Σεμίνα Διγενή: Έτσι αποχαιρέτησε την Καίτη Γκρέυ - Η γνωριμία με τη «λέαινα» και τα αποσπάσματα από την τηλεοπτική τους συνάντηση

19.01.2025
Σεμίνα Διγενή: Έτσι αποχαιρέτησε την Καίτη Γκρέυ - Η γνωριμία με τη «λέαινα» και τα αποσπάσματα από την τηλεοπτική τους συνάντηση
Το καλύτερο αφιέρωμα σε μια σπουδαία καλλιτέχνιδα

Ιδιαίτερος ήταν ο αποχαιρετισμός της Σεμίνας Διγενή στην Καίτη Γκρέυ, μια γυναίκα που είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και τηλεοπτικά και να της κάνει αφιερώματα στο Κοίτα τι έκανες.

Η δημοσιογράφος με μία μακροσκελή της ανάρτηση στο Facebook έδωσε πολλές λεπτομέρειες από τη ζωή και τα λεγόμενα της σπουδαίας τραγουδίστριας.

«Αντίο Καίτη Γκρέϋ. 101 χρόνια λέαινα!
"Γεννήθηκα στην Σάμο. Η μητέρα μου είχε τέσσερα παιδιά. Τα δύο τα έδωσε, τα πιο μικρά. Εμένα και τον αδερφό μου. Μεγαλώναμε στην ίδια γειτονιά – φυσικά χωρίς να ξέρουμε ότι είμαστε αδέρφια."
Κουβέντα, που αν υπήρχε σε ταινία, η παραγωγή της ταινίας θα ήταν της ΚΛΑΚ ΦΙΛΜ. Η ζωή της θρυλικής Καίτης Γκρέυ.

Τη γνώρισα από κοντά στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Με πήρε τηλέφωνο για να μου προτείνει κάτι τρελό.

«Μου αρέσει ο τρόπος που στήνεις τις εκπομπές σου» μου είπε, «Θέλεις να σκηνοθετήσεις ένα βιντεοκλίπ μου; Ή, μάλλον και τα τρία που θα κάνω;»

Δεν ήξερα τι να πω. Μετά από μια σύντομη ηλεκτρική εκκένωση με άκουσε να λέω :

«Ναι! Μάλιστα! Βέβαια! Σίγουρα! Θέλω πολύ κυρία Γκρέυ!».

Θυμάμαι στο πρώτο κλιπ την έβαζα να "βγαίνει" μέσα από τις φωτογραφίες ενός σινερομάντζου κάποιου παλιού περιοδικού, το άλλο το γυρίσαμε κάπου στη θάλασσα κοντά στο εξοχικό της και το τρίτο σ’ ένα κλαμπ στον Πειραιά. Είχε ενθουσιαστεί.

Από τότε δε χαθήκαμε ποτέ και μάλιστα, εκείνη υπήρξε πιο συνεπής φίλη από μένα. Πάντα παρούσα, με μαμαδίστικη τρυφερότητα και ένα συνεχές, ανιδιοτελές νοιάξιμο. Στα τελευταία τηλεφωνήματα μας, πριν μερικά χρόνια, με ρωτούσε, αν "τώρα που δεν κάνω τηλεόραση, έχω λεφτά για να τα βγάλω πέρα".

Στην πρώτη εκπομπή που της έκανα,στην ΕΡΤ, το 2002, μου είχε πει: "Ξέρεις, αυτή που έκανε την πιο πολλή χαρτούρα στην Αμερική, ήμουν εγώ κι ο συγχωρεμένος ο Γιάννης ο Παπαϊωάννου. Άλλο πράγμα. Τότε, ο τραγουδιστής Μάνος Παπαδάκης, είχε βγάλει το "Θα τα κάψω τα ρημάδια τα λεφτά μου".. Σκέφτηκα τότε, πως εγώ μ' αυτό το τραγούδι θα τους τα πάρω όλα στην Αμερική. Το τι γινόταν όταν άρχιζα να το λέω, δεν φαντάζεστε.. Μόνο που αντί να τα δίνουν σ εμένα, τα άπλωναν μπροστά μου και τα καίγανε. Τρελλάθηκα! Άρχισα να τους φωνάζω: "Μην τα καίτε καλέ τα λεφτά! Φέρτε τα σ' εμένα.."
Ευτυχώς υπάκουσαν και μετά όλα τα δολάρια τα ..κατέθεταν μπροστά μου. Στα πόδια μου. Νάναι καλά οι άνθρωποι.."
Στις έξι εκπομπές που έκανα για την Καίτη Γκρέυ στην δημόσια και την ιδιωτική τηλεόραση, ήταν σύνηθες φαινόμενο να παρεκτρεπόμαστε. Το μοντάζ μετά αναστέναζε στο κόψιμο των ακατάλληλων ατακών. Στο τέλος κάθε εκπομπή μου έλεγε: "Θα σκίσουμε θα το δεις, όλοι εμάς θα βλέπουν. " Και πάντα συμπλήρωνε "Κι όπως σου υποσχέθηκα δε θα βγω σε καμμιά άλλη εκπομπή να,τραγουδήσω κι ας με παρακαλάνε".

