Η τελευταία του κίνηση να αποκτήσει για λογαριασμό της mig την Ολυμπιακή και να βγάλει την κυβέρνηση από το αδιέξοδο τον έφερε σε απευθείας σύγκριση με τον αυτοδημιούργητο μεγιστάνα Αριστοτέλη Ωνάση, τον ιδρυτή της αεροπορικής εταιρείας.
Γρήγορος στις κινήσεις του και πρωτοπόρος στο στρατηγικό σχεδιασμό, ο Ανδρέας Βγενόπουλος λέγεται ότι χρησιμοποιεί στην επιχειρηματική του πρακτική όσα έχει αποκομίσει από την ενασχόλησή του με ένα ευγενές άθλημα, την ξιφασκία. Ένα σπορ που διδάσκει συγκρατημένη επιθετικότητα, πάθος για διάκριση, αλλά και σεβασμό των κανόνων.
Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’60 όταν ο φιλόδοξος νεαρός Ανδρέας Βγενόπουλος πρωταγωνιστούσε με την ομάδα του Παναθηναϊκού και την εθνική ομάδα ως άριστος ξιφομάχος, που εφάρμοζε το ευ αγωνίζεσθαι και παράλληλα προετοίμαζε το επαγγελματικό του μέλλον. Ήταν τόσο καλός, ώστε συμμετείχε το 1972 στην ελληνική Ολυμπιακή Ομάδα στους αγώνες του Μονάχου.
Ο 56άχρονος Ανδρέας Βγενόπουλος είναι από τους επιχειρηματίες εκείνους που τους αρέσει το «στρατηγικά ελεγχόμενο ρίσκο». «Ποτέ στη ζωή μου δεν φοβήθηκα να ρισκάρω. Πάντοτε όμως προσπαθούσα να κάνω τους σωστούς υπολογισμούς», έχει εκμυστηρευθεί παλιότερα. Και αν δει κανείς τη μέχρι σήμερα πορεία του, καταλαβαίνει πολλά για το χαρακτήρα του. Πιστός στο δόγμα της αμυντικής επίθεσης, που διδάσκεται στην ξιφομαχία, ο μεγάλος Έλληνας τραπεζίτης εφάρμοσε στη ζωή του όσα έμαθε από το αγαπημένο του άθλημα.
Εξειδίκευση στα big deals
Στα παρθενικά του βήματα στη δικηγορία ο Ανδρέας Βγενόπουλος προσλήφθηκε στη ναυτιλιακή εταιρεία Thenamaris και απέκτησε σημαντικές προσβάσεις στον εφοπλιστικό χώρο. Άνθρωπος ευχάριστος, αλλά και με πολύπλευρές γνώσεις για τα νομικά ζητήματα, ο ίδιος δεν αντιμετώπισε δυσκολίες με τους πάντοτε απαιτητικούς εφοπλιστές. Αυτές οι επαφές τον οδήγησαν το 1983 στη δημιουργία του δικού του δικηγορικού γραφείου στον Πειραιά και στη συνέχεια στο Κολωνάκι, με την επωνυμία Βγενόπουλος και Συνεργάτες, το οποίο γρήγορα απέκτησε ειδίκευση στα επιχειρηματικά και εφοπλιστικά deals. Όταν μιλάμε για deals, εννοούμε μερικές από τις συμφωνίες που άλλαξαν την πορεία της ελληνικής οικονομίας και τον επιχειρηματικό χάρτη της χώρας. Παράλληλα, ο επιχειρηματίας-δικηγόρος ανέπτυξε στενές σχέσεις με μεγάλες εφοπλιστικές οικογένειες, όπως είναι αυτές των Θεόδωρου Βενιάμη, Αγγελικής Φράγκου και Πέτρου Βρέττα.
Ο πρώτος γάμος
Ήταν η ίδια περίοδος που ο νεαρός δικηγόρος δημιούργησε την πρώτη του οικογένεια, με κατάληξη τη γέννηση των δύο πρώτων του αγοριών. Παρά ταύτα, ο γάμος του δεν διήρκεσε, κυρίως λόγω της έντονης επαγγελματικής του ενασχόλησης και του φόρτου εργασίας, που κούρασε το νεαρό ζευγάρι. Ταυτόχρονα, οι παρέες του νεαρού δικηγόρου άλλαξαν. Ήταν η χρονική συγκυρία που βρέθηκε κοντά στη «χρυσή», ανερχόμενη παρέα των βιομηχάνων Δημήτρη Δασκαλόπουλου, Σπύρου Θεοδωρόπουλου και Οδυσσέα Κυριακόπουλου. Μια ομάδα που άλλαξε πολλά στο σύγχρονο επιχειρηματικό τοπίο και η οποία (σ.σ.: πλην του Οδυσσέα Κυριακόπουλου) αποτέλεσε τη? μαγιά για τη δημιουργία της κολοσσιαίας βιομηχανίας στα τρόφιμα Vivartia. Η ίδια παρέα αρκετά χρόνια αργότερα χώρισε.
