Από τη ΣΙΣΣΥ ΜΕΝΕΓΑΤΟΥ
Στα σταυρουδάκια της ατζέντας μου, που δυστυχώς πληθαίνουν, προστέθηκε άλλο ένα, δίπλα στο όνομα Σταύρος Παράβας. Τι ειρωνεία και παιχνίδι της μοίρας ανατριχιαστικό... Ο μεγάλος ηθοποιός έφυγε από ανακοπή, στα 71 του χρόνια, λίγες ώρες μετά τη γιορτή του, χωρίς να καταφέρει να πραγματοποιήσει τις δύο τελευταίες του επιθυμίες...Ο«περιπλανώμενος σολίστας», όπως είχε αποκαλέσει ο ίδιος τον εαυτό του, ήθελε να επιστρέψει στο σανίδι και να παίξει το μάντη Τειρεσία στον «Οιδίποδα Τύραννο», αποχαιρετώντας το κοινό που τον λάτρεψε, και να προλάβει να γράψει τη βιογραφία του. Ίσως αν τα είχε καταφέρει, να μαθαίναμε αν πραγματικά ήταν τόσο μόνος όσο φαινόταν. Όσο έδειχναν τα μάτια του, στα οποία τα τελευταία χρόνια καθρεφτίζονταν μια ανείπωτη πίκρα και ερημιά ψυχής.
«Φίλους είχα. Αρκετοί έχουν πεθάνει, αρκετοί με έχουν ξεχάσει. Δεν πειράζει. Ζω μόνος με την ηρεμία μου, τη φιλοσοφία μου. Έχω γνωρίσει νέα παιδιά και θέλω να δουλέψω μαζί τους στο θέατρο, αφού οι παλιοί με ξέχασαν», ήταν τα λόγια του λίγα χρόνια πριν, τότε που η υγεία του δεν τον είχε προδώσει για τα καλά και προσπαθούσε ακόμα να κλείσει τη μεγάλη «πληγή» που αιμορραγούσε μέσα του μετά τον ξαφνικό θάνατο από πνευμονικό οίδημα του μοναχογιού του Τζόναθαν. Μετά απ αυτό, αν και διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις με τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του στην Αγγλία, οι οποίες του συμπαραστάθηκαν στα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν, ο οργανισμός του κατέρρευσε. Η καρδιά του ράγισε και το χαμόγελο είχε χαθεί από τα χείλη του.
Αυτός ο μάγκας, ο μόρτης, που δεν δείλιασε στις κακουχίες του εμφύλιου πολέμου και της πείνας, στην εξορία και τη φτώχεια, λύγισε όταν έχασε το μοναχογιό του. Παρόλο που οι δύο του κόρες του έδειχναν την αγάπη τους, εκείνος κλείστηκε στον εαυτό του, πούλησε το εξοχικό του στην Εύβοια και αγόρασε ένα στο Λυγουριό, όπου και απομονώθηκε, παρέα με τον πόνο και τις αναμνήσεις του. Άνθρωπος υπερήφανος, δεν θέλησε να περιφέρει τον πόνο του αριστερά δεξιά και να βλέπει στα μάτια των αγαπημένων του προσώπων τη θλίψη και τον οίκτο. Αυτός που δεν δίστασε να πουλήσει ό,τι είχε και δεν είχε για την τέχνη του, να εγκαταλείψει το ρόλο του Φίφη, που τον έκανε διάσημο στον κινηματογράφο, για να παίξει τους ρόλους που ονειρεύτηκε στο θέατρο. Δεν θα ξεχάσω τον «Βολπόνε» του, τον οποίο του εμπιστεύτηκε το χειμώνα του 1996 στη σκηνή «Κοτοπούλη-Rex» του Εθνικού Θεάτρου ο Νίκος Κούρκουλος, αλλά και το 1999 το συγκλονιστικό δικαστή Άσντακ στον «Κύκλο με την κιμωλία» του Μπρεχτ, από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Αγρινίου. Ή ακόμα, τον «πρίγκιπα» Αντώνη Σεφεριάδη στην ταινία «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη το 1995 και τον Θωμά στο «Αύριο θα ξέρουμε» του Ανδρέα Θωμόπουλου το 1997.
Ο πολύς κόσμος μπορεί να τον ξέρει από τις παλιές ταινίες του ως «Φίφη, αχτύπητο», «κοροϊδάκι της πριγκιπέσας» ή «μάγκα με το τρίκυκλο» και άλλους τέτοιους ρόλους, αλλά εκείνος διέπρεψε στο σανίδι! Συγκεκριμένα, στην επιθεώρηση, όπου ο μεγάλος Σπ. Μελάς είχε γράψει ότι είναι «ο ανατέλλων ήλιος του μουσικού θεάτρου», στο σανίδι μαζί με τους Ντίνο Ηλιόπουλο, Κώστα Χατζηχρήστο, Βασίλη Αυλωνίτη, Γεωργία Βασιλειάδου, Καίτη Ντιριντάουα κ.ά. Αλλά και αργότερα, σε έργα κλασικού και νεοελληνικού ρεπερτορίου («Ψύλλοι στ αυτιά» με την Ξένια Καλογεροπούλου, «Μονό ζευγάρι» με τον Νίκο Κούρκουλο, «Ζορμπάς», «Φιλάργυρος», «Νταντάδες» του Γ. Σκούρτη, «Βασικά με λεν Θανάση» του Γ. Αρμένη), αλλά και σε αριστοφανικές κωμωδίες («Πλούτος», «Ειρήνη», «Ιππής») κ.ά.
