Η Ζουμπουλία Ξυλούρη ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής και συγκλονίζει όταν περιγράφει τις τελευταίες δραματικές ώρες του αδελφού της.
«Αν μας είχε ακούσει και είχε πάει να δει την πνευμονία έγκαιρα, ο Νίκος ίσως να ζούσε τώρα. Έπαθε καρκίνο και ούτε προλάβαμε να τον χαιρετήσουμε» αποκαλύπτει αρχικά.
Και προσθέτει: «Ήταν σε μια συναυλία που έδινε τότε στα Χανιά με την Άννα Βίσση. Είχε αγοράσει και ένα οικόπεδο σε έναν λόφο και εκεί ήθελε να γεράσει και να πεθάνει. Είχε αγοράσει και εκατό κατσίκια για να τρώνε μαζί με τους φίλους του και να γλεντάνε. Ήταν όμως ήδη καταβεβλημένος. Έβηχε συνεχώς. Δεν σταματούσε. Θυμάμαι ήρθε εδώ στο σπίτι και ο κόσμος τού ζητούσε αυτόγραφα. Εκείνος έδινε και έβηχε. Όμως δεν πήγαινε σε νοσοκομείο. Φοβόταν. Οι γιατροί που πήγαιναν στο σπίτι τού έλεγαν: "Ψύξη και κρύωμα βαρύ". Και αυτό του γύρισε σε καρκίνο».
Και συνεχίζει: «Η μάνα μου στενοχωριόταν και του έλεγε: "Γιατί, ρε Νίκο, πας και κάνεις συναυλίες για τον ξένο κόσμο και για την υγεία σου δεν μπαίνεις σε ένα νοσοκομείο να γίνεις καλά;" Και εκείνος, όταν ήταν ήδη πολύ αργά, της είπε: "Η βλακεία μου, μάνα, με έφαγε και θα πεθάνω". Πήγε στο Memorial στην Αμερική. Εκεί οι γιατροί διαπίστωσαν ότι όλα τα ζωτικά του όργανα ήταν σάπια. Δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Ήταν ήδη αργά».
Και καταλήγει με δάκρυα στα μάτια: «Όταν τον είδαμε στο δωμάτιο του Ευαγγελισμού ήταν με τις πιτζάμες. Έπαιζε το κομπολογάκι του κι έβηχε. Η μάνα μου προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Του μιλούσε και πήγαινε στη γωνιά και έκλαιγε. Όταν ήρθε από την Αμερική ο Νίκος, έκλαιγε μέρα νύχτα. Δεν ήθελε να πεθάνει. Είχε όμως τελειώσει».
Η Ζουμπουλία Ξυλούρη αναφέρει πρώτη φορά και το όνειρο της μάνας τους, πριν ξεκινήσει η μεγάλη περιπέτεια
«Πριν μπει ο Νίκος στον Ευαγγελισμό και από εκεί τον στείλουν στο Memorial, η μάνα μας ήταν ανήσυχη. Πολύ ανήσυχη. Εκείνη ήταν στα Ανώγεια και ο Νίκος στην Αθήνα, χωρίς να ξέρει τίποτε για την υγεία του. Εδώ στο σπίτι είχαμε μια κληματαριά που την είχαμε κόψει, επειδή τα σταφύλια λέρωναν τους τοίχους. Βλέπει η μάνα μας λοιπόν ένα όνειρο τέσσερις μήνες προτού πεθάνει ο Νίκος, ότι η κληματαριά που είχαμε είχε τρεις βλαστούς. Και κάποιος της έκοψε τον μεγαλύτερο βλαστό. Σηκώνεται το πρωί από τον ύπνο της και άρχισε να κλαίει. "Ο Νίκος κάτι κακό έχει και δεν μου το λέτε". Έκανε σα να προνοούσε τον θάνατό του. Μας έλεγε λοιπόν η μάνα μου ότι ο Νίκος θα πεθάνει, δεν γλιτώνει. Ήρθαν και γειτόνισσες να την καθησυχάσουν, αλλά εκείνη είχε προνοήσει τον θάνατό του. Παίρνει τηλέφωνο στην Αθήνα. Το σηκώνει η γυναίκα του, η Ουρανία. "Μαμά, ο Νίκος κοιμάται" της απαντάει. "Ξύπνησέ τον, θέλω να του μιλήσω". Και τον ξύπνησε. Και του λέει: "Πήγαινε, παιδί μου, να γίνεις καλά. Θα πεθάνεις!"».