Valentine's Week: Είναι ο έρωτας θέμα χημείας; Ναι, κυριολεκτικά!

08.02.2025
Valentine's Week: Είναι ο έρωτας θέμα χημείας; Ναι, κυριολεκτικά!
Photo by Everton Vila on Unsplash
Αναλύουμε τη... χημική διαδικασία που μας κάνει να ερωτευόμαστε!

Όταν ακούμε την έκφραση ότι δύο άνθρωποι έχουν ή δεν έχουν «χημεία» στα ερωτικά και όχι μόνο ίσως δεν πάει ο νους μας ότι είναι όντως θέμα χημείας οι ανθρώπινες σχέσεις και δη ο έρωτας.

Οι επιστήμονες έχουν καταφέρει να αποκωδικοποιήσουν πλήρως όλη τη διεργασία που συμβαίνει στον εγκέφαλό μας και τις ορμόνες που εκκρίνονται όταν ερωτευόμαστε, από την στιγμή που συναντάμε έναν άνθρωπο και μετά.

Οι δύο χημικές φάσεις του έρωτα

Από την άποψη τόσο της συμπεριφοράς όσο και της εγκεφαλικής δραστηριότητας, διακρίνουμε δυο βασικές συναισθηματικές φάσεις στον έρωτα: τη «φάση της έλξης» όπου είμαστε ερωτοχτυπημένοι και τη μακροπρόθεσμη, πιο ήρεμη «φάση προσκόλλησης» που μπορεί να ακολουθήσει και χαρακτηρίζεται από το συναισθηματικό δέσιμο που αναπτύσσεται σταδιακά.

Αν και αβέβαιο το πότε και γιατί γίνεται το πέρασμα από τη μια φάση στην άλλη, τα έντονα συναισθήματα που νιώθουμε για τον/τη σύντροφο μας οφείλονται σε συγκεκριμένες – ανά φάση – νευροχημικές ουσίες.

Οι ορμόνες του έρωτα

Στα αρχικά στάδια του έρωτα, αυξάνονται τα επίπεδα της αδρεναλίνης και της κορτιζόλης στο αίμα. Έτσι αρχίζουμε να ιδρώνουμε, να κοκκινίζουμε, να είμαστε νευρικοί, να ξηραίνεται το στόμα μας, να μας «κόβονται τα γόνατα», να αισθανόμαστε την καρδιά μας να χτυπάει δυνατά και μια ηλεκτρική εκκένωση όποτε μας πλησιάζει το αντικείμενο του πόθου.

Το ερωτικό πάθος έρχεται χάρη στην ντοπαμίνη, η οποία σχετίζεται με καταστάσεις του συναισθήματος όπως η ευδαιμονία, η λαχτάρα και ο πόθος, προκαλεί μία έντονη ορμή προς ευχαρίστηση, διεγείρει την επιθυμία και την ανάγκη ανταμοιβής. Η αίσθηση ηδονής είναι συνάρτησή της ποσότητας ντοπαμίνης. Η αυξημένη έκκρισή της ευθύνεται για το γεγονός ότι οι ερωτευμένοι νιώθουν τόσο ενεργητικοί και ενθουσιασμένοι που δυσκολεύονται να φάνε ή να κοιμηθούν.

Η σεροτονίνη, η λεγόμενη «ορμόνη της ευτυχίας», παίζει σημαντικό ρόλο στην εξισορρόπηση της διάθεσης, της όρεξης, της σεξουαλικής επιθυμίας και λειτουργίας, συνθέτει την εικόνα της ερωτικής τρέλας που χαρακτηρίζει τη λεγομένη φάση της έλξης και ευθύνεται, μεταξύ άλλων, για το ότι το αντικείμενο του πόθου μας είναι διαρκώς στις σκέψεις μας. Η έλλειψή της μπορεί να πυροδοτήσει τη ζήλια, εμμονικές σκέψεις ή/και παράλογη συμπεριφορά.

Στη φάση της προσκόλλησης που ο έρωτας βιώνεται ως σχέση και δενόμαστε συναισθηματικά με τον/τη σύντροφό μας, εμπλέκονται δυο σημαντικές ορμόνες, η ωκυτοκίνη και η βασοπρεσίνη.

Η πρώτη θεωρείται ως η ορμόνη της αγάπης. Εκκρίνεται σε στιγμές οικειότητας, όπως η παρατεταμένη επαφή των ματιών, το αγκάλιασμα και το σεξ. Δημιουργεί ηρεμία, αίσθημα ασφάλειας, εγγύτητας, οικειότητας και στοργής και είναι επίσης εκείνη η οποία βοηθά, μέσω της έκκρισή της κατά το θηλασμό, στο να εδραιωθούν δεσμοί αγάπης μεταξύ μητέρας και παιδιού. Με παρόμοιο και ανάλογο τρόπο ενεργεί και μεταξύ των ερωτευμένων.

Η βασοπρεσίνη επίσης εκλύεται μετά την ερωτική συνεύρεση, ενισχύει τη μακροπρόθεσμη δέσμευση του ζευγαριού και φαίνεται να έχει ρόλο και στην ερωτική αφοσίωση. Εντυπωσιακό εύρημα αποτελεί το ότι μια γενετική διαφοροποίηση σε έναν υποδοχέα βασοπρεσίνης συνδέεται με την απιστία και τον φόβο της δέσμευσης.

Όταν ζευγάρια εισέλθουν στην προαναφερόμενη φάση της προσκόλλησης, αφήνουν πίσω τον παθιασμένο έρωτα και η σχέση τους γίνεται πιο στενή, με μεγαλύτερη οικειότητα – κάτι σαν την ήρεμη, συντροφική αγάπη που τους δένει περισσότερο και ίσως για πάντα αλλά πολύ δύσκολα τους συναρπάζει πλέον.



Τελευταία τροποποίηση στις 08.02.2025 - 08:09