Κράτησε μέχρι το τέλος την απόφασή της.

Μια Γκρέυ σαν Μανιάνι. Στο δικό μου μυαλό, η Γκρέυ πάνω στο πάλκο, ήταν μια λέαινα. Το πάθος της πάντα μου θύμιζε την Μανιάνι. Τη λύκαινα, όπως την έλεγαν στην Ιταλία. Μόνο με καμιά δεκαπενταριά χρόνια διαφορά γεννήθηκαν αυτά τα δυο θηρία. Εκρηκτικές σαν ηφαίστειο και οι δύο. Με δυο μεγάλες ορθάνοιχτες πληγές μέσα τους.
Την πληγή της μιας την έλεγαν Ρομπέρτο Ροσελίνι.
Την πληγή της άλλης, Στέλιο Καζαντζίδη.
Για την Μανιάνι είπαν πως στην πολυετή καριέρα της ανανέωσε τη φιγούρα της γυναίκας ηθοποιού και μέσα από την δύναμη της ερμηνείας της, άλλαξε τα καλλιτεχνικά στερεότυπα της εποχής.
Το ίδιο ακριβώς συνέβη και με την Γκρέυ. Στο τραγούδι.
Στο δρόμο της μιας βρέθηκε ο Τεννεσί Ουίλλιαμς κι έχοντας τη φιγούρα της στο μυαλό του, έγραψε το "Τριαντάφυλλο στο Στήθος", που της χάρισε βραβείο Όσκαρ.
Στο δρόμο της άλλης, βρέθηκε ο Γιώργος Χρονάς, που έγραψε ένα σπουδαίο βιβλίο για εκείνη, με τίτλο: "Αυτή είναι η Ζωή μου".

Την δεκαετία του 60 ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη τραγουδίστρια και το ημερομίσθιό της ξεπερνούσε ακόμα και τις οκτώ χιλιάδες δραχμές. Έπαιξε σε δεκαεννέα ταινίες ως ηθοποιός και τραγουδίστρια. Παντρεύτηκε και χώρισε σε νεαρή ηλικία, ήταν για πέντε χρόνια αρραβωνιασμένη με τον Στέλιο Καζαντζίδη κι έπειτα με τον Ανδρέα Μπάρκουλη.

Κάποτε τη ρώτησε ο Κώστας Φέρρης:
-Το ξέρεις ότι το όνομά σου το έφερε στην Αίγυπτο – πριν από σένα – μια ξακουστή χορεύτρια που τη λέγανε Καίτη Γκρέυ;
-Σώπα βρε Κώστα.
-Και η ιδέα αυτή στο να σε βαφτίσει έτσι, ποιος την είχε;
-Ο Βαφειόπουλος, ο ιμπρεσσάριος.
Φαίνεται πως ήταν κλεμμένη από εκείνη την χορεύτρια.


"Παντρεύτηκα στα δεκατέσσερα. Έφαγα και ξύλο για να τον πάρω. Εγώ ήμουν δεκατεσσάρων χρονών κι εκείνος τριανταέξι. Δεν κράτησε πολύ. Δυο χρόνια. Ήθελα κάπου να δουλέψω, να μαζέψω λεφτά, να πιάσω ένα δικό μου σπίτι. Βρήκα δουλειά στο σπίτι του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Ήμουν η παραδουλεύτρα τους.Τους καθάριζα, τους φρόντιζα κι όταν ανέλαβα και τη μαγειρική ξετρελάθηκαν. Βλέπεις η μητέρα μου από εννιά χρονών με είχε μάθει και μαγείρευα όλα τα φαγητά. Κάθισα ενάμιση χρόνο μαζί τους. Με λατρεύανε."

Κεφάλαιο Στέλιος.
Ας δούμε πως ανοίγει με μια περιγραφή της, η Καίτη Γκρέυ, στο βιβλίο του Γιώργου Χρονά το κεφάλαιο Στέλιος.

"Πήγα με τον Μπιθικώτση και τον Ζαμπέτα στο Αιγάλεω στον Κήπο του Αλλάχ. Δούλεψα μαζί τους και θυμάμαι τότε ότι ερχόταν ουρά ο κόσμος για να ακούσει αυτήν που τραγουδάει το "Βουνό". Και όταν με δείχνανε και λέγανε ότι αυτό το κοριτσάκι το τραγουδάει, δεν πιστεύανε ότι αυτό το πλάσμα –που τότε δεν ήταν ούτε σαράντα οκάδες – μπορεί να έχει αυτή την φωνή μ’ αυτήν την έκταση. Τους φαινότανε πάρα πολύ περίεργο. Μετά μ’ έψησε ο Κλουβάτος, τον οποίο λάτρευα, να πάω μαζί του στον "Ζέφυρο", ένα πολύ καλό μαγαζί στο Νέο Ηράκλειο.. Στον "Ζέφυρο" με περίμενε η μοίρα μου. Κάθε Σάββατο, έβλεπα μια γριούλα να έρχεται και τον Κλουβάτο να κατεβαίνει να της δίνει λεφτά και να της μιλάει.
Μια μέρα του λέω, «Γεράσιμε ποιά είναι αυτή η γυναίκα;»
Μου λέει «Αυτή είναι η μάνα μοιανού καινούργιου τραγουδιστή, που είναι φυλακή και είναι πάρα πολύ φτωχιά.» (...) Λέω «Σε ποια φυλακή είναι;»
Μου λέει «Στην Μακρόνησο». Ζήτησα τότε από τον Κλουβάτο αν μπορώ να της δίνω κι εγώ κάνα κατοστάρικο. Πραγματικά, λοιπόν, γνωριστήκαμε με την κυρία Γεσθημανή, την μετέπειτα πεθερά μου και κάθε Σάββατο που ερχότανε στο μαγαζί, κατέβαινα εγώ, της παράγγελνα και καμιά μπιρίτσα και κανένα μεζεδάκι και της έδινα και κανένα κατοστάρικο. Της έλεγα «Να, πάρτε για τον γιο σας δυο πακέτα τσιγάρα από μένα.»
Αυτή, λοιπόν, όταν πήγαινε στον Στέλιο του έλεγε:
«Στέλιο μου άμα θα βγεις απ’ τη φυλακή θα σε πάω να γνωρίσεις αυτή την κοπέλα που λέει το "Βουνό". Τι καλό κορίτσι και τι όμορφο κορίτσι και τι καλή ψυχή! Τι πονετικό πλάσμα που μόλις με δει, με παίρνει να με κεράσει, να μου δώσει λεφτά να σου πάρω τσιγάρα.»
Και συνέχιζε η Γκρέυ:
"Εγώ τον Στέλιο δεν τον ήξερα φατσικώς καθόλου, ούτε και ακουστικώς. Ένα βράδυ λοιπόν που πήγα στο μαγαζί με παίρνει απ’ τα χέρια ο Γεράσιμος και μου λέει
«Έλα να σε γνωρίσω με το φανταράκι που του στέλναμε τα τσιγάρα».
Ήταν ο Στέλιος. Μου είπε:
«Ευχαριστώ πολύ για τα τσιγάρα που μου στέλνατε.»
Συνεσταλμένο παιδί.
Μια Παρασκευή βράδυ, ήρθε στο μαγαζί με παρέα ο Στέλιος. Μου λέει κάποια στιγμή «Χορεύουμε ένα τανγκό;» Λέω «Εντάξει, να κάνουμε δυο βόλτες.»
Από εκείνη την Παρασκευή του 1953 που γνώρισε τον Καζαντζίδη, μέχρι σήμερα, 71 χρόνια μετά δηλαδή, η εικόνα του πρωταγωνιστεί στο σπίτι της, μέσα σε τεράστιες κορνίζες και στο υπνοδωμάτιό της.
Μου είχε πει ένα βράδυ στο σπίτι της στη Ν. Σμύρνη:
"Να εδώ είναι το κρεβάτι μου κι απέναντι είναι η φωτογραφία του, μεγάλη, τόση! Δίπλα στα ασημένια εικονίσματα. Κάθε πρωί του λέω καλημέρα, και το βράδυ καληνύχτα και καλή αντάμωση.
Όποια συζήτηση και να ξεκινήσει κάποιος με την Γκρέυ, πάντα θα βρει τον τρόπο να την γυρίσει σ’ εκείνον.

Τα τελευταία χρόνια ήταν και είναι λίγο δύσκολα για την μεγάλη ερμηνεύτρια. Απασχόλησαν συχνά την επικαιρότητα ιστορίες με μηνύσεις για κλοπές κοσμημάτων της, ληστείες στο σπίτι της, οικογενειακές και καλλιτεχνικές κόντρες. Ακόμη και απόπειρες δηλητηρίασης έχει καταγγείλει. Μια δημοσιότητα, όμως, που σίγουρα δεν χρειαζόταν, δεν της άξιζε και νομίζω πως οφείλαμε να την προστατεύσουμε.
Ίσως, τελικά και να μην ήταν η ζωή της, σαν μια ταινία της ΚΛΑΚ ΦΙΛΜ όπως έγραψα στην αρχή. Ίσως, ήταν τελικά μια υπερπαραγωγή της Τσινετσιτά. Όπως και νάχει την ευχαριστούμε πολύ για τις φωτιές που μας άναψε.
Μα πιο πολύ την ευχαριστούμε που βρήκε τον τρόπο να πάρει το δάκρυ μας..
Να το πάρει με τον τρόπο που της έμαθε ο Μανώλης Χιώτης και η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Πάρε το δάκρυ μου
να το ’χεις συντροφιά σου.
Πάρε τον πόνο μου
και βάλ’ τον στην καρδιά σου.
Αντίο κυρία Γκρέϋ!» έγραψε μεταξύ άλλων.

Τελευταία τροποποίηση στις 19.01.2025 - 15:17