φεβρουαρίου 1978, ο Πολάνσκι διέφυγε στη Γαλλία, η οποία δεν εκδίδει τους πολίτες της.

Στις δηλώσεις που δημοσίευσε στο διαδικτυακό περιοδικό ο σκηνοθέτης υποστηρίζει ότι ο δικαστής "τον πρόδωσε θέλοντας να κερδίσει περισσότερη διασημότητα ο ίδιος, σε βάρος του", ενώ τονίζει ότι η όλη υπόθεση της έκδοσής του "στηρίζεται σε ένα ψέμα".

Ο Πολάνσκι υποστηρίζει επίσης ότι ο συνταξιούχος, πια, Αναπληρωτής Εισαγγελέας Ρότζερ Γκάνσον (Roger Gunson) ο οποίος είχε ασχοληθεί με την υπόθεση πριν από 33 χρόνια, επιβεβαίωσε τα δικά του λεγόμενα σε ένορκη κατάθεσή του. Οι δικηγόροι του σκηνοθέτη με τη σειρά τους, δήλωσαν ότι αν άνοιγαν οι φάκελοι με τις μυστικές καταθέσεις του Γκάνσον θα φαινόταν ξεκάθαρα ότι η αίτηση της έκδοσης του πελάτη τους είναι βασισμένη εξ ολοκλήρου σε ψευδή και ελλιπή στοιχεία που δόθηκαν από το γραφείο του Εισαγγελέα του Λος Άντζελες.

Στο ξέσπασμά του, ο Πολάνσκι, εξηγεί τον λόγο για τον οποίο αντιδρά με αυτό τον τρόπο: "Δεν μπορώ να σιωπήσω άλλο, επειδή οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ζητούν την έκδοσή μου περισσότερο για να με σερβίρουν στο πιάτο στα ΜΜΕ παγκοσμίως παρά για να καταλήξουν σε απόφαση για μια υπόθεση που στην ουσία έληξε πριν από 33 χρόνια".

Επιμέλεια: Ζωή Κίττα