Χαμηλοί τόνοι
Άνθρωπος χαμηλού προφίλ, σπάνια ο Ανδρέας Βγενόπουλος εμφανίζεται σε κοσμικά gala ή δεξιώσεις. Είναι δηλωμένος «σπιτόγατος» και του αρέσει να ξεκουράζεται καπνίζοντας πούρα Cohiba ή να πηγαίνει μαζί με τα παιδιά και τη γυναίκα του στο γήπεδο. Μένει στην Εκάλη, είναι παντρεμένος και έχει αποκτήσει τρία παιδιά. Δεύτερη σύζυγός του είναι η δικηγόρος Ρίτα Σουβατζόγλου. Την παντρεύτηκε το 2005, με έναν πραγματικά πρωτότυπο τρόπο. Χωρίς να το γνωρίζει κανείς, παρά μόνο οι κουμπάροι και τα παιδιά του, ο τραπεζίτης έδωσε όρκους αιώνιας αγάπης με την αγαπημένη του σε ένα μικρό παρεκκλήσι. Θα πρέπει να πούμε πως και η Ρίτα Σουβατζόγλου είχε έναν προηγούμενο γάμο, από τον οποίο απέκτησε ένα αγόρι και ένα κορίτσι.
Η γνωριμία τους έγινε στο γραφείο του κ. Βγενόπουλου και οι δυο τους συνδέθηκαν λόγω της κοινής τους επαγγελματικής ενασχόλησης αλλά και των έντονων ρυθμών ζωής που έχουν επιλέξει. Κάπως έτσι νιώθουν κατανόηση και δεν υπάρχουν τριβές. Η γαμήλια τελετή πραγματοποιήθηκε σε γνωστό ξενοδοχείο της πλατείας Συντάγματος. Η πρωτοτυπία του γάμου όμως είχε να κάνει με το γεγονός πως κανένας από τους καλεσμένους δεν γνώριζε το μυστήριο που είχε προηγηθεί και όλοι υπέθεταν πως πήγαιναν σε μια δεξίωση? ρουτίνας.
Φίλοι του εκτός ?αλλά και εντός? δουλειάς είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ο Ανδρέας Μαρτίνος, καθώς και οι επιχειρηματίες Γιάννης Ακκάς, Γιώργος Κούμπας, Βασίλης Θεοχαράκης και Κωνσταντίνος Πηλαδάκης. Συχνά βέβαια έρχεται και σε επαφή με το σεΐχη του Ντουμπάι, Μοχάμαντ μπιν Ρασίντ αλ Μακτούμ, με τον οποίο ο κ. Βγενόπουλος έχει ιδιαίτερη χημεία. Ο σεΐχης ανέλαβε τα ηνία του εμιράτου διαδεχόμενος τον αδερφό του, θεωρείται ο ιθύνων νους πίσω από τις εντυπωσιακές κατασκευές που άλλαξαν ολοκληρωτικά το Ντουμπάι κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ διαθέτει μία από τις εντυπωσιακότερες συλλογές πολυτελών αυτοκινήτων, αν και το μεγάλο πάθος του είναι τα άλογα.
Μεγαλουργώντας από παιδί
Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς που κατάγονταν από την Κεφαλονιά. Τα πρώτα του χρόνια τα έζησε στην περιοχή των Αμπελοκήπων, πριν η οικογένειά του μετακομίσει στο γειτονικό Κολωνάκι. Ήταν η εποχή της συνεχούς αστικοποίησης του κέντρου της πρωτεύουσας και της παράλληλης ανάδειξης του Κολωνακίου ως της πιο must περιοχής της πόλης. Σπούδασε στο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου και όλοι τον θυμούνται ως άριστο μαθητή, με έφεση στα θεωρητικά μαθήματα.
Οι καλές του επιδόσεις τον οδήγησαν πολύ σύντομα στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Εκεί σπούδασε στα χρόνια του ’70, παράλληλα με την καριέρα που ακολούθησε ως πρωταθλητής της ξιφασκίας. Αν και λίγα χρόνια μετά μεγαλούργησε στο λιμάνι του Πειραιά, η καρδιά και το μυαλό του βρίσκονταν πάντα στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό.
Κι αυτό διότι, εκτός από αθλητής του συλλόγου, ο αγαπημένος του παππούς υπήρξε πρόεδρος του Τριφυλλιού. Οπαδός της ομάδας του Παναθηναϊκού ήδη από τη δεκαετία του ’60, γνώριζε από παιδάκι τους μύθους της εντεκάδας που πήγε την ομάδα στον τελικό του Γουέμπλεϊ το 1970.
Όμως και ο ίδιος έφερε τίτλους και πρωταθλήματα στο σύλλογο, αφού η συλλογή του στη ξιφασκία περιλαμβάνει 45 μετάλλια και 9 πρωταθλήματα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 στο Μόναχο κατετάγη 5ος στον όμιλό του, θέση ιδιαίτερα τιμητική για τον ίδιο αλλά και για τη χώρα μας. Δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και σήμερα η σύνδεσή του με τον αθλητισμό είναι μεγάλη, ενώ στο γραφείο του στο Μαρούσι μπορεί να βρει κανείς δεκάδες αθλητικά κειμήλια. Κι αυτό γιατί στον «big banker» ο αθλητισμός και το ευ αγωνίζεσθαι λένε πολλά.