Από τη Στέλλα Γεωργίου
ΦΩΤΟ: Μαρία Μαράκη
Αυθόρμητη γυναίκα και γοητευτικό θηλυκό, εκρηξιγενής φύση, που είναι αδύνατον να μη σε συνεπάρει. Το σπίτι της, ζεστό, φιλόξενο, γεμάτο πίνακες ζωγραφικής και έργα Τέχνης. Το περίεργο είναι ότι δεν υπάρχουν πουθενά στο χώρο φωτογραφίες της. «Δεν τις μπορώ τις φωτογραφίες», είπε η ίδια. «Δεν μου αρέσει να με φωτογραφίζουν. Περνάω θαυμάσια βλέποντας τις φωτογραφίες των άλλων, αλλά τις δικές μου τις βαριέμαι». Πάντως, με τη φωτογράφο μας ήταν πολύ συνεργάσιμη και πόζαρε αδιαμαρτύρητα. Χαριτωμένη, όμορφη, ψάχνω να βρω πάνω της κάτι που να με χαλάει, αλλά το μόνο που εισπράττω είναι ενέργεια: πολλή και θετική! Την επόμενη μέρα θα ταξίδευε για τη Θεσσαλονίκη, για τις ανάγκες της παράστασης του ΚΘΒΕ «Άντε ψυχούλα μου, σκότωσέ με» του Τούρκου συγγραφέα Αζίζ Νεσίν, στο Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών. Και από αυτό ξεκίνησε η κουβέντα μας....
Μέχρι πότε θα συνεχιστούν οι παραστάσεις;
«Μέχρι τις 4 Μαρτίου. Το έργο είχε μεγάλη επιτυχία, παρότι η Θεσσαλονίκη έχει συνηθίσει σε πολυπρόσωπες παραστάσεις. Εμείς είμαστε 3 άνθρωποι: η Σ. Λάππου-Καλού, ο Μ. Γούναρης κι εγώ. Η σκηνοθεσία είναι του Γιώργου Κιουρτσίδη και ο τίτλος του είναι ο ίδιος με τον τουρκικό. Ο συγγραφέας, ο Αζίζ Νεσίν, γεννήθηκε στην Άγκυρα και πέθανε πρόσφατα, σε ηλικία 80 χρονών. Είναι ένας συγγραφέας που λατρεύουν τα νέα παιδιά στην Τουρκία. Έχει κάνει κι ένα ίδρυμα στην Τουρκία, αντίστοιχο με το δικό μας Σπίτι του ηθοποιού, μόνο που σ' εκείνο σπουδάζουν παιδιά που θέλουν να γίνουν συγγραφείς. Το έργο είναι βαθιά πολιτικό. Ξέρεις, κάθε ερωτική ιστορία όπως αυτή κρύβει πάντα ένα κοινωνικό και πολιτικό μήνυμα. Προβλήματα όπως αυτά της γυναικείας καταπίεσης και του αλκοολισμού θίγονται με αμεσότητα από το συγγραφέα. Εμείς προτιμήσαμε τη χιουμοριστική εκδοχή του και ο κόσμος αγκάλιασε την παράσταση. Είναι πράγματι απαιτητικό το κοινό της Θεσσαλονίκης. Δεν είναι διαβρωμένο από την τηλεόραση κι έχει συνηθίσει σε ποιοτικές παραστάσεις, ενώ ζουν και πιο ανθρώπινα. Επικοινωνούν περισσότερο μεταξύ τους και είναι πιο χαλαροί».
Τι προγραμματίζετε μετά το τέλος των παραστάσεων;
«Θα παίξουμε το ίδιο έργο στην Κωνσταντινούπολη, όπου μας περιμένουν με ενθουσιασμό. Γύρω στο Μάιο σκεφτόμαστε να κάνουμε περιοδεία και σε άλλες πόλεις της Μακεδονίας».
Ας έρθουμε τώρα σε κάτι διαφορετικό και στην ενασχόλησή σας με τα κοινά. Είστε εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα με το συνδυασμό του Κώστα Σκανδαλίδη.
«Έχω αναλάβει τον τομέα των πολιτιστικών ως αντιπολίτευση και νομίζω πως ο Νικήτας Κακλαμάνης είναι ένας άνθρωπος που αγαπάει την Τέχνη και δεν θα υπάρξουν προβλήματα στη συνεργασία μας. Είμαι υπεύθυνη για τον Εθνικό Κήπο, που αγαπώ πολύ από μικρή. Θέλω να λειτουργήσει ξανά εκεί το θέατρο Χατζίσκου, να είναι καθαρή η λίμνη και τα ζωάκια να έχουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ταϊζω και τις γάτες του κήπου. Αγαπώ πολύ τα ζώα. Επίσης, να ξαναλειτουργήσει το θέατρο στο Άλσος Παγκρατίου, εκεί που πρωτοχόρεψα! Αφού δεν μπορεί όλος ο κόσμος να πάει στο Ηρώδειο, να πάμε εμείς το Ηρώδειο στις γειτονιές. Με ενδιαφέρει πολύ να δυναμώσουν οι γειτονιές της Αθήνας. Να αναβιώσουν οι σχέσεις των ανθρώπων. Νομίζω ότι αυτό είναι ποιότητα ζωής».
Ποια είναι η σχέση σας με το υπουργείο Πολιτισμού σήμερα;
«Αυτή τη στιγμή το υπουργείο Πολιτισμού χρωστάει στο Σπίτι του ηθοποιού 1.000.000 ευρώ, εδώ και τριάμισι χρόνια. Κάποια στιγμή συναντήθηκα με τον Γιώργο Βουλγαράκη και μου είπε ότι θα μας δώσουν 300.000 ευρώ, αλλά αργότερα με ειδοποίησαν ότι και αυτά θα τα πάρω σε δόσεις των 60.000 ευρώ. Προσπαθώ να συναντήσω τον Κώστα Καραμανλή που είχε την ευθύνη για το υπουργείο Πολιτισμού στην αρχή κι έχει γνώση του θέματος, αλλά δεν τα έχω καταφέρει ακόμα. Πρέπει να επιδοτείται το Σπίτι του ηθοποιού. Θεωρείται δημόσια επένδυση. Άσε που έκοψαν και την τιμητική σύνταξη των 600 ευρώ στους ηθοποιούς. Είναι απαράδεκτο!».
Μα καλά, γιατί τόσοι διάσημοι ηθοποιοί της παλαιότερης γενιάς είναι σήμερα στην «ψάθα»;
«Κοίταξε, δεν πληρωνόμασταν τόσο καλά τότε. Κάναμε επιτυχίες στον κινηματογράφο και στο θέατρο, αλλά τα έσοδά μας έφταναν ίσα ίσα για να συντηρηθούμε, να ντυθούμε, να πληρώσουμε το νοίκι μας, άντε και στην καλύτερη περίπτωση να αγοράσουμε κι ένα αυτοκίνητο. Οι περισσότεροι δεν προερχόμασταν από εύπορες οικογένειες και ξεκινούσαμε από το μηδέν».
Παρ όλα αυτά, κάποιοι συνάδελφοί σας έχουν εκφράσει την πικρία τους κατά καιρούς προς το πρόσωπό σας.
«Ναι, έχουν υπάρξει και τέτοιες περιπτώσεις. Είναι αναίτιο όμως όλο αυτό. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποδειχτεί η έμπρακτη βοήθειά μας απέναντί τους. Είναι όμως πράγματα που συμβαίνουν και δεν θα θελα να σταθώ σ' αυτό. Γνωρίζουν ότι είμαι δίπλα τους. Ίσως αποζητούν τη δημοσιότητα, κάνοντας θόρυβο στα κανάλια».
Μιλήστε μας για το «Σπίτι του ηθοποιού». Πώς σας ήρθε η ιδέα να το κάνετε;
«Ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια. Περπατούσα στην Αθήνα και συνάντησα ένα φίλο ηθοποιό, που στεκόταν στην ουρά μιας τράπεζας για να πληρώσει κάποιο λογαριασμό. Μόλις με είδε, μου είπε: Κάτσε εσύ στην ουρά, σε παρακαλώ, γιατί κουράστηκα τόση ώρα όρθιος. Τον εξυπηρέτησα και φεύγοντας μου είπε: Δεν μας κάνεις κι ένα καφενείο να ξεκουραζόμαστε κιόλας;». Αυτό ήταν. Από τότε μου μπήκε η ιδέα. Είχα κι ένα σπίτι που μου είχαν αφήσει οι γονείς μου στο Ψυχικό και είπα αντί να γίνει σπίτι του ασώτου γιατί όλοι οι ηθοποιοί είμαστε άσωτοι, δεν το κάνω σπίτι του ηθοποιού; (Γέλια.) Ξεκίνησε έτσι μια περιπέτεια που κόστισε πολύ σε χρήμα και σε κόπο. Θέλει συνεχή αγώνα».
Αλήθεια, πώς στηρίχτηκε οικονομικά όλο αυτό το εγχείρημα;
«Χρειάζονταν 300.000.000 δρχ. για να γίνει το ίδρυμα κι εγώ δεν τα είχα. Πούλησα το σπίτι στο Ψυχικό, έτσι ώστε να έχω ένα αρχικό κεφάλαιο και μετά προσπάθησα να μαζέψω τα υπόλοιπα από φίλους, ιδρύματα, απ όπου μπορούσα».
Η πολιτεία σάς στήριξε;
«Κάποια στιγμή είχαμε συνεννοηθεί με τον τότε δήμαρχο Δημήτρη Αβραμόπουλο να μου παραχωρήσει το κτίριο των Μιναϊδη-Φωτιάδη. Πράγματι, μου το έδωσε για κάποιο διάστημα,αλλά αργότερα διαφώνησε κάποιο δημοτικό διαμέρισμα και μου το πήραν πίσω. Έτσι, έχασα και την επιχορήγηση των 100.000.000 δρχ. που επρόκειτο να πάρω από το Ίδρυμα Νιάρχου. Κατόπιν βρήκα τα κτίρια στην οδό Παναθηναίων, που όμως ήθελαν μεγάλο κεφάλαιο για να ανακαινιστούν και να λειτουργήσουν. Ευτυχώς όμως, στην ιδέα αυτή πίστεψε πολύ ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος, με στήριξε ολόψυχα και τον ευχαριστώ. Όπως θέλω να ευχαριστήσω δημόσια για την αμέριστη συμπαράσταση και τη στήριξή του τον τότε υπουργό Πολιτισμού Ευάγγελο Βενιζέλο και τον τότε υπουργό Εθνικής Οικονομίας Γιάννο Παπαντωνίου, που ενέκριναν και υπέγραψαν τα κονδύλια που χρειαζόμουν για τις εργασίες των κτιρίων, για αναπαλαιώσεις, συντηρήσεις κ.λπ. Θέλω να το γράψεις αυτό, γιατί τους είμαι ευγνώμων και γιατί τέτοιες πράξεις στήριξης του πολιτισμού πρέπει να ακούγονται. Και βέβαια, είχα στήριξη και από φίλους, που συνέβαλαν οικονομικά».
Είχατε βοήθεια από ιδιώτες;
«Εκτός από τους φίλους μου, με βοήθησαν το Ίδρυμα Ωνάση, το Ίδρυμα Σγούρδα, το Village Park, η Πετρογκάζ, ο ΟΠΑΠ κ.ά. Να πούμε ότι το Σπίτι του ηθοποιού έχει βρει υποστηρικτές και στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, στην Ισπανία, όπου ιδρύθηκε κι εκεί σπίτι του ηθοποιού από τον Αντόνιο Μπαντέρας, με τον οποίο είμαστε σε τακτική επικοινωνία και σκοπεύω να τον καλέσω στα εγκαίνιά μας, μαζί με τη Σίρλεϊ ΜακΛέιν, αλλά και στο Βουκουρέστι, όπου κι εκεί συνεργαζόμαστε με ηθοποιούς για τη δημιουργία του ρουμάνικου σπιτιού του ηθοποιού».
Τι είναι για σας το «Σπίτι του ηθοποιού»;
«Είναι η Επίδαυρός μου! Ένα όνειρο που θέλει δουλειά, κούραση, αλλά είναι μεγαλειώδες και επιβραβεύει τον κόπο».
Ονειρεύεστε να παίξετε στην Επίδαυρο;
«Κάποτε στη σχολή που φοιτούσα μου είχε πει ο Ροντήρης: Μεγαλώνοντας, δες και την Επίδαυρο. Έπαιξα με τους μεγαλύτερους κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά θυμόμουν πάντα τα λόγια του. Έπαιξα τραγωδία, «Λυσιστράτη», «Εκκλησιάζουσες», «Κλυταιμνήστρα». Στην Επίδαυρο όμως δεν με φώναξε ποτέ κανείς! Δεν θέλω να φαίνομαι, βρε παιδί μου. Έστω και στο χορό, με μουτσούνα! Δεν με πειράζει! (Γέλια.) Κάποτε είχα πάει με την κόρη μου να παρακολουθήσουμε μια παράσταση. Μόλις με είδε ο φύλακας, καταχάρηκε. Μου είπε λοιπόν: Εσάς, κυρία Φόνσου μου, πότε θα σας δούμε στην Επίδαυρο; Τόσες και τόσες παίζουν».
Η Άννα σε 50 λέξεις
Ξεκουράζεται ακούγοντας κλασική μουσική, με την παρέα καλών της φίλων σε ήσυχες σπιτικές βραδιές.
Βλέπει πολύ κινηματογράφο και είναι ορκισμένος εχθρός των κοσμικών γεγονότων.
Αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ στη ζωή της, είναι ολοκληρωμένη μέσα από τις δραστηριότητές της, έχει μάθει να αγωνίζεται και στις δύσκολες στιγμές αντιδρά με δημιουργία.