Κι όμως, αυτός ο μεγάλος καλλιτέχνης ζούσε με 850 ευρώ σύνταξη από το ΙΚΑ και δεν μπόρεσε να δεχτεί την τιμητική σύνταξη των 650 ευρώ (!) από το υπουργείο Πολιτισμού, γιατί ο νόμος επιβάλλει την επιλογή μίας εκ των δύο, όπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει.
Ποιος του μίλησε τελευταία φορά
Λες και μια περίεργη δύναμη έσπρωξε τη Μαίρη Βιδάλη και τη Ροζίτα Σώκου να οργανώσουν ένα πάρτι για τη γιορτή του στο σπίτι της δεύτερης, παρουσία λίγων καλών φίλων: Τέλης Ζώτος, Πέπη Μεταλλείδου, Μαριέτα Ριάλδη, Σπύρος Μπιμπίλας και μερικά ακόμα αγαπημένα του πρόσωπα.
«Ήταν σαν ένα σβησμένο κερί από τις ταλαιπωρίες. Γρήγορα, όμως, άλλαξε διάθεση και ήταν πολύ ευτυχισμένος γιατί ήταν μαζί μας και το τηλέφωνό του δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να χτυπάει για να του πουν τα χρόνια πολλά», μας είπε η Ροζίτα Σώκου. «Την ώρα που έφευγε τον αγκάλιασα και του είπα: Σταύρο μου, δεν ξέρεις τι χαρά μου έδωσες που ήρθες στο σπίτι μου κι εκείνος μου απάντησε: Να είσαι ευλογημένη. Το πρωί μάθαμε ότι έφυγε για πάντα. Ήταν ένας τεράστιος ηθοποιός, που τον είχα θαυμάσει σε σημαντικούς ρόλους, όπως στο Φιλάργυρο του Μολιέρου».
«Είμαι σοκαρισμένη», τόνισε στο ΛΟΙΠΟΝ η Μαίρη Βιδάλη. «Τον έφερα στη Ροζίτα και στη συνέχεια, αφού περάσαμε μια θαυμάσια βραδιά, τον πήγα σπίτι του με το αυτοκίνητό μου. Δυστυχώς, η πρώτη στην οποία τηλεφώνησε το πρωί η κοπέλα που τον περιποιόταν για να μου πει ότι... έφυγε ήμουν εγώ, γιατί σ' εμένα είχε κάνει την τελευταία κλήση από το κινητό του. Ήταν πολύ καλό το ότι πέρασε με αγαπημένους φίλους την τελευταία γιορτή της ζωής του. Ήταν πραγματικά ένας θαυμάσιος άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τα παιδιά του, αλλά και οι κόρες του τον λάτρευαν. Κι εκείνες και η γυναίκα του, που μένουν στην Αγγλία, είχαν σπεύσει όταν αρρώστησε, ενώ πέρυσι την άνοιξη βάφτισε σε ένα μοναστήρι έξω από το Λυγουριό τα τρία εγγόνια του και ήταν τρισευτυχισμένος. Μεγάλη αδυναμία είχε στον Σταύρο, το μεγαλύτερο εγγονό του, από το μοναχογιό του, τον Τζόναθαν, που δυστυχώς έφυγε νωρίς. Εκτός από σπουδαίος καλλιτέχνης, ο Σταύρος ήταν κι ένας πολύ γλυκός άνθρωπος, που δεν έχασε ούτε για μια στιγμή το χιούμορ του».
«Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι έχει φύγει ο Σταύρος», μας είπε και η Άννα Φόνσου, που τη συνέδεαν 45 χρόνια φιλίας με τον ηθοποιό, ενώ είχαν παίξει μαζί στον κινηματογράφο και στο θέατρο, στο έργο «Βασικά με λεν Θανάση», που ανέβασε το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Σερρών το 1998. «Του ευχήθηκα για τα γενέθλιά του και θα έπαιρνε μέρος και στη συναυλία μας στις 20 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο για το Σπίτι του Ηθοποιού»,συνέχισε η Άννα Φόνσου. «Ελπίζω να είναι ήρεμος εκεί που πήγε. Η συναυλία θα είναι αφιερωμένη στη μνήμη του».
«Είναι κρίμα. Είναι άδικο. Ήταν άνθρωπος γεννημένος για επιθεώρηση», τόνισε και η Ζωζώ Σαπουντζάκη, ενώ η Δέσποινα Στυλιανοπούλου πρόσθεσε ότι η υγεία του κλονίστηκε τρομερά απ όταν έχασε το λατρεμένο του παιδί, τον Τζόναθαν.
«Δεν είμαι σίγουρος αν ήταν ουσιαστικά μόνος ή ήταν επιλογή του να κλειστεί στον εαυτό του για να μη δει κανένας τις πληγές του», υποστήριξε ο Τέλης Ζώτος. «Ήταν σπουδαίος ηθοποιός».
Κάπως έτσι λοιπόν, περήφανος, μόνος, όπως οι τραγικοί ήρωες που λάτρευε, ανέβηκε στο τρίκυκλό του ο «μάγκας του ελληνικού κινηματογράφου» και πήγε να βρει το γιο του. Άλλωστε, το είχε πει σε φίλους του: «Αυτό που περιμένω πια από τη ζωή μου είναι να πάω να συναντήσω το παιδί